Oι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και η κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους στο Σινά επανέφεραν με περισσότερη «ένταση» το ζήτημα της καταστροφής των τζιχαντιστών του ISIS σε Συρία και Ιράκ, ακόμα και με τη συμβολή χερσαίων δυνάμεων.Ο Μπάρακ Ομπάμα αλλά και ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Α. Κάτσερ τις προηγούμενες ημέρες δεν απέκλεισαν την εμπλοκή χερσαίων στρατιωτικών δυνάμεων στον αγώνα για την εξάλειψη του ISIS.
Ωστόσο, πολλοί στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η στρατιωτική δράση από μόνη της δεν είναι επαρκής για να φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα, αν δεν συνεπικουρηθεί από χτυπήματα στην οικονομία των τζιχαντιστών.
Όπως υποστηρίζουν, η καταστροφή των βασικών στρατιωτικών δομών του ISΙS και η εξάλειψη των δυνάμεών του θα πρέπει να είναι μια σχετικά εύκολη υπόθεση για μια μάχιμη δύναμη της τάξεως των 40.000-50.000 ανδρών που θα διαθέτει ισχυρή αεροπορική υποστήριξη. Σε αυτή την περίπτωση, δυο μήνες θα ήταν αρκετοί για να επιτευχθούν οι βασικοί αντικειμενικοί στόχοι (π.χ. η κατάληψη της Ράκα και των πετρελαιοπαραγωγικών περιοχών).
Ωστόσο, όπως αναφέρουν ξένα δημοσιεύματα, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα ξεκινά από τη στιγμή της νίκης και αφορά στη διαχείριση του κερδισμένου εδάφους.
Τα παραδείγματα του Ιράκ και του Αφγανιστάν καταδεικνύουν ότι η διαχείριση αυτών των εδαφών είναι μια δουλειά που κανένας δυτικός ηγέτης δεν επιθυμεί. Όμως η αδράνεια κοστίζει και έχει ήδη οδηγήσει στη γιγάντωση του ISIS σε Συρία, Ιράκ και σε χάος σε άλλα κράτη που γνώρισαν την Αραβική Άνοιξη, όπως η Λιβύη.
Αρκετοί αξιωματούχοι εκφράζουν ακόμη έντονες αμφιβολίες για τη σκοπιμότητα μια χερσαίας επίθεσης, υποστηρίζοντας ότι στα μάτια του μουσουλμανικού κόσμου θα φαινόταν σαν μια νέα σταυροφορία, η οποία θα προσέλκυε πολλούς νεαρούς μουσουλμάνους στο τζιχάντ.
Στο ίδιο μήκος κύματος βρέθηκε και ο επικεφαλής των γαλλικών ενόπλων δυνάμεων, που σε συνέντευξή του τάχθηκε κατά μιας χερσαίας επίθεσης, προκρίνοντας μια πολιτική λύση.
Προσώρας, οι δυτικές δυνάμεις περιορίζονται σε αεροπορικούς βομβαρδισμούς και σε παροχή χρημάτων, εξοπλισμού, εκπαίδευσης και τεχνογνωσίας στις αντικυβερνητικές δυνάμεις.
Μόνο η Ρωσία έχει ενισχύσει την παρουσία της στη Συρία, με μια δύναμη της τάξεως των 4.000-5.000 ανδρών που λειτουργεί κυρίως υποστηρικτικά (αλλά όχι μόνο) στα πολεμικά αεροσκάφη και επιθετικά ελικόπτερα που σταθμεύουν στη χώρα.
Το ISIS αντλεί μεγάλο τμήμα της ισχύος του από τα πετρελαϊκά κέρδη. Η κατοχή μεγάλων εκτάσεων επιτρέπουν στους τζιχαντιστές να εκμεταλλεύονται οικονομικά τις πλούσια σε υπέδαφος περιοχές. Αντίθετα από την Αλ Κάιντα, που χρειαζόταν οικονομική συνδρομή από το «εξωτερικό», το ISIS είναι σχετικά αυτόνομο οικονομικά.
Η πρόσβαση σε κεφάλαια επιτρέπει στο ISIS να προσελκύει υπό τη σημαία του περισσότερους νέους μαχητές, να δωροδοκεί τοπικούς (και όχι μόνο) φύλαρχους, αλλά και να χρηματοδοτεί την παγκόσμια προπαγάνδα του.
Σύμφωνα με υπολογισμούς αμερικανικών υπηρεσιών, τα ημερήσια κέρδη του ISIS από το λαθρεμπόριο πετρελαίου ήταν περίπου 3 εκατ. δολάρια το 2014.
Ξένα δημοσιεύματα τονίζουν πως οι αμερικανικές αεροπορικές επιθέσεις αρχικά είχαν ως κύριο στόχο στρατιωτικές δυνάμεις του ISIS. Σταδιακά όμως αλλάζουν τακτική, καθώς οι επιθέσεις στρέφονται (κυρίως αλλά όχι αποκλειστικά) στην οικονομική «υποδομή» του καθεστώτος. Σε αυτό τον άξονα αναμένεται να κινηθούν και οι Γάλλοι, σύμφωνα με αναλυτές.
Ήδη την προηγούμενη εβδομάδα το Πεντάγωνο ανακοίνωσε πάνω από 100 επιθέσεις σε στόχους που σχετίζονται με τα πετρέλαια του ISIS (φορτηγά, εγκαταστάσεις και άλλες υποδομές).
Σημειώνεται πάντως ότι το ISIS διαθέτει πρόσβαση και σε κοιτάσματα φυσικού αερίου αλλά και σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Αναλυτές υποστηρίζουν πως η Δύση χρειάζεται να κινηθεί περισσότερο δυναμικά και στον χώρο του διαδικτύου. Ο «κυβερνοπόλεμος» θα μπορούσε να πλήξει σε ένα βαθμό το ISIS, που χρειάζεται το internet για να επικοινωνεί στο εξωτερικό, να προπαγανδίζει τις ιδέες του αλλά και να προβάλλει τις φρικιαστικές εκτελέσεις του.
Για την ώρα, οι ΗΠΑ εξετάζουν την πιθανότητα να ενισχύσουν τις ειδικές δυνάμεις που επιχειρούν στην ευρύτερη περιοχή (Ιράκ-Συρία) αλλά και να εντείνουν τους βομβαρδισμούς. Σε ό,τι αφορά στο τελευταίο, ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι ότι πλέον οι τζιχαντιστές εγκαθιστούν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις κοντά σε «πολιτικούς» στόχους.
Παράλληλα, μερίδα Αμερικανών αξιωματούχων τονίζει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους (και τα δολάριά τους) στις κουρδικές δυνάμεις που αποτελούν μια αξιόμαχη ομοιογενής δύναμη, συγκριτικά με τις σκόρπιες, ανοργάνωτες αντικυβερνητικές ομάδες.
Ξένα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι Ουάσινγκτον και Παρίσι βρίσκονται σε συζητήσεις, με στόχο η Γαλλία να εμπλέξει ειδικές δυνάμεις στο συριακό έδαφος, κάτι όμως που δεν φαίνεται αρκετά πιθανό, μετά τις επιθέσεις στο Μάλι.
Η διπλωματική συμμαχία
Οι επιθέσεις σε Παρίσι και Σινά δημιούργησαν ισχυρές προσδοκίες για τη στενότερη συνεργασία των ΗΠΑ και Ρωσίας στη Συρία. Ωστόσο, το βασικό αγκάθι στις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, που δεν είναι άλλο από τον ρόλο του Μπασάρ Αλ Άσαντ, παραμένει.
Ξένοι αναλυτές εκτιμούν ότι πλέον υπάρχουν μεγαλύτερα περιθώρια συμβιβασμού. Μια λύση που έχει προταθεί είναι η παραμονή του Άσαντ στην εξουσία για ένα μικρό διάστημα και η αποχώρησή του αργότερα.
Ορισμένοι εξ αυτών θεωρούν ότι η Μόσχα θα μπορούσε να φανεί διαλλακτικότερη για το θέμα, αν η Δύση της παραχωρούσε μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων στο μέτωπο της Ουκρανίας.
Το ζήτημα των συμμαχιών παραμένει σε κάθε περίπτωση δισεπίλυτο, καθώς πολλές χώρες του κόλπου στηρίζουν τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις, ενώ η κατάρριψη του ρωσικού SU-24 σίγουρα δεν βοηθά στην αποκλιμάκωση των εντάσεων.