Stratfor: Το μπαλάκι είναι ακόμα στο γήπεδο της Ελλάδας

Τα μεγάλα ρίσκα που κρύβει ένα Grexit για ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα και γιατί η Μέρκελ δείχνει να... τραβάει το σκοινί. Η ακαμψία του Βερολίνου, τα εσωτερικά προβλήματα και το μεγάλο δίλημμα της Καγκελαρίου.

Stratfor: Το μπαλάκι είναι ακόμα στο γήπεδο της Ελλάδας

«Το μπαλάκι είναι τώρα στο γήπεδό τους», είναι μια δήλωση που επαναλαμβάνεται καθ' όλη τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης. Τα μέσα ενημέρωσης γύρισαν το κεφάλι τους μετά το «όχι» που εξασφάλισε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Τώρα τα πλήθη γυρίζουν το κεφάλι προς τους πιστωτές για να δουν ποια θα είναι η απάντησή τους.

Το «όχι» εξασφάλισε το 61% των ελληνικών ψήφων και το κυρίαρχο αφήγημα των μέσων ενημέρωσης είναι ότι αυτό αποτελεί μια καταστροφική οπισθοδρόμηση για την γερμανίδα καγκελάριο. Τώρα η Μέρκελ θα πρέπει να είναι πιο υποχωρητική προς την Ελλάδα για να αποτρέψει την έξοδο της χώρας από την ευρωζώνη και την καταστροφή της κληρονομιάς της. Δεν μπορεί να είναι η καγκελάριος που επέτρεψε να διαλυθεί η ευρωζώνη, σύμφωνα με αυτό το αφήγημα.

Το αφήγημα αυτό είναι αληθές, μέχρις ενός σημείου. Η Γερμανία είναι ο de facto ηγέτης των πιστωτών και το σημαντικότερο κέντρο λήψης αποφάσεων, και θα πρέπει να φοβάται μια έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη για πολλούς λόγους.

Ως έχει, η απόφαση ενός κράτους να ενταχθεί στην ευρωζώνη είναι υποτίθεται ένα μη αναστρέψιμο βήμα. Αν ένα μέλος επιλέξει να φύγει, αυτό φυσικά δεν θα ίσχυε πλέον. Η έξοδος μιας χώρας ανοίγει την οδό διαφυγής και για όλους τους άλλους. Αν και η Ισπανία και σε μικρότερο βαθμό η Ιταλία τα πάνε καλύτερα φέτος απ' ότι το 2014, ωστόσο η πρόοδός τους ενισχύεται από τις χαμηλές τιμές του πετρελαίου και το αδύναμο ευρώ.

Η υποβόσκουσα μακροπρόθεσμη αδυναμία τους παραμένει: υψηλή ανεργία (στο 24% στην Ισπανία) και υψηλό χρέος (132% του ΑΕΠ στην Ιταλία). Όταν ξεθωριάσει η τρέχουσα λάμψη, οι αγορές θα μπορούσαν να βάλουν στο στόχαστρο αυτές τις οικονομίες με μένος, όπως έκαναν και το 2012. Η διαφορά αυτή τη φορά θα είναι πως η συνοχή της νομισματικής ένωσης θα έχει πληγεί σοβαρά από την αποχώρηση της Ελλάδας. Πρόκειται πράγματι για ένα ανησυχητικό σενάριο, και ένα σενάριο που η Μέρκελ επιθυμεί να αποφύγει. Όμως αυτό το αφήγημα δεν λέει ολόκληρη την ιστορία.

Η Γερμανία έχει άλλες ανησυχίες. Είναι το ίδιο απρόθυμη να διαγράψει ή να υποτιμήσει το ελληνικό χρέος για να αποφύγει ένα Grexit. Η απροθυμία αυτή περιορίζει το περιθώριο ελιγμών της Μέρκελ. Αν, μετά από πέντε μήνες παιχνιδιού εντυπώσεων, θεατρινισμών, δημοψηφισμάτων και εμπρηστικών λόγων, ο Τσίπρας κερδίσει την μάχη του, οι συνέπειες θα μπορούσαν να αλλάξουν την ίδια τη δομή της Ευρώπης.

Μια αναδρομή στις ρίζες της Ένωσης εξηγεί γιατί αυτό είναι προβληματικό για το Βερολίνο. Όταν η Γερμανία εντάχθηκε στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση το 1992, το έπραξε έχοντας ορίσει αυστηρές προϋποθέσεις. Η Δυτική Γερμανία για πολύ καιρό βρίσκονταν αντιμέτωπη με τους ευρωπαίους εταίρους της. Όταν η Ανατολική Γερμανία επανενώθηκε με τη Δυτική Γερμανία το 1991, υπήρχαν πολλές πιθανότητες η ενωμένη Γερμανία να αναδυθεί ως η νέα οικονομική υπερδύναμη της νομισματικής ένωσης.

Οι Γερμανοί φοβούνταν οποιονδήποτε διακανονισμό που θα επέτρεπε σε λιγότερο παραγωγικές ευρωπαϊκές χώρες να εκμεταλλευτούν την παραγωγικότητα της Γερμανίας. Ζήτησαν να ενσωματωθούν ισχυροί δημοσιονομικοί κανόνες στη νέα συμφωνία. Στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τέθηκαν αυστηροί περιορισμοί για να αποτραπεί η χρήση της τράπεζας για την αναδιανομή πόρων από ένα κράτος μέλος στο άλλο.

Το λανσάρισμα της ευρωζώνης το 1999 είχε ως αποτέλεσμα μια πιστωτική έκρηξη σε χώρες με αδύναμη πιστωτική ιστορία, διότι τώρα δανείζονταν με γερμανικά επιτόκια. Τα χρέη τους εκτινάχθηκαν, ιδιαίτερα μετά την οικονομική κατάρρευση του 2008. Η Γερμανία έβρισκε αποδεκτή αυτή την κατάσταση, αρκεί οι δανειολήπτες να αποπλήρωναν στο τέλος τα χρέη τους –σημειώνεται πως ένα μεγάλο μέρος της πίστης προέρχονταν από τη Βόρεια Ευρώπη.

Ιδιαίτερα στην ελληνική περίπτωση, το πρόγραμμα διάσωσης μετέφερε αργότερα την έκθεση από τους ιδιώτες πιστωτές (κυρίως τις τράπεζες) σε διάφορα ευρωπαϊκά ταμεία διάσωσης και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, δηλαδή οι Έλληνες πλέον χρωστούν τα χρήματα άμεσα σε άλλες χώρες-μέλη της ευρωζώνης. Αν η Γερμανία υποκύψει στις ελληνικές πιέσεις, τότε η ευρωζώνη θα μπορούσε να γίνει αυτό ακριβώς που πάντα φοβόταν το Βερολίνο.

Η μετάσταση στο δεύτερο σενάριο θα ήταν λιγότερο εμφανής απ' ότι στο πρώτο. Οι αποδόσεις των ισπανικών και ιταλικών ομολόγων μπορεί να μην εκτιναχθούν και μπορεί να μην πραγματοποιηθούν συσκέψεις για αντιμετώπιση της κρίσης. Όμως θα ήταν το ίδιο αληθινή.

Το πρώτο αποτέλεσμα θα μπορούσε να γίνει εμφανές στην Ισπανία, όπου το Podemos –αδελφό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ- συμμετέχει στις εκλογές που θα πραγματοποιηθούν πριν το τέλος του έτους. Τελευταία το Podemos έχει κατεβάσει τους τόνους σε ότι αφορά τις απαιτήσεις του για επαναξιολόγηση του ισπανικού χρέους (97,7% του ΑΕΠ), όμως ένα αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ σίγουρα θα επανέφερε το θέμα στο προσκήνιο. Κόμματα σαν τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ξεπεταχτούν σε άλλες χώρες με υψηλά χρέη, όπως η Πορτογαλία και η Ιταλία, απαιτώντας παρόμοια συμφωνία. Θα είναι δύσκολο να αντισταθούν στο προηγούμενο που θα έχει δημιουργήσει η Ελλάδα.

Ακόμα πιο ανησυχητικό για τη Μέρκελ είναι ότι το σενάριο αυτό κινδυνεύει περισσότερο να μειώσει την δημοφιλία της κυβέρνησής της: ο γερμανικός πληθυσμός είναι εξαιρετικά ευαίσθητος στην όποια εξέλιξη που μοιάζει με ένα βήμα προς μια ένωση μεταβιβάσεων, κάτι που εξηγεί και την βαθιά αντιπάθεια προς την Ελλάδα.

Η άμεση πολιτική πρόκληση μπορεί να περιοριστεί από την άλλη είδηση του περασμένου σαββατοκύριακου, ότι το αντιευρωπαϊκό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία μόλις εξέλεξε ηγέτη που ενδιαφέρεται περισσότερο για το θέμα της μετανάστευσης παρά για τα οικονομικά ζητήματα. Αυτό αμβλύνει κάπως την πίεση. Αν μια ένωση μεταβιβάσεων γίνει πραγματικός κίνδυνος, όμως, η Εναλλακτική για τη Γερμανία θα μπορούσε να πάρει και πάλι τα πάνω της. Εν ολίγοις, η Μέρκελ μπορεί να καταλήξει να σώζει την ευρωζώνη, αλλά με τρόπο που δεν αρμόζει στη Γερμανία.

Έτσι, η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να βαδίσει σε τεντωμένο σκοινί. Αν είναι σκληρή προς την Ελλάδα, υποκύπτοντας στις πιέσεις του γερμανικού λαού και των πιο επιθετικών κυβερνήσεων της Ανατολικής Ευρώπης και της Ισπανίας, η Γερμανία (και η Μέρκελ) θα μπορούσαν να μείνουν στην Ιστορία ως αυτοί που έσπρωξαν την Ελλάδα εκτός ευρωζώνης.

Από την άλλη πλευρά, αν ακούσει την πιο συμφιλιωτική Γαλλία και την Ιταλία, ή ακούσει τα επιχειρήματα του ΔΝΤ για ελάφρυνση του χρέους προκειμένου το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο, κινδυνεύει να βάλει τα θεμέλια για μια μελλοντική Ευρώπη που δεν «κάνει» για τη Γερμανία. Αντιμετωπίζοντας αυτό το δίλημμα, η σοφή κίνηση είναι να επεξεργαστεί την θέση μεταξύ αυτών των σεναρίων και να την τηρήσει. Μια τέτοια θέση θα ήταν θέση που θα βόλευε καλύτερα τη γερμανική γραμμή, θα καθιστούσε πιθανή μια συμφωνία με την Ελλάδα χωρίς να υπονομεύονται τα γερμανικά συμφέροντα.

Και αυτό είναι που βλέπουμε τους τελευταίους πέντε μήνες. Ο Τσίπρας και η κυβέρνησή του έχουν επιχειρήσει διάφορες τακτικές για να αλλάξουν την θέση των πιστωτών, με το δημοψήφισμα να είναι η τελευταία τους τακτική, όμως οι πιστωτές αρνούνται να μετακινηθούν.

Υποθέτοντας πως η έκθεση του ΔΝΤ για το ελληνικό χρέος δεν θα άλλαζε το παιχνίδι, και πως η Γαλλία και η Ιταλία είναι απρόθυμες ή ανήμπορες να ταράξουν τα νερά τόσο ώστε να αλλάξει η στάση της Γερμανίας, τότε η Γερμανία δεν αναμένεται αλλάξει στάση. Έτσι, το μπαλάκι φαίνεται πως βρίσκεται ακόμα στο γήπεδο του Τσίπρα.

Το πρόβλημα για τον Τσίπρα σε αυτόν τον «αγώνα τένις» είναι πως δεν παίζει κατά κάποιου αντιπάλου, αλλά απλώς χτυπάει το μπαλάκι στον τοίχο...

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v