Ανάμεσα σε όλη τη λαϊκιστική ρητορική που εκτόξευσε ο ακροαριστερός ΣΥΡΙΖΑ στη νίκη στις βουλευτικές εκλογές της Ελλάδας, υπάρχει και μια ιδέα που ειδικά η Γερμανία θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπ' όψιν: να αναζωπυρώσει την ανάπτυξη στην ευρωζώνη, δίνοντας στις πιο προβληματικές χώρες δυνατότητα να μειώσουν το βάρος του χρέους τους.
Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ορκίστηκε τη Δευτέρα, από καιρό ζητά ευρωπαϊκή διάσκεψη για το χρέος - μια διάσκεψη στην οποία οι ηγέτες της ευρωζώνης θα μειώσουν τις εξουθενωτικές υποχρεώσεις της Ελλάδας και άλλων οικονομικά προβληματικών χωρών της περιοχής. Σε αντίθεση με το υπόλοιπο πρόγραμμα του κόμματος, αυτή η ιδέα έχει λογική.
Η Ελλάδα έχει ήδη λάβει κάποια ελάφρυνση χρέους, η οποία όμως δεν είναι αρκετή ώστε να καταστήσει βιώσιμη τη δημοσιονομική της θέση. Ο Τσίπρας ζητά διαγραφή περίπου του εντός τρίτου του χρέους.
Υπάρχουν αρκετά ιστορικά προηγούμενα για μείωση αυτής της κλίμακας. Η μία περίπτωση ιδιαίτερα θα πρέπει να θυμίζει κάτι στους Γερμανούς αξιωματούχους, οι οποίοι είναι οι πιο σταθεροί πολέμιοι της ελάφρυνσης χρέους. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οι πιστωτές της Γερμανίας αναγνώρισαν ότι η πλήρης αποπληρωμή του χρέους της θα καθιστούσε την αναβίωσή της πιο δύσκολη και θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει ολόκληρη την Ευρώπη. Το 1953, συμφώνησαν να διαγράψουν περίπου 50% του χρέους της Δυτικής Γερμανίας, και συνέδεσαν το υπόλοιπο με τις οικονομικές επιδόσεις. Οι πιστώτριες χώρες αναγνώρισαν την περίοδο εκείνη πως η ελάφρυνση ήταν προς το δικό τους συμφέρον.
Σήμερα, η Γερμανία είναι η ισχυρότερη πιστώτρια χώρα της ευρωζώνης. Μια παρατεταμένη δημοσιονομική και οικονομική κρίση -σε συνδυασμό με τη δημοσιονομική και ρυθμιστική κακοδιαχείριση από όλες τις πλευρές- έχει οδηγήσει την Ελλάδα και άλλες χώρες σε οικονομική απελπισία. Ανησυχώντας για το πώς μια περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους θα ενθάρρυνε την ασωτία, η Γερμανία αντιτίθεται στις απομειώσεις χρέους και επιμένει στην αυστηρή δημοσιονομική λιτότητα. Τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά. Στην Ελλάδα, ο ένας στους τέσσερις είναι άνεργος και, σύμφωνα με μια εκτίμηση, περίπου το ήμισυ του πληθυσμού βρίσκεται τώρα σε επίπεδο φτώχειας.
Αυτή η στέρηση που επιβλήθηκε δεν βοηθά την ικανότητα της χώρας να αποπληρώσει τα χρέη της, ούτε βοηθά τις οικονομικές προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η βραδεία ανάπτυξη έχει διαβρώσει τα δημοσιονομικά οφέλη της λιτότητας. Παρά την περικοπή δαπανών και την αύξηση φόρων, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και ακόμα και η Γαλλία δεν θα μπορέσουν να μειώσουν τον λόγο του χρέους ως προς το ΑΕΠ τους στο μέγιστο επιτρεπόμενο όριο του 60% στο προβλέψιμο μέλλον.
Η συγχώρεση χρέους που θα συνδέεται με τις αναπτυξιακές οικονομικές μεταρρυθμίσεις θα βοηθούσε. Σε ορισμένες χώρες, το κόστος της εξυπηρέτησης ξεπερνά το 10% των κρατικών δαπανών. Μέρος των χρημάτων αυτών θα μπορούσε να αξιοποιηθεί καλύτερα εάν δαπανούνταν ώστε να μπορέσει να μπει κόσμος και πάλι στην αγορά εργασίας. Τα υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης και η ταχύτερη ανάπτυξη θα έκαναν ευκολότερο για τις κυβερνήσεις να πληρώσουν τις υπόλοιπες υποχρεώσεις τους. Γι' αυτόν τον λόγο, σε συνθήκες τόσο σοβαρές όσο αυτή, το πραγματικό κόστος της ελάφρυνσης χρέους για τους πιστωτές είναι χαμηλό, στη χειρότερη περίπτωση, και σε ορισμένες περιπτώσεις θα μπορούσε ακόμα και να είναι αρνητικό.
Υπάρχουν όμως και άλλα οφέλη - και πάνω απ' όλα η ελάφρυνση των στερήσεων που ήδη έχουν υποστεί οι Έλληνες και άλλοι, και η αποκατάσταση της λαϊκής στήριξης προς το ευρωπαϊκό project. Ως αρχικός μέτοχος στο project αυτό, η Γερμανία έχει να κερδίσει πολλά. Η άρνησή της να εγκρίνει την περαιτέρω ελάφρυνση χρέους είναι οικονομικά βλαβερή και πολιτικά επικίνδυνη. Για το δικό της καλό, θα πρέπει να το ξανασκεφτεί.