Η ταχεία ανατίμηση του ελβετικού νομίσματος σε σχέση με το ευρώ έφερε στην επιφάνεια ένα ακόμη λάθος που έκαναν τα ελληνικά νοικοκυριά σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της περιουσίας τους.
Και μπορεί βέβαια τα δύο μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα να έδωσαν προεκλογικές υποσχέσεις αντιμετώπισης του προβλήματος, ωστόσο θυμίζουμε πως ανάλογες υποσχέσεις είχαν δοθεί (χωρίς αντίκρισμα έως σήμερα) και στους μικροομολογιούχους, πριν από τη διπλή εκλογική αναμέτρηση του 2012.
Η ουσία είναι ότι πέρα από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, πολλά νοικοκυριά σήμερα καλούνται να επωμιστούν και τις λανθασμένες επιλογές που είχαν κάνει στο παρελθόν στον τρόπο διαχείρισης των οικονομικών τους και της περιουσίας τους.
Αμέσως παρακάτω, θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε επτά τέτοια λάθη:
Ελλιπής διασπορά χαρτοφυλακίου: Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό της περιουσίας των Ελλήνων κατευθυνόταν στην αγορά ακινήτων. Η συνεχής άνοδος των τιμών από τη δεκαετία του 1960 και μετά είχε δημιουργήσει την πεποίθηση πως «κανείς στην Ελλάδα δεν θα χάσει αγοράζοντας γη».
Το ξέσπασμα λοιπόν της κρίσης, βρήκε τα περισσότερα νοικοκυριά χωρίς την απαιτούμενη ρευστότητα, σε μια συγκυρία όπου η πώληση ακινήτων ήταν δύσκολη ακόμη και έναντι πολύ χαμηλότερων τιμημάτων.
Αύξηση κινδύνου λόγω μόχλευσης: Και αν μέχρι το 2000 οι Έλληνες τοποθετούσαν έως το 100% των οικονομιών τους στα ακίνητα, από το 2002 έως και το 2008 έφτασαν συχνά να επενδύουν πάνω από το 100% των οικονομιών τους(!), καθώς δανείστηκαν μαζικά από τις τράπεζες.
Έτσι, το ξέσπασμα της κρίσης βρήκε πολλά νοικοκυριά με σημαντικά ανοίγματα προς τις τράπεζες, σε μια περίοδο όπου τα εισοδήματα (άρα και η δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων αυτών) μειώνονταν συνεχώς. Όταν η κρίση οδήγησε -μεταξύ άλλων- και σε υπερφορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, τότε η όλη κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω.
Τοποθέτηση σε επενδύσεις χαμηλής ρευστότητας: Πολλά από τα ακίνητα που είχαν αποκτηθεί από τα νοικοκυριά δεν αποσκοπούσαν σε αξιοποίησή τους στο προσεχές μέλλον (π.χ. οικόπεδα σε απόμακρες περιοχές, ή πανάκριβα σπίτια σε οικισμούς χωρίς ορατές προοπτικές), με αποτέλεσμα η δυσκολία πώλησης ή άλλης αξιοποίησής τους στην τρέχουσα συγκυρία να είναι ακόμη μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της αγοράς.
Δανεισμός σε ξένο νόμισμα: Χαρακτηριστικό επίσης στοιχείο της έλλειψης διαχειριστικής ικανότητας πολλών νοικοκυριών ήταν η λήψη στεγαστικών δανείων σε ελβετικό φράγκο, επειδή τότε το επιτόκιο ήταν χαμηλότερο.
Κανείς άραγε δεν αναρωτήθηκε γιατί συνέβαινε αυτό; Κατάλαβαν τότε τα νοικοκυριά που επέλεξαν τη χαμηλότερη δόση μέσω του ελβετικού φράγκου (επειδή πιθανόν δεν μπορούσαν να πληρώσουν την ακριβότερη του δανείου σε ευρώ) ότι εκτός από τον γενικότερο οικονομικό κίνδυνο που φορτώνονταν λόγω του δανείου, αναλάμβαναν και τον κίνδυνο του συναλλάγματος; Οι τράπεζες (οι οποίες είχαν στη συνέχεια ασφαλίσει το δικό τους συναλλαγματικό κίνδυνο) είχαν ενημερώσει σωστά τα νοικοκυριά;
Υποεκτίμηση κινδύνου: Πολλές φορές, οι Έλληνες επενδυτές παρασύρθηκαν από τις πολύ υψηλές υποσχόμενες αποδόσεις, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα, ή ακόμη και αγνοώντας εντελώς, τον παράγοντα του κινδύνου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων που έγινε σε επίπεδα τιμών κατά 40%, 50%, ή και 70% πιο κάτω από την ονομαστική τους αξία. Δεν απόρησαν κάποιοι για το πώς η (καθόλου φημισμένη για τα... φιλάνθρωπά της αισθήματα) αγορά προσέφερε επιτόκια που προσέγγιζαν ακόμη και το 20%-25%;
Ανάλογη συμπεριφορά είχαμε δει στο παρελθόν και σε προϊόντα της Ασπίς Πρόνοια, τα οποία προσέφεραν αποδόσεις υπερδιπλάσιες του ανταγωνισμού! Ακόμη και σήμερα, οι επενδυτές αυτοί κάνουν κινήσεις με στόχο να αποζημιωθούν από το Εγγυητικό Ταμείο.
Περιορισμένη συνταξιοδοτική αποταμίευση: Ένα ακόμη μεγάλο λάθος των νοικοκυριών -αλλά και των κυβερνήσεων που δεν προώθησαν ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο- ήταν η ουσιαστική απουσία μαζικών επενδύσεων για την εξασφάλιση μιας ικανοποιητικότερης σύνταξης. Οι «γαλαντόμες» κυβερνήσεις έδιναν πολύ εύκολα (ακόμη και από το 40ό έτος...) συντάξεις και λοιπές απολαβές, οι οποίες: α) Χρηματοδοτούνταν από τα ελλείμματα των ταμείων και του κράτους, άρα από δανεικά που τώρα πρέπει να επιστραφούν, β) Δεν μπορούν να θεωρούνται διατηρήσιμες στο μέλλον, γι' αυτό άλλωστε και είδαμε δραματικές περικοπές τους την τελευταία τετραετία.
Στην ουσία, από εδώ και στο εξής, ένα σημαντικό τμήμα των αποταμιεύσεων θα πρέπει να διατηρείται μέσα από διάφορες μορφές (π.χ. ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, επαγγελματικά ταμεία όταν θα εκσυγχρονιστεί το θεσμικό πλαίσιο) για τη μελλοντική τόνωση των εισοδημάτων την περίοδο της τρίτης ηλικίας.
Επένδυση χωρίς στρατηγική και στόχους: Σε ό,τι αφορά τις μετοχές, η συμπεριφορά των Ελλήνων αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα κακής διαχείρισης, με αποτέλεσμα σήμερα η τοποθέτηση στο χρηματιστήριο να θεωρείται από σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού τζόγος.
Σε γενικές γραμμές οι θέσεις των Ελλήνων στο Χρηματιστήριο της Αθήνας ήταν πολύ χαμηλές. Υπήρξαν ωστόσο περίοδοι όπου μέσα σε ένα κερδοσκοπικό κλίμα (π.χ. 1990, 1999-2000, 2007) το ενδιαφέρον φούντωνε κατακόρυφα. Το γεγονός ότι οι περισσότεροι Έλληνες αγόραζαν μετοχές χωρίς γνώση, χωρίς επενδυτική στρατηγική, χωρίς σύστημα, χωρίς καθορισμό χρονικού επενδυτικού ορίζοντα, χωρίς όρια απωλειών (stop loss) και χωρίς το συνυπολογισμό του αντίστοιχου κινδύνου, χωρίς τη συμβουλή επαγγελματιών της αγοράς, τους υποχρέωσε πολύ συχνά σε μεγάλες απώλειες και σε μακροχρόνιο εγκλωβισμό.
Αλλάζει το κλίμα
Στις μέρες μας πάντως, ολοένα και περισσότερο ακούγονται έννοιες όπως ο οικονομικός προγραμματισμός μιας οικογένειας, το προφίλ ενός επενδυτή, ο συσχετισμός του χαρτοφυλακίου του ανάλογα με τα εισοδήματά του, τους μακρόχρονους στόχους του και τις υποχρεώσεις του κ.λπ. Όλα αυτά δείχνουν,πως πέρα από τα «μεγάλα πορτοφόλια», ένας καλός οικογενειακός επενδυτικός σύμβουλος είναι χρήσιμος σε πολλές περιπτώσεις και για τα νοικοκυριά με μικρομεσαίο εισόδημα και περιορισμένο πλούτο.
Η θέση των επαγγελματιών της αγοράς είναι πως μεγάλο ζητούμενο για έναν επενδυτή είναι να ανακαλύψει το προφίλ του και να επενδύει με συνέπεια βάσει του συγκεκριμένου προφίλ που του ταιριάζει.
Σε γενικές γραμμές, ένας επενδυτής εντάσσεται στο επιθετικό προφίλ όσο περισσότερο κίνδυνο είναι διατεθειμένος να αναλάβει, όσο μεγαλύτερη ρευστότητα διαθέτει, όσο καλύτερος γνώστης των αγορών είναι, όσο μακρύτερο επενδυτικό ορίζοντα επιλέγει και όσο μικρότερο ποσοστό των αποταμιεύσεών του τοποθετεί στη συγκεκριμένη επένδυση.