Tα μέτρα λιτότητας που εφάρμοσε η Ελλάδα είχαν δυσανάλογα μεγάλο αντίκτυπο στο φτωχότερο 10% των πολιτών, διαπιστώνει έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με τίτλο "Δημοσιονομική πολιτική και εισοδηματική ανισότητα".
Οι ερευνητές του Ταμείου υποστηρίζουν πως αν και το ελληνικό πρόγραμμα βασίστηκε σε προοδευτικές περικοπές και φόρους που μετέφεραν το μεγαλύτερο βάρος της προσαρμογής στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα, το κόστος για το πιο φτωχό 10% των πολιτών ήταν δυσανάλογα μεγαλύτερο σε σχέση με τα μεσαία εισοδήματα.
Επιπλέον οι απώλειες στο διαθέσιμο εισόδημα για την κατηγορία αυτή του πληθυσμού ήταν μεγαλύτερες από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα που εφάρμοσε μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής.
Στην Ελλάδα το διαθέσιμο εισόδημα του πιο φτωχού 10% μειώθηκε πάνω από 15%, όταν στην Πορτογαλία και στην Ισπανία υποχώρησε λίγο πάνω από 5% και στην Ιταλία αρκετά κάτω από 5%.
Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, οι αυξήσεις στον φόρο εισοδήματος έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο πρόγραμμα της Ελλάδας, ενώ μεγάλες ήταν και οι περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Η έκθεση τονίζει ότι το μέτρο για τη μείωση του αφορολόγητου στα 5.000 από τα 12.000 ευρώ είχε μεγαλύτερο κόστος για το πιο φτωχό 10%.
Σημαντικές ήταν οι αυξήσεις στον φόρο εισοδήματος και στην Ισπανία, όπου υπήρξαν επίσης και μεγάλες περικοπές στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων. Ωστόσο εκεί οι αυξήσεις στον ΦΠΑ είχαν μεγαλύτερο βάρος στην προσαρμογή.
Η δημοσιονομική προσαρμογή στην Πορτογαλία βασίστηκε περισσότερο στις περικοπές των συντάξεων και σε επιδόματα, ενώ υπήρξαν και σημαντικές μειώσεις σε μισθούς δημοσιών υπαλλήλων. Οι επιπτώσεις από την αύξηση του ΦΠΑ ήταν περιορισμένες, ενώ ελάχιστο βάρος δόθηκε στις αυξήσεις στον φόρο εισοδήματος.
Η Ιταλία ακολούθησε ένα πιο ισορροπημένο μίγμα μέτρων, κατανέμοντας την προσαρμογή μεταξύ της αύξησης του ΦΠΑ και του φόρου εισοδήματος και των περικοπών σε μισθούς και συντάξεις του δημοσίου
Δημοσιονομική προσαρμογή και ανισότητα
Η έκθεση του ΔΝΤ επισημαίνει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή έχει αντίκτυπο στην εισοδηματική ανισότητα μέσω της επίδρασης στη διανομή του εισοδήματος.
Τα μέτρα προσαρμογής οδηγούν βραχυπρόθεσμα σε μείωση της απασχόλησης και της παραγωγής, γεγονός που πλήττει τα χαμηλότερα εισοδήματα. Παράλληλα, η αύξηση της ανεργίας αυξάνει τη μισθολογική ανισότητα, καθώς οι μισθοί των ανειδίκευτων εργαζομένων υποχωρούν σε σχέση με τους μισθούς των εξειδικευμένων. Η διάρκεια και η έκταση των επιπτώσεων εξαρτώνται από το μέγεθος των αυτόματων σταθεροποιητών, καθώς και από την αντίδραση της ανάπτυξης και το πώς θα επηρεάσει την απασχόληση. Αν οι πολλαπλασιαστές είναι ιδιαίτερα υψηλοί κατά τη διάρκεια της ύφεσης, η δημοσιονομική προσαρμογή μπορεί να έχει ισχυρό αντίκτυπο στην απασχόληση.
Η σύνθεση και ο ρυθμός της δημοσιονομικής προσαρμογής μπορούν να επηρεάσουν την επίδραση στην ανισότητα. Η προσαρμογή επηρεάζει το επίπεδο και τη σύνθεση των φόρων και των δαπανών, άρα και το διαθέσιμο εισόδημα.
Με βάση τα συμπεράσματα της έκθεσης, η εισοδηματική ανισότητα τείνει να αυξάνει όταν η δημοσιονομική προσαρμογή βασίζεται στην αύξηση της αντιστρόφως προοδευτικής φορολόγησης (regressive). Επίσης, τα προγράμματα προσαρμογής που βασίζονται στις περικοπές δαπανών ενισχύουν περισσότερο την ανισότητα από αυτά που βασίζονται στην άντληση εσόδων.
Η ανάλυση των ερευνητών του ΔΝΤ σε χώρες που εφάρμοσαν πρόσφατα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής δείχνει πως οι κυβερνήσεις μπορούν να μειώσουν τις επιπτώσεις στην ανισότητα αν σχεδιάσουν ένα κατάλληλο μίγμα μέτρων.
Kατά τη διάρκεια της προσαρμογής, οι κυβερνήσεις πρέπει να προστατέψουν τις πιο προοδευτικές και αποτελεσματικές δαπάνες και να εξειδικεύσουν τη στόχευση των μέτρων. Η μείωση των αμυντικών δαπανών και των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων μπορεί να περιορίσει την ανάγκη για περικοπές σε κοινωνικές παροχές. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με την εφαρμογή προοδευτικών εισπρακτικών μέτρων, αν και η επιλογή αυτή προϋποθέτει να μην είναι ήδη πολύ υψηλοί οι φόροι.
Παράλληλα, οι κυβερνήσεις μπορούν να εξετάσουν προοδευτικά φορολογικά μέτρα, όπως η μείωση των αντιστρόφως προοδευτικών φορολογικών εξόδων και η αύξηση των φόρων για τον πλούτο και την περιουσία.
Τέλος, η επέκταση των προγραμμάτων για την απασχόληση, όπως η στήριξη στην αναζήτηση εργασίας, η επιδότηση μέρους του μισθού και η εργασιακή εκπαίδευση, μπορεί να επιταχύνει την πτώση της ανεργίας καθώς επιστρέφει σε ρυθμούς ανάπτυξης η οικονομία.