Το χάσμα μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνώμενων στην Ε.Ε. δεν θα κλείσει σύντομα, καθώς η ανεργία θα παραμείνει στο άμεσο μέλλον σε αρκετά υψηλά επίπεδα στα περισσότερα κράτη μέλη. Η θέση των κυρίαρχων ελίτ αποδυναμώνεται, αλλά οι αντισυστημικές ομάδες που επιδιώκουν να τις αντικαταστήσουν δεν είναι αρκετά ισχυρές για να πάρουν την εξουσία.
Οι ομάδες διαμαρτυρίας κερδίζουν έδαφος σε όλη την Ευρώπη, όμως οι περισσότερες δεν διαθέτουν την απαιτούμενη οργάνωση για να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην πολιτική σκηνή. Αυτήν τη στιγμή, ένα από τα βασικά ζήτημα στην Ευρώπη είναι κατά πόσον οι παραδοσιακοί θεσμοί αντιπροσώπευσης θα καταφέρουν να απορροφήσουν την κοινωνική δυσαρέσκεια.
Μία από τις πιο σημαντικές επιπτώσεις της ευρωπαϊκής κρίσης είναι το χάσμα που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των ψηφοφόρων και των πολιτικών και οικονομικών ελίτ. Με την εξέλιξη της κρίσης χρέους σε μια κρίση ανεργίας, στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης υποχώρησε δραματικά η δημόσια στήριξη για τις παραδοσιακές ελίτ στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Στο εσωτερικό, οι πολιτικοί, οι τραπεζίτες, ακόμα και οι συνδικαλιστές και οι επιχειρηματίες αντιμετωπίζονται ως μέρος του προβλήματος. Στο εξωτερικό, οι γραφειοκράτες της Ε.Ε. και οι ξένες κυβερνήσεις, κυρίως το Βερολίνο, φαίνονται αποκομμένες από τις χώρες που έχουν πληγεί από την κρίση.
Η απορρέουσα δυσαρέσκεια έχει προκαλέσει μια σημαντική εξέλιξη που το Stratfor παρακολουθεί εδώ και καιρό: την άνοδο αντισυστημικών κομμάτων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κόμματα αυτά έχουν εθνικιστικές και ευρωσκεπτικιστικές τάσεις. Κάποια από αυτά απορρίπτουν ανοιχτά την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, υπηρεσιών και πολιτών εντός της Ε.Ε. Κόμματα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους όπως το Εθνικό Μέτωπο της Γαλλίας και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων της Ιταλίας ανήκουν σε αυτήν την ευρύτερη ομάδα των αντισυστημικών δυνάμεων. Στην Ελλάδα, το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής αντιπροσωπεύει μια πιο ακραία εκδοχή.
Τα εργατικά συνδικάτα αποτελούν σημαντικούς παράγοντες άσκησης πολιτικής στα περισσότερα μέλη της ευρωζώνης, με τη διοργάνωση διαδηλώσεων κατά των μέτρων λιτότητας και την άσκηση πιέσεων για τη χαλάρωση ορισμένων μεταρρυθμίσεων. Αρκετές χώρες στην ευρωζώνη έχουν εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στο ασφαλιστικό σύστημα από τότε που ξέσπασε η κρίση και τα σωματεία έχουν προσπαθήσει να επηρεάσουν τη διαδικασία, άλλοτε με περισσότερη και άλλοτε με λιγότερη επιτυχία. Οι γενικές απεργίες και οι διαδηλώσεις είναι πλέον καθημερινά φαινόμενα, ειδικά στις χώρες της περιφέρειας.
Πώς επιβιώνει το κατεστημένο
Ωστόσο, τα πολιτικά κόμματα και τα εργατικά συνδικάτα δεν μπορούν να επιτύχουν περισσότερα όσον αφορά τη συγκράτηση της κοινωνικής δυσαρέσκειας. Τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα έχουν απαξιωθεί στις περισσότερες χώρες, αλλά όχι τόσο ώστε να παραγκωνιστούν από τους αντισυστημικούς αντιπάλους τους. Μια σειρά από παράγοντες εξηγούν το φαινόμενο αυτό.
Πρώτον, αν και τα αντισυστημικά κόμματα γίνονται πιο δημοφιλή, δεν θεωρούνται βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις. Ακόμα και σχετικά επιτυχημένες οργανώσεις όπως αυτή του Εθνικού Μετώπου ή του ολλανδικού Κόμματος της Ελευθερίας αγωνίζονται να γίνουν αποδεκτές ως συμβατικά κόμματα. Όσο και αν φαίνεται περίεργο, η ευρύτερη αποδοχή μπορεί να υπονομεύσει την ισχύ τους. Συνήθως νιώθουν πιο άνετα όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση. Η πραγματική εξουσία συνεπάγεται και ανάληψη ευθυνών και σημαντικούς περιορισμούς και δεν είναι όλα τα κόμματα έτοιμα γι' αυτήν τη μετάβαση. Μετά την αναπάντεχη επιτυχία στις ιταλικές βουλευτικές εκλογές του 2013, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων αντιμετωπίζει διάφορες εσωτερικές συγκρούσεις που έχουν πλήξει τη δημοτικότητά του. Οι έριδες αυτές απορρέουν από την ανεπαρκή οργάνωση και κυρίως από τη συμμετοχή στο κοινοβούλιο, γεγονός που απαιτεί τη λήψη δυσάρεστων αποφάσεων.
Δεύτερον, τα αντισυστημικά κόμματα λειτουργούν ορισμένες φορές σε εκλογικά συστήματα που έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε να περιορίζουν τη δημοτικότητά τους. Αυτό ισχύει στη Γαλλία, όπου το σύστημα με τους δύο εκλογικούς γύρους περιορίζει τις πιθανότητες των μικρότερων κομμάτων να αποκτήσουν πρόσβαση στην εξουσία. Το σύστημα «ο νικητής τα παίρνει όλα» στο Ηνωμένο Βασίλειο εξυπηρετεί αντίστοιχο σκοπό. Ως εκ τούτου, κόμματα όπως το Εθνικό Μέτωπο και το Κόμμα της Ανεξαρτησίας στη Βρετανία υποεκπροσωπούνται στα εθνικά τους κοινοβούλια.
Σε άλλες χώρες όπου ισχύει η απλή αναλογική, όπως στην Ιταλία, είναι πολύ πιο εύκολο για τα μικρότερα κόμματα να αποκτήσουν πρόσβαση στο κοινοβούλιο. Ακόμα και έτσι αυτά αναγκάζονται συχνά να αντιμετωπίσουν στρατηγικές συμμαχίες μεταξύ των παραδοσιακών δυνάμεων, οι οποίες δεν επιθυμούν να συνεργαστούν με τους νεοεισερχόμενους. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το καλύτερο σενάριο για τα αντισυστημικά κόμματα είναι οι κυβερνήσεις μειοψηφίας, στις οποίες μπορούν να προωθήσουν τις εθνικιστικές τους ατζέντες, με αντάλλαγμα τη στήριξη μιας εύθραυστης κυβέρνησης. Αυτό συνέβη στην Ολλανδία, όπου το Κόμμα της Ελευθερίας προσέφερε στήριξη για τον συνασπισμό μειοψηφίας, και στη Βουλγαρία, όπου το εθνικιστικό Ατάκα στηρίζει τη σημερινή κυβέρνηση.
Τα εργατικά συνδικάτα δεν τα καταφέρνουν και πολύ καλύτερα. Ο συνδικαλισμός βρίσκεται σε σταθερά πτωτική πορεία στην Ευρώπη τις τρεις τελευταίες δεκαετίες. Τα εργατικά συνδικάτα έχουν ισχυρό πολιτικό ρόλο σε χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία, γιατί αντιπροσωπεύονται στα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών, οργανώνουν με επιτυχία απεργίες και συχνά έχουν καλές διασυνδέσεις με τα μεγάλα κόμματα. Ωστόσο, η δύναμή τους έχει εξασθενήσει. Εκτός από τη μείωση του αριθμού των μελών τους, τα συνδικάτα δεν είναι δημοφιλή γιατί αντιμετωπίζονται ως εκπρόσωποι συγκεκριμένων συμφερόντων. Η ευρωπαϊκή κρίση έχει οξύνει περισσότερο το πρόβλημα αυτό. Τα συνδικάτα τείνουν να εκπροσωπούν ανθρώπους που έχουν δουλειές. Επειδή εκατομμύρια Ευρωπαίοι έχουν μείνει άνεργοι από τότε που ξέσπασε η κρίση, τα περισσότερα συνδικάτα εκπροσωπούν μόνο όσους βρίσκονται στα περιθώρια του συστήματος.
Κινήματα Πολιτών
Η πτώση της δημοτικότητας των κομμάτων, οι εκλογικές και θεσμικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα αντισυστημικά κόμματα και η ανεπαρκής αντιπροσώπευση από τα εργατικά συνδικάτα εξηγούν και μια άλλη πτυχή της ευρωπαϊκής κρίσης: την άνοδο των κινημάτων πολιτών, ανθρώπων που συνασπίζονται για να υπερασπιστούν συγκεκριμένα συμφέροντα ή για να επιτύχουν συγκεκριμένους στόχους. Μια τέτοια ομάδα είναι και η Πλατφόρμα των Πληγέντων από Υποθήκες, η οποία δημιουργήθηκε για να καταπολεμήσει τις εξώσεις στην Ισπανία. Αρχικά ο στόχος της ήταν να μεταμορφώσει τον ισπανικό νόμο, αλλά τελικά ανέπτυξε δεσμούς με άλλα κινήματα, όπως το 15-Μ, μια ομάδα νέων που το 2011 τάχθηκε κατά της κυβέρνησης του πρώην πρωθυπουργού Χοσέ Λουίς Θαπατέρο.
Το κίνημα των «κόκκινων σκούφων» στη Γαλλία είναι πιο δύσκολο να περιγραφεί. Συνδυάζοντας στοιχεία από διαφορετικούς χώρους, από την κεντροαριστερά και την κεντροδεξιά, από συνδικαλιστές και επιχειρηματίες, οι κόκκινοι σκούφοι αναδύθηκαν στη Βρετάνη, μια περιοχή στη βορειοδυτική Γαλλία, για να διαμαρτυρηθούν στον «οικολογικό φόρο» στα φορτηγά. Το όνομα του κινήματος προέρχεται από τις διαμαρτυρίες αγροτών τον 17ο αιώνα, καταδεικνύοντας τη σχέση του με την τοπική ιστορία και ταυτότητα. Ωστόσο, η κατάργηση του «οικολογικού φόρου» είναι το μοναδικό ζήτημα που συνδέει τα διαφορετικά στοιχεία του κινήματος.
Η ανάδυση των κόκκινων σκούφων αντιπροσωπεύει μια γενικευμένη οργή ενάντια στη γαλλική κυβέρνηση, μια οργή που δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο με ιδεολογικές ή κοινωνικές διακρίσεις. Λίγες μέρες μετά τις διαμαρτυρίες στη Βρετάνη, διάφοροι υποστηρικτές ακροδεξιών κομμάτων αποδοκίμασαν στο Παρίσι τον Φρανσουά Ολάντ φορώντας κόκκινους σκούφους, γεγονός που δείχνει ότι οι κόκκινοι σκούφοι δεν συμβολίζουν μόνο ένα κίνημα κατά του «οικολογικού φόρου».
Αν ο στόχος των κινημάτων αυτών είναι να έχουν ισχυρό πολιτικό αντίκτυπο στις χώρες τους (κάτι που δεν ισχύει πάντοτε), θα δυσκολευτούν να τον επιτύχουν. Τις περισσότερες φορές δεν έχουν την απαραίτητα συνοχή, δομή και χρηματοδότηση για να επιβιώσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε να επηρεάσουν τα πολιτικά συστήματα των χωρών τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις εξαφανίζονται μόλις επιτύχουν τους αρχικούς τους στόχους. Σε άλλες, εξαφανίζονται νωρίτερα.
Τα μεγάλα κόμματα έχουν μεγάλο πλεονέκτημα στη χρηματοδότηση, τις δομές και την εμπειρία, γεγονός που εξηγεί την πρωτοκαθεδρία τους παρά τo χάσμα που χωρίζει την κυρίαρχη ελίτ από τους ψηφοφόρους της. Αν οι σημερινές ελίτ επιβιώσουν από την κρίση, θα αντιμετωπίσουν προκλήσεις από τα κινήματα πολιτών και τα αντισυστημικά κόμματα στο μέλλον. Ως εκ τούτου, θα προσπαθήσουν να συνδυάσουν τις πολιτικές τους με αυτές των μικρότερων κομμάτων, σε μια προσπάθεια να ικανοποιήσουν τους ψηφοφόρους.
Αν συμβεί αυτό, θα υπονομεύσει τις προσπάθειες για ευρωπαϊκή ενοποίηση.