Καθώς η Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι το μεγαλύτερο διεθνές ισλαμικό κίνημα, η ανατροπή της αιγυπτιακής κυβέρνησης, της οποίας ηγούνταν η Αδελφότητα φέρνει επιπλοκές στον ευρύτερο αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο.
Το στρατιωτικό πραξικόπημα, το οποίο έλαβε χώρα μετά από μέρες μαζικών διαδηλώσεων στους δρόμους της Αιγύπτου, θα διαμορφώσει τη συμπεριφορά των οργανισμών της Αδελφότητας και των αντιπάλων τους σε όλη την περιοχή. Αν και αυτές οι ισλαμικές ομάδες, που από καιρό προσπαθούν να εδραιώσουν ένα ισλαμικό κράτος μέσω δημοκρατικών πολιτικών διαδικασιών, θα αναγκαστούν να μετριάσουν ακόμα περισσότερο τις ιδεολογικές τους ατζέντες, πολλοί που μόλις πρόσφατα μπήκαν στο κύριο πολιτικό ρεύμα (σαλαφιστές) ή βρίσκονται στη διαδικασία να ενταχθούν (οι Ταλιμπάν του Αφγανιστάν) θα δουν την εμπειρία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Αίγυπτο ως αιτιολόγηση για τον ένοπλο αγώνα τους.
Η πτώση από την εξουσία στην Αίγυπτο της «μητρικής» οργάνωσης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δημιουργεί εμπόδια για τα επίσημα παρακλάδια της και για τις οργανώσεις που μοιράζονται τις ιδέες της Αδελφότητας σε όλη τη Μέση Ανατολή. Οι πιο επιφανείς από αυτές τις ομάδες είναι η Χαμάς, οι κλάδοι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στη Συρία και στην Ιορδανία, το κυβερνών κόμμα της Τυνησίας Εναχντα και το κυβερνών κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης στο Μαρόκο. Η κάθε ομάδα θα επηρεαστεί ανάλογα με τις συγκεκριμένες γεωπολιτικές συνθήκες στην περιοχή της.
Δεδομένης της εγγύτητας της Γάζας στην Αίγυπτο και του ρόλου που παίζει το Κάιρο στις σχέσεις Ισραηλινών-Παλαιστινίων, η Χαμάς θα επηρεαστεί άμεσα. Η Χαμάς και το σύμπλεγμα στρατού-υπηρεσιών πληροφοριών της Αιγύπτου συντονίζονται εδώ και χρόνια, πριν καν γίνει πρόεδρος ο Μοχάμεντ Μόρσι. Μάλιστα, η Χαμάς είχε στενή σχέση εργασίας με το καθεστώς του πρώην προέδρου Χοσνί Μουμπάρακ, όταν το Κάιρο προσπαθούσε να υποτάξει την Αιγυπτιακή Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Το κίνημα των Παλαιστίνιων Ισλαμιστών πάντα γνώριζε ότι θα χρειαστεί καιρός προτού αποκτήσει κάποιο σημαντικό πλεονέκτημα από την άνοδο στην εξουσία της Αδελφότητας, διότι το αιγυπτιακό κίνημα χρειαζόταν πολύ καιρό για να εδραιωθεί στο Κάιρο. Αντιστρόφως, η κυβέρνηση της Αδελφότητας πρόκρινε τις Συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ έναντι της δέσμευσή της στους Παλαιστίνιους συμμάχους, όπως φάνηκε και από τον τελευταίο πόλεμο μεταξύ Ισραήλ και Γάζας. Για τον λόγο αυτό, η Χαμάς εξέδωσε ανακοίνωση στις 4 Ιουλίου στην οποία απέφυγε να δώσει στήριξη στην Αδελφότητα και δήλωνε ότι θα συνεργαστεί με οποιονδήποτε τεθεί επικεφαλής της Αιγύπτου.
Η Αδελφότητα στη Συρία και στην Ιορδανία
Ακόμα και πριν από την απομάκρυνση του Μόρσι, ο κλάδος της Αδελφότητας στη Συρία δεν τα πήγαινε καλά λόγω του εμφυλίου στη χώρα. Ως πολιτική οντότητα της οποίας η ένοπλη εξέγερση κατά του κράτους –στο οποίο κυριαρχούν οι αλαουίτες- τη δεκαετία του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980 απέτυχε, η Συριακή Αδελφότητα είχε στην καλύτερη περίπτωση μια αφανή παρουσία. Η ταχεία εξέλιξη των ειρηνικών διαδηλώσεων στη Συρία σε εμφύλιο πόλεμο έδωσε τη δυνατότητα στους ανταγωνιστές να ξεπεράσουν τη Συριακή Αδελφότητα, η οποία πλέον είναι «παγιδευμένη» μεταξύ περισσότερων ομάδων σαλαφιστών και τζιχαντιστών, καθώς και του πιο κοσμικού Ελεύθερου Συριακού Στρατού.
Η Συριακή Αδελφότητα ήλπιζε πως, καθώς ο κόσμος ανησυχούσε με την κυριαρχία των πιο ριζοσπαστών ισλαμιστών στο μέτωπο της εξέγερσης στη Συρία, θα μπορούσε να προωθηθεί ως μια μετριοπαθής εναλλακτική έναντι των τζιχαντιστών και πως θα έχει κάποια στήριξη από την κυβέρνηση της Αιγύπτου στην οποία κυριαρχούσε η Μουσουλμανική Αδελφότητα. Όμως, με τη λαϊκή εξέγερση στην Αίγυπτο κατά της Αδελφότητας και με το στρατιωτικό πραξικόπημα που ακολούθησε η κατάσταση έχει γίνει πιο περίπλοκη.
Το καθεστώς του αλ Άσαντ μπορεί τώρα να ισχυριστεί ότι εάν η Μουσουλμανική Αδελφότητα δεν μπόρεσε να λειτουργήσει εντός ενός δημοκρατικού πλαισίου στην Αίγυπτο τότε δεν μπορούν να είναι εμπιστοσύνης ούτε οι πιο ακραίοι ισλαμιστές που εμπλέκονται στις ένοπλες συγκρούσεις στη Συρία. Η Αδελφότητα της Συρίας μπορεί ακόμα να παρουσιαστεί ως μια μετριοπαθής εναλλακτική έναντι των τζιχαντιστών, αν και αυτό από μόνο του δεν δείχνει ότι η ομάδα έχει επιρροή στον λαό της Συρίας.
Η Αδελφότητα της Ιορδανίας ήλπιζε ότι η εξουσία που δόθηκε στον αιγυπτιακό κλάδο και η κατάρρευση του καθεστώτος της Συρίας θα έδινε στο κίνημα τη δυναμική ώστε να αναγκάσει το Αμμάν να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που θα του έδιναν τη δυνατότητα να σχηματίσει πλειοψηφία στη βουλή και να κυριαρχήσει στο υπουργικό συμβούλιο. Η πτώση του Μόρσι ήρθε ως ανακούφιση στη μοναρχία των χασεμιτών και ως πλήγμα στην Αδελφότητα της Ιορδανίας, η οποία θα δυσκολευθεί περισσότερο να διευρύνει την επιρροή της. Αν μη τι άλλο, το πραξικόπημα στην Αίγυπτο θα υπερτονίσει τις εσωτερικές διαφορές μεταξύ των υπερσυντηρητικών και των μετριοπαθών φραξιών εντός της Ιορδανικής Αδελφότητας.
Τα ισλαμικά κινήματα στη Βόρεια Αφρική
Το ισλαμικό κόμμα Εναχντα της Τυνησίας, το οποίο ηγείται της ενδιάμεσης κυβέρνησης συνασπισμού με δύο κοσμικά κόμματα, ήταν πολύ πιο επιτυχημένο από την Αιγυπτιακή Αδελφότητα. Αυτό οφείλεται πρωτίστως στη συμφωνία για επιμερισμό της εξουσίας μεταξύ ισλαμιστών-κοσμικών, η οποία χαρακτηρίζεται από την ομοιότητα του Εναχντα με το ισλαμικό Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης της Τουρκίας, και όχι της Αδελφότητας. Το Εναχντα επιδιώκει τον στόχο ενός κοσμικού κράτους που δεν βασίζεται στην αυστηρή εφαρμογή της σαρίας.
Ωστόσο, το Εναχντα και οι κοσμικοί εταίροι του δεν έχουν καταφέρει να καταρτίσουν ένα νέο σύνταγμα. Επιπλέον, οι προσωρινές Αρχές έχουν να αντιμετωπίσουν οικονομικά ζητήματα αλλά και την άνοδο των δυνάμεων των σαλαφιστών που πιέζουν για αυστηρή εφαρμογή της σαρίας. Από πολλές πλευρές, η άνοδος των σαλαφιστών στην Τυνησία έχει βοηθήσει το Εναχντα διότι η ομάδα έχει καταφέρει να εμφανίζεται ως η μετριοπαθής εναλλακτική των οργανώσεων των σαλαφιστών, οι περισσότερες εκ των οποίων είτε είναι ομάδες εκδικητών είτε εμπλέκονται στον ένοπλο αγώνα.
Αυτό διαφέρει πολύ από την Αίγυπτο, όπου το μεγαλύτερο κίνημα σαλαφιστών, το Χιζμπ αλ-Νουρ, έχει ταχθεί κατά της Αδελφότητας και έχει συνταχθεί με τους μη ισλαμιστές αντιπάλους της. Επιπλέον, σε αντίθεση με την Αίγυπτο, ο στρατός της Τυνησίας δεν έχει ούτε ιστορικό ελέγχου των πολιτικών ενεργειών, ούτε και την ικανότητα να το πράξει. Έτσι, ακόμα και αν οι προσπάθειες για δημιουργία μιας τυνησιακής εκδοχής του κινήματος Ταμαρόντ –το οποίο βοήθησε στην ανατροπή της κυβέρνησης Μόρσι- αποκτήσουν δυναμική, δεν υπάρχει κάποια ανώτερη δύναμη τέτοια ώστε το κίνημα να μπορέσει να στραφεί σε αυτήν για να εκπληρώσει τις επιθυμίες του. Το γεγονός ότι ο κοσμικός πρόεδρος της Τυνησίας, Μονσέφ Μαρζουκί, καταδίκασε τον αιγυπτιακό στρατό για τη βίαιη απομάκρυνση του Μόρσι από την εξουσία δείχνει πόσο διαφορετική είναι η κατάσταση που επικρατεί στην Τυνησία από αυτήν της Αιγύπτου.
Στη δυτική πλευρά της Βόρειας Αφρικής, στο Μαρόκο, όπου της κυβέρνησης ηγούνται οι ισλαμιστές, είναι το λιγότερο πιθανό να υπάρξει επιρροή από την πτώση της Αδελφότητας. Πρώτον, η μοναρχία του Μαρόκου προσφάτως ανάγκασε τους εταίρους του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης να συμφιλιωθούν με το κίνημα προκειμένου να αποτρέψουν μια κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού, που σχηματίστηκε λίγο μετά το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης. Δεύτερον, το κράτος αυτό της Βόρειας Αφρικής ανησυχεί για το πιο σκληροπυρηνικό ισλαμικό κίνημα, το αλ Αντλ ουά αλ Ιχσάν, το οποίο απορρίπτει τη μοναρχία και έχει αξιοπρόσεκτη υποστήριξη στη χώρα.
Τέλος, υπάρχει ένα έντονο σαλαφικό και τζιχαντικό ρεύμα εντός της χώρας, που διατηρεί την αξία του κυβερνώντος ισλαμικού κόμματος για τη μοναρχία.
Σαλαφιστές, τζιχαντιστές και το πολιτικό κατεστημένο
Η Αραβική Άνοιξη έφερε στο προσκήνιο μια σειρά υπερσυντηρητικών ισλαμικών δυνάμεων που μέχρι τώρα απορρίπτουν τη δημοκρατία ως αντιισλαμική. Οι περισσότερες από αυτές είναι σαλαφικές και ορισμένες πρώην τζιχαντικές. Ορισμένες από αυτές τις ακραίες ισλαμικές δυνάμεις είναι πιθανόν να δουν τη μοίρα της Αιγυπτιακής Μουσουλμανικής Αδελφότητας και να αποθαρρυνθούν –το λιγότερο- από την κυρίαρχη πολιτική. Εάν η Αδελφότητα, που είναι πολύ πιο ήπια από αυτούς, δεν έγινε ανεκτή και εκδιώχθηκε με στρατιωτικό πραξικόπημα, τότε αυτές οι ομάδες πρέπει να εξετάσουν τις προοπτικές τους, δεδομένου ότι έχουν πιο αυστηρή άποψη για τη σαρία.
Βέβαια, δεν θα στραφούν αυτομάτως στην ένοπλη σύγκρουση όλες αυτές οι ομάδες. Για παράδειγμα, το κόμμα αλ-Νουρ της Αιγύπτου, που είναι πιο συντηρητικό από την Αδελφότητα, συμμαχεί με τους μη ισλαμιστές κατά της Αδελφότητας. Αυτό έχει να κάνει εν μέρει με την επιθυμία του αλ-Νουρ να αντικαταστήσει την Αδελφότητα ως το κυριότερο ισλαμικό κίνημα της Αιγύπτου. Όμως, το αλ-Νουρ είναι επίσης μια μοναδική περίπτωση από την άποψη ότι είναι το πολιτικό σκέλος του αλ-Νταουά αλ-Σαλαφίγια, που, μέχρι τις πρώτες ημέρες της εξέγερσης κατά του Μουμπάρακ, ήταν μια απολιτική ομάδα. Μάλιστα, είχε ταχθεί κατά των διαδηλώσεων εναντίον του Μουμπάρακ από την αρχή και έτσι είναι απίθανο να καταφύγει σε ακραία μέτρα λόγω της εμπειρίας της Αδελφότητας.
Όμως, υπάρχουν πολλοί άλλοι σαλαφιστές και πρώην τζιχαντιστές που μπορεί να αναμένεται ότι θα αποφασίσουν πως η συμμετοχή στη δημοκρατική πολιτική δεν... αποδίδει. Αυτό δεν ισχύει απαραίτητα για ολόκληρες ομάδες, όπως είναι οι διάφορες φράξιες των σαλαφιστών ή οι δύο πρώην τζιχαντικές στρατιωτικές μονάδες, Τζαμά αλ Ισλαμίγια και Ταντχίμ αλ Τζιχάντ. Οι δύο αυτές ομάδες αποκήρυξαν τη βία χρόνια πριν από το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης, ακόμα και πριν από τις επιθέσεις της 11η Σεπτεμβρίου. Όμως, στοιχεία εντός των ομάδων αυτών θα μπορούσαν να επιστρέψουν στους «παλιούς τρόπους».
Αλλού στην περιοχή, όπως για παράδειγμα στη Λιβύη, στη Γάζα και στην Υεμένη, υπάρχουν ένοπλες ομάδες –πολλές από τις οποίες αποτελούνται από ακραίους ισλαμιστές και δεν είναι προσηλωμένες ούτε στον ένοπλο αγώνα αλλά ούτε και στη δημοκρατική πολιτική. Αυτές οι ομάδες έχουν ήδη την εντύπωση ότι μπορούν να κερδίσουν περισσότερα με τις σφαίρες παρά με τις κάλπες. Η κατάρρευση του Μόρσι θα ενισχύσει τις απόψεις τους.
Οι προσπάθειες για τον περιορισμό των σημερινών τζιχαντιστών
Η πτώση του Μόρσι θα έχει τη μεγαλύτερη επίπτωση στις ενεργές δυνάμεις των τζιχαντιστών. Σε αυτές περιλαμβάνονται πολλές ομάδες ανταρτών στη Συρία, οι Ταλιμπάν του Αφγανιστάν και ομάδες που είναι αποφασισμένες να επωφεληθούν από το ήδη αδύναμο πακιστανικό κράτος. Ορισμένες ομάδες, όπως οι Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, «φλερτάρουν» με το πολιτικό κατεστημένο. Άλλοι, όπως οι ομάδες των τζιχαντιστών της Συρίας, αντιλαμβάνονται ότι κάποια στιγμή θα πρέπει να αποφασίσουν εάν θα συμμετέχουν στη δημοκρατία. Εάν η Αδελφότητα, παρά την πολιτική μηχανή της, δεν κατάφερε να επιβιώσει στη διαδικασία αυτή, τότε θα υποθέσουν ότι δεν έχουν καμία πιθανότητα και έτσι θα πρέπει να συνεχίσουν να ακολουθούν τους τζιχαντικούς τρόπους.
Στην περίπτωση των τζιχαντιστών της Συρίας, αυτό δεν αποτελεί θέμα που πρέπει να διευθετηθεί σύντομα. Πρέπει ακόμα να πετύχουν τον άμεσο στόχο τους, που είναι η ανατροπή του καθεστώτος της Συρίας. Για τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν, όμως, αποτελεί ένα ζήτημα πολύ πιο επείγον, δεδομένου ότι εμπλέκονται σε διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ αναφορικά με τον μετά ΝΑΤΟ επιμερισμό της εξουσίας.
Όμως γνωρίζουν επίσης ότι οι επίγειες δυνάμεις της Δύσης θα φύγουν από το Αφγανιστάν του χρόνου, και το «δημοκρατικό» αφγανικό κράτος βρίσκεται σε μια μεταβατική περίοδο. Επιπλέον, δεν έχουν τόση εμπειρία στην πολιτική και είναι πιο συνηθισμένοι στον ένοπλο αγώνα. Εάν η πιο έμπειρη Αδελφότητα δεν μπόρεσε να αντέξει περισσότερο από έναν χρόνο, τότε πιθανότατα θεωρούν ότι θα επωφεληθούν από τη συνέχιση του ένοπλου αγώνα τους και από τη χρήση του ως «μοχλού» για να αποκτήσουν ένα μεγαλύτερο μερίδιο στο μετά ΝΑΤΟ αφγανικό κράτος.
Για τις πολύ πιο ακραίες και αντάρτικες ισλαμικές δυνάμεις στο Πακιστάν, η τύχη της Αδελφότητας ενισχύει την υπάρχουσα άποψή τους ότι η δημοκρατία είναι μη ισλαμική και επιρρεπής στη χειραγώγηση από το στρατιωτικό κατεστημένο. Επιπλέον, τα ισλαμικά πολιτικά κόμματα στην πραγματικότητα δεν κατάφεραν ποτέ να πετύχουν στη συνταγματική πολιτική.
Είναι προφανές ότι το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Αίγυπτο δεν αποτελεί καλό οιωνό για τις διεθνείς προσπάθειες να γίνουν πιο μετριοπαθείς οι ακραίοι ισλαμιστές.
Ωστόσο, εξυπηρετεί τα συμφέροντα των αραβικών μοναρχιών, ιδιαίτερα των χωρών που απαρτίζουν το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (και ιδιαίτερα της Σαουδικής Αραβίας), τα περισσότερα από τα οποία θεωρούν ότι ισλαμικές δυνάμεις όπως η Αδελφότητα αποτελούν πρόβλημα για τη νομιμότητά τους. Η πτώση της κυβέρνησης Μόρσι τους έχει δώσει λόγο για πανηγυρισμό, διότι τα πολιτικά ιδανικά της Αδελφότητας είναι αντίθετα από τα πολιτικά συμφέροντα. Ωστόσο, η πρόκληση παραμένει για τα δημοκρατικά καθεστώτα που πρέπει να αντιμετωπίσουν ισλαμιστές, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν ένα γεωπολιτικό πρόβλημα (έστω και αν είναι πρόβλημα εξωτερικής πολιτικής) για τα κράτη που κυβερνώνται από δυναστείες.