Η ταχεία κλιμάκωση των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων στην Τουρκία τις τελευταίες μέρες αποκάλυψε μια σειρά ρήγματα στο πολύπλοκο πολιτικό τοπίο που πλέον αλλάζουν τα δεδομένα σε πολλά φλέγοντα ζητήματα εντός και εκτός των τουρκικών συνόρων.
Αν και η δημοφιλία του κυβερνώντος κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (γνωστού από τα αρχικά του, AKP) έχει αρχίσει να φθίνει, φαίνεται πως αυτό θα παραμείνει σημαντική δύναμη στην τουρκική πολιτική σκηνή για μεγάλο χρονικό διάστημα, χάρη στην ισχυρή εκλογική βάση σε όλη τη χώρα, αλλά και στην απουσία αξιόπιστης πολιτικής εναλλακτικής στις επόμενες εκλογές.
Η αφορμή για τις ταραχές δόθηκε στις 28 Μαΐου όταν μια μικρή ομάδα, κυρίως νεαρών περιβαλλοντολόγων, συγκεντρώθηκε στην πλατεία Ταξίμ στην Κωνσταντινούπολη για να διαμαρτυρηθεί για το γκρέμισμα κάποιων τοίχων, το ξερίζωμα δέντρων και την υποτιθέμενη βεβήλωση ιστορικών χώρων στο πάρκο Γκεζί. Η αρχικά ειρηνική διαδήλωση έγινε βίαιη τη νύχτα της 30ής Μαΐου, όταν η αστυνομία επιχείρησε να διασπάσει τον κλοιό περίπου 100 διαδηλωτών.
Οι τάξεις των διαδηλωτών ενισχύθηκαν την επόμενη μέρα από υψηλόβαθμα στελέχη του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), βασικού αντιπάλου του ΑΚΡ. Το μήνυμα των διαδηλώσεων εξελίχθηκε από διαμαρτυρία για το κόψιμο των δέντρων στο πάρκο Γκεζί σε γενικευμένη καταδίκη του Τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και του κόμματός του για μια σειρά παραπόνων. Ενδεικτικά είναι τα αντικυβερνητικά συνθήματα «κάτω ο δικτάτορας», «Ταγίπ παραιτήσου» και «Ενωθείτε κατά του φασισμού».
Οι διαμαρτυρίες εντάθηκαν το Σαββατοκύριακο, με περισσότερους από 10.000 διαδηλωτές στην πλατεία Ταξίμ την 1η Ιουνίου. Πολλοί από αυτούς έφτασαν στην πλατεία περνώντας από την περιοχή Καντίκιοι, προπύργιο του CHP στην ασιατική πλευρά της Κωνσταντινούπολης, διασχίζοντας τη γέφυρα του Βοσπόρου, χτυπώντας τηγάνια και κατσαρόλες και περιφρονώντας τους νόμους για τη χρήση της γέφυρας από τους πεζούς.
Κάποιοι πέταξαν βόμβες Μολότοφ και πέτρες κατά των αστυνομικών δυνάμεων, προκαλώντας ρίψεις δακρυγόνων και νερού κατά των διαδηλωτών. Η γρήγορη καταδίκη της αστυνομικής βίας οδήγησε την κυβέρνηση σε προσωρινή απόσυρση της αστυνομίας, γεγονός που έφερε στη συγκέντρωση περισσότερους διαδηλωτές.
Ο Ερντογάν, αφού παραδέχτηκε ότι η αστυνομία χρησιμοποίησε υπερβολική βία και διέταξε έρευνα, τόνισε ότι δεν θα υποκύψει σε βίαιους εξτρεμιστές που ανήκουν σε πολιτικό και όχι σε περιβαλλοντικό κίνημα και ότι για κάθε 100.000 διαδηλωτές μπορεί να φέρει 1 εκατομμύριο υποστηρικτές του κόμματός του.
Την ίδια νύχτα, ξέσπασαν ταραχές και περίπου 5.000 διαδηλωτές πέταξαν πέτρες κατά του γραφείου του πρωθυπουργού στη συνοικία Μπεσίκτας. Το πρωί της 2ας Ιουνίου, οι ισχυρές βροχές κράτησαν τους περισσότερους διαδηλωτές μακριά από την πλατεία Ταξίμ. Το απόγευμα, ωστόσο, συγκεντρώθηκαν εκ νέου οι διαδηλωτές, τη στιγμή που ο Ερντογάν έβγαλε μία ακόμη προκλητική ομιλία, κατηγορώντας το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα για τις ταραχές και επιμένοντας ότι θα προχωρήσουν τα σχέδια για την ανάπτυξη του πάρκου. Συνεχίστηκαν για μία ακόμη μέρα οι συγκρούσεις με την αστυνομία, με απολογισμό 1.000 περίπου συλλήψεις και δεκάδες τραυματισμοί.
Το μέγεθος και οι στόχοι των διαδηλωτών πρέπει να παρακολουθούνται με προοπτική. Μέχρι το τέλος της 1ης Ιουνίου οι ταραχές σύμφωνα με τα ρεπορτάζ επεκτάθηκαν στις περιοχές Σμύρνη, ΕσκιΣεχίρ, Μούγκλα, Γιάλοβα, Αντάλια, Μπολού, Άγκυρα, Καϊσέρι και Κόνια.
Σε πολλές από αυτές τις περιοχές, το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα έχει ισχυρή στήριξη. Το Καϊσέρι και η Κόνια, ισχυρά κέντρα του κόμματος του Ερντογάν, αποτέλεσαν αξιοσημείωτες εξαιρέσεις. Οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις, στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη, έβγαλαν στον δρόμο κυρίως νέους, κατά δεκάδες χιλιάδες. Σημειώνεται ότι οι ταραχές θα είναι υψηλού κινδύνου εάν οι διαδηλωτές πολλαπλασιαστούν, περιλαμβάνοντας ευρύτερο δημογραφικό και γεωγραφικό φάσμα, που θα επεκταθεί σε περιοχές με παραδοσιακά υψηλή στήριξη στο κυβερνών κόμμα.
Οι διαδηλώσεις ως τώρα δείχνουν ότι το κόμμα του Ερντογάν δεν διατρέχει σοβαρό ή άμεσο κίνδυνο να χάσει την εξουσία, αλλά αποκαλύπτουν τα όρια στις πολιτικές φιλοδοξίες του πρωθυπουργού.
Ο Εργτογάν προσπαθεί να εξασφαλίσει ψήφους από την αργή και ιδιαίτερα εύθραυστη διαδικασία ειρήνευσης με το κουρδικό εργατικό κόμμα, προκειμένου να εξασφαλίσει ισχυρή στήριξη για ένα συνταγματικό δημοψήφισμα. Το δημοψήφισμα θα μετατρέψει την Τουρκία από κοινοβουλευτικό σύστημα σε προεδρικό και αυτό θα επιτρέψει στον Ερντογάν, η θητεία του οποίου ως πρωθυπουργού λήγει το 2015, να συνεχίσει να ηγείται της χώρας ως πρόεδρος, μετά το 2014, οπότε έχουν προγραμματιστεί οι προεδρικές εκλογές.
Η συμμετοχή στις διαδηλώσεις στελεχών από το κουρδικό κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας (γνωστό ως BDP) μαζί με υποστηρικτές του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος δεν δένει καλά με το σχέδιο του Ερντογάν να στηριχθεί σε αυτές τις ψήφους για το συνταγματικό δημοψήφισμα.
Παρότι το κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης, το οποίο παραμένει πολύ δημοφιλές στον πιο συντηρητικό πληθυσμό που ζει στην περιοχή της Ανατολίας, ως τώρα δεν αντιμετωπίζει σοβαρό πολιτικό αντίπαλο στις τοπικές εκλογές του Οκτωβρίου ή στις βουλευτικές του 2015, ο πολιτικός ελιγμός του Ερντογάν να γίνει πρόεδρος αναμένεται να αντιμετωπίσει μεγαλύτερες αντιστάσεις.
Οι κοσμικοί είναι σε συναγερμό εξαιτίας των πολιτικών Ερντογάν που θέτουν σε κίνδυνο τις βασικές αρχές του κράτους που δημιούργησε ο Κεμάλ Ατατούρκ. Από κοινωνικά μέτρα που απαγορεύουν την πώληση αλκοόλ μετά τις 22:00 έως την εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, που προσπαθεί να εξασφαλίσει επιρροή στους ισλαμιστές αντάρτες της Συρίας, σηματοδοτούν πολιτικές που υποσκάπτουν ευθέως το δόγμα του Ατατούρκ ότι η Τουρκία πρέπει να μείνει κοσμική και να αποφύγει την υπερεπέκταση πέρα από τα σύνορα της δημοκρατίας.
Ωστόσο, η αυξανόμενη αντίδραση απέναντι στο κόμμα δεν είναι απλώς διχασμός ισλαμιστών-κοσμικών. Σε ολοένα και αυξανόμενο αριθμό Τούρκων έχει διαμορφωθεί η αντίληψη ότι η κυβέρνηση κυνηγά μια επιθετική μορφή καπιταλισμού, που αψηφά τόσο περιβαλλοντικές συνέπειες, όσο και ισλαμικές αξίες. Εν τω μεταξύ, στους επιχειρηματικούς κύκλους υπάρχει εκνευρισμός για τον αριθμό των παραχωρήσεων που έχουν δοθεί σε στενούς συμμάχους του Ερντογάν.
Η πόλωση που επικρατεί μπορεί να φανεί ξεκάθαρα στα ρεπορτάζ για τις διαδηλώσεις στο πάρκο Γκεζί. Οι διαδηλωτές εμφανίζονται ενθαρρυμένοι από τη στιγμή που κρίσιμες εφημερίδες, όπως η Hurriyet, επέλεξαν μια αντικυβερνητική στάση που δεν είχε εκδηλωθεί τα προηγούμενα χρόνια της κυριαρχίας Ερντογάν. Η Hurriyet μίλησε για «ήττα» Ερντογάν με πρωτοσέλιδα όπως «Ο Ερντογάν δεν είναι πλέον παντοδύναμος».
Στην άλλη άκρη του πολιτικού φάσματος, το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anatolia μεταδίδει τα γεγονότα ως έναν καυγά μεταξύ της αστυνομίας και «νεαρών εξτρεμιστών», τονίζοντας ως μήνυμα δημοκρατίας ότι η κυβέρνηση επιτρέπει στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό κόμμα να εκδηλώνει πορείες στην πλατεία Ταξίμ.
Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το ρεπορτάζ από τις παραδοσιακές πηγές στήριξης του κυβερνώντος κόμματος. Η εφημερίδα Yeni Sagak καταδίκασε τα έργα στο πάρκο και συντάχθηκε με τους διαδηλωτές. Το ίδιο έκανε και η εφημερίδα Zaman, η οποία ελέγχεται από οπαδούς του μετριοπαθούς ισλαμικού κινήματος Gulen.
Οι οπαδοί του κινήματος αυτού αποτελούν κρίσιμο συστατικό της ευρύτερης βάσης στήριξης του κυβερνώντος κόμματος, κρατώντας πάντως αποστάσεις. Το κίνημα αυτό έχει εντείνει την κριτική του κατά του Ερντογάν, τονίζοντας ότι ο ίδιος και το κόμμα του έχουν αυξήσει υπέρμετρα την εξουσία τους. Τα κύρια άρθρα της εφημερίδας προειδοποιούν τον Ερντογάν για την «υπερβολική» του συμπεριφορά και συντάχθηκαν με τους διαδηλωτές.
Αν και οι διαφωνούντες αυξάνονται, ο Ερντογάν και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης έχουν ακόμη αρκετή στήριξη, τη στιγμή που είναι εμφανής η έλλειψη αξιόπιστης πολιτικής εναλλακτικής (οι τοπικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Οκτώβριο θα δώσουν μια εικόνα του εάν έχει εξασθενήσει η δυναμική του AKP).
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία έχει υπερφορτωμένη διεθνή ατζέντα, από τις διαπραγματεύσεις για ειρήνευση με τους Κούρδους παραστρατιωτικούς και την ανάπτυξη αγωγών πετρελαίου στο κουρδικό Ιράκ, έως την αντιμετώπιση επιθέσεων στον Νότο που στηρίζονται από τη Συρία.
Η Τουρκία ήταν ήδη ιδιαίτερα περιορισμένη, κυνηγώντας τους στόχους εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, τώρα θα έλθουν σε δεύτερη μοίρα λόγω των εγχώριων κλυδωνισμών, καθώς ο Ερντογάν θα θέσει ως άμεση προτεραιότητα την αντιμετώπιση των αυξανόμενων κινδύνων εντός των τειχών. Αυτό όμως θα ωθήσει αντιπάλους της χώρας, όπως η Συρία, να αξιοποιήσουν τη διασπορά των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας, για να επιχειρήσουν νέες επιθέσεις εντός των τουρκικών συνόρων.