Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Hellastat: Μελέτη για τον κλάδο των Εκδόσεων

Άνοιξε περισσότερο η ψαλίδα μεταξύ μικρών και μεγάλων στον κλάδο των Εκδόσεων κατά την τριετία 2002-2004, ενώ οριακή ήταν η ανάπτυξη το 2005 στα εισηγμένα εκδοτικά συγκροτήματα, σύμφωνα με μελέτη που εκπονήθηκε από την Hellastat. Βασική πηγή εσόδων του κλάδου είναι οι διαφημίσεις που καταχωρούνται στα έντυπα των εταιρειών.

Hellastat: Μελέτη για τον κλάδο των Εκδόσεων
Άνοιξε περισσότερο η ψαλίδα μεταξύ μικρών και μεγάλων στον κλάδο των Εκδόσεων κατά την τριετία 2002-2004, ενώ οριακή ήταν η ανάπτυξη το 2005 στα εισηγμένα εκδοτικά συγκροτήματα, σύμφωνα με μελέτη που εκπονήθηκε από την Hellastat.



Ειδικότερα, ο κλάδος των εκδόσεων την τελευταία δεκαετία έχει εξελιχθεί σε ένα πολυσύνθετο τομέα της οικονομίας, με τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου να έχουν πλέον τη μορφή Ομίλου Επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με μελέτη που εκπονήθηκε από την Hellastat, οι μεγαλύτεροι εκδοτικοί οίκοι δραστηριοποιούνται, πέρα από την παραδοσιακή αγορά των εκδόσεων, εκτυπώσεων περιοδικών, εφημερίδων και λοιπών εντύπων και στον ευρύτερο τομέα των ΜΜΕ, στην παροχή υπηρεσιών internet, στην παραγωγή προϊόντων multimedia αλλά και σε πλήθος άλλων υπηρεσιών.

Ο κλάδος χαρακτηρίζεται από τη δέσμευση των εταιρειών για εκσυγχρονισμό και καθετοποίηση της παραγωγής τους, μέσω επενδύσεων σε τεχνολογικό εξοπλισμό.

Βασική πηγή εσόδων του κλάδου είναι οι διαφημίσεις που καταχωρούνται στα έντυπα των εταιρειών, κάτι που αντικατοπτρίζουν και τα στοιχεία της Ένωσης Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, όπου τα συνολικά διαφημιστικά έσοδα των τεσσάρων ΜΜΕ το 2004 (2,04 δισ. ευρώ) γνώρισαν τη μεγαλύτερη αύξηση της τελευταίας 5ετίας (σχεδόν 13%), καθώς οι Ολυμπιακοί Αγώνες και οι δύο εκλογικές αναμετρήσεις συνοδεύτηκαν από αυξημένη διαφημιστική δαπάνη.

Κατά τη διάρκεια του 2005 σημειώθηκε περαιτέρω άνοδος κατά 7,44%, με τα διαφημιστικά έσοδα να διαμορφώνονται στο ύψος των 2,19 δισ. ευρώ με το μεγαλύτερο ποσό εσόδων να αναλογεί στον περιοδικό τύπο (886,2 εκ. ευρώ το 2005), ο οποίος ενίσχυσε τη θέση του κατά 10,3% αναφορικά με το προηγούμενο έτος, απορροφώντας το 40,4% των συνολικών διαφημιστικών εισπράξεων.

Αξιοσημείωτο είναι ότι το 2004 για πρώτη φορά τα περιοδικά ξεπέρασαν σε ει-σπράξεις την τηλεόραση (803,45 εκ. ευρώ έναντι 768,12 εκ. ευρώ αντίστοιχα), η οποία ανέκαθεν αποτελούσε την κυριότερη πηγή απορρόφησης των δαπανών των δια-φημιζομένων.

Η μείωση την τελευταία δεκαετία κατά 21% και 6,74% των κονδυλίων που κατευθύνονταν για διαφήμιση στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο αντίστοιχα, ευνόησαν κυρίως τα περιοδικά, τα οποία διπλασίασαν τη συμμετοχή τους στη συνολική διαφημιστική δαπάνη από 21,42% το 1996 σε 40,43% το 2005, αλλά και τις εφημερίδες, κυρίως λόγω των ένθετων (από 15,37% σε 18,58% την ίδια περίοδο).

Οι έντονα ανοδικές τάσεις στα έσοδα των εφημερίδων και του περιοδικού τύπου οφείλονται και στην αύξηση των τίτλων, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της BARI/FOCUS για την 15ετία 1990/2005, ο αριθμός των εντύπων που κυκλοφορούν στην εγχώρια αγορά αυξήθηκε εντυπωσιακά, από 55 τίτλους το 1990 σε 157 το 2005 (αύξηση 185%).

Το κλειδί ωστόσο, στην αύξηση της διαφημιστικής δαπάνης, παρά την πληθώρα των τίτλων, είναι η αύξηση της αναγνω-σιμότητας ανά μέσο τεύχος. Ειδικότερα, το 1990 το αναγνωστικό κοινό διάβαζε κατά μέσο όρο 2,8 τίτλους ανά τεύχος, ενώ το 2005 η αντίστοιχη τιμή διαμορφώθηκε σε 5,3 τίτλους.

Η μεγάλη αύξηση τόσο του αριθμού των περιοδικών ειδικής θεματολογίας και lifestyle, όσο και των ένθετων των εφημερίδων, αντανακλά την πελατο-κεντρική προσέγγιση των εκδοτικών οίκων, καθώς στρέφονται στην ικανοποίηση των αναγκών συ-γκεκριμένων target groups αναγνωστών, καλύπτοντας εξειδικευμένα θέματα και δίνοντας έμφαση σε ορισμένες κατηγορίες θεμάτων.

Η ενδυνάμωση της θέσης των περιοδικών και των εφημερίδων στο σύνολο της διαφημιστικής πίτας, έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον των εκδοτών για κυκλοφορία νέων τίτλων, μέσω συμφωνιών με διεθνείς εκδοτικούς οργανισμούς για την παραχώρηση των αντίστοιχων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και διακίνησης του brand name (license agreements).

Επίσης, οι εκδοτικοί οργανισμοί εκδηλώνουν επιχειρηματική εξωστρέφεια, μέσω της ίδρυσης θυγα-τρικών σε βαλκανικές χώρες και σύναψης συνεργασιών με διεθνείς εκδοτικούς οίκους για την προώθηση μεταφρασμένων εκδόσεων διεθνών πε-ριοδικών στις αγορές αυτές.

Τέλος σημαντικό κομμάτι της στρατηγικής ανάπτυξής των εκδοτικών οργανισμών καταλαμβάνει η δραστηριοποίηση στο διαδύκτιο, παρέχοντας πληροφορίες ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, οι περισσότερες από τις οποίες είναι ελεύθερα προσβάσιμες στο κοινό, εκτός ορισμένων πληροφοριών που περιέχονται στους δικτυακούς τόπους οικονομικών κυρίως εφημερίδων, οι οποίες είναι προσπελάσιμες μόνο με συνδρομή, καθώς επίσης και στον τομέα των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών παραγωγών.

Κερδοφόρα αποτελέσματα για την πλειοψηφία του κλάδου για το 2004

Τα συνολικά κέρδη του κλάδου διαμορφώνονται στο ύψος των 26,68 εκ. ευρώ, με τη μέση ετήσια μεταβολή 2002/2004 να ανέρχεται σε 6,6% ανά εταιρεία.

Ωστόσο, η αντίστοιχη μεταβολή αναφορικά με το 2003 είναι αρνητική (-6%), καθώς οι μικρότερες εταιρείες υφίστανται σημαντική μείωση κερδοφορίας κατά 64%, με αποτέλεσμα η συμμετοχή τους στα συνολικά κέρδη του κλάδου να μειωθεί από 22,2% το 2003 σε 9% το 2004, δεδομένης της διατήρησης των κερδών των 20 μεγαλύτερων επιχειρήσεων σε επίπεδα άνω των 24 εκ. ευρώ.

Σύμφωνα με την Hellastat, από τις 174 εταιρείες του κλάδου, οι 116 (66,7%) παρουσιάζουν κερδοφορία το 2004. Ωστόσο, μόνο οι 40 (23%) κατάφεραν να βελτιώσουν τα θετικά αποτελέσματα του 2003, ενώ μεγαλύτερο ποσοστό (30%) υφίσταται μείωση κερδών.

Αναφορικά με τις 53 ζημιογόνες εταιρείες, μόνο 16 (9,2%) μείωσαν τις ζημιές τους, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι 27 επιχειρήσεις (15,5%) πέρασαν σε αρνητικά αποτελέσματα, έναντι κερδοφόρας χρήσης το 2003.

Τα συνολικά έσοδα ανέρχονται σε 1,2 δισ. ευρώ το 2004, παρουσιάζοντας μέση ετήσια αύξηση 6,4% ανά εταιρεία την τελευταία 3ετία. Η μεγαλύτερη μέση μεταβολή εταιρείας σε σχέση με το 2003 (7,1%) υποδεικνύει τη δυναμική του κλάδου για περαιτέρω διεύρυνση της αξίας της αγοράς.

Σε εταιρικό επίπεδο, η πλειοψηφία των εταιρειών (συνολικά 110) πραγματοποίησαν μεγαλύτερο κύκλο εργασιών συγκριτικά με το 2003. Η αντίστοιχη μεταβολή 2003/2004 των μικρότερων εταιρειών (4,9%) υπολεί-πεται σημαντικά του κλαδικού διάμεσου, με αποτέλεσμα το σχετικό μερίδιο αγοράς τους να συρρικνωθεί από 37,6% το 2003 σε 35,1% το 2004.



Το περιθώριο μικτού κέρδους διατηρείται σε υψηλά επίπεδα (34,7%), ενώ το περιθώριο ΚΠΦ εμφανίζει οριακή κάμψη, στο 2,5% (από 2,7%), με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις να επιτυγχάνουν υπερδιπλάσιες τιμές, στο 6,1%, από 4,7% το 2003.

Η συνολική καθαρή θέση ανέρχεται σε 677,92 εκ. ευρώ, αποτελώντας το 50,5% των συνολικών κεφαλαίων (56% το 2002).



Κύρια πηγή χρηματοδότησης των εκδοτικών οργανισμών είναι οι τράπεζες, κάτι που αντανακλάται και στην αύξηση των σχετικών υποχρεώσεων κατά 14,6% συγκριτικά με το 2002, ενώ παρατηρείται αυξημένη λειτουργική χρηματοδότηση με χρήση αξιογράφων (αντίστοιχη αύξηση 21,2%).

Τέλος, οι μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι λειτουργούν σε υψηλότερα επίπεδα τόσο γενικής (1,75) όσο και άμεσης ρευστότητας (1,6), ενώ οι επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών μέχρι 50 εκ. ευρώ εμφανίζουν τιμές κοντά στον κλαδικό μέσο (1,1 με 1,2).

Τα αποτελέσματα των εισηγμένων το 2005

Στασιμότητα κατά το 2005 εμφανίζουν τα ενοποιημένα έσοδα των 9 εισηγμένων συγκροτημάτων που δραστηριοποιούνται στην έκδοση εφημερίδων και περιοδικών, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσαν βάσει των ΔΠΧΠ.

Ειδικότερα, ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών διαμορφώθηκε στα 776, 3 εκ. ευρώ με σημαντική αύξηση να επιτυγχάνουν οι Εκδόσεις Λυμπέρη (+21,7%) και οι Αττικές Εκδόσεις (+11,8%).

Μεγάλη κάμψη κατά 52% εμφανίζουν συνολικά τα Κέρδη προ Τόκων Φόρων & Αποσβέσεων, με την Πήγασος Εκδοτική και την ΙΜΑΚΟ Media να διαφοροποιούνται από την αρνητική εικόνα. Το μέσο κλαδικό περιθώριο ΚΠΤΦΑ εκτιμάται στο 4,1% από 8,7% το 2004.



Αντίστοιχα μειωμένα είναι και τα καθαρά κέρδη που αναλογούν στους μετόχους της μητρικής, τα οποία συνολικά ανέρχονται σε 8,47 εκ. ευρώ από 20,41 εκ. ευρώ το 2004.

Μειωμένες κατά 73,5% εμφανίζονται οι καθαρές λειτουργικές ταμειακές ροές, στα 8 εκ. ευρώ έναντι 30,4 εκ. ευρώ το 2004, ωστόσο ο βραχυπρόθεσμος τραπεζικός δανεισμός παραμένει σταθερός στα 165 εκ. ευρώ περίπου. Η σχέση των ξένων προς τα ίδια κεφάλαια διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 60,7% από 57,8% το 2004.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v