Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η πεποίθηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη πως η Ελλάδα οφείλει να συνομιλεί με τη γείτονά της Τουρκία, στο πλαίσιο της διευθέτησης της μόνης διαφοράς της με αυτήν, περί υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, «... με αυτοπεποίθηση και όχι από θέση αδυναμίας...», είναι ευλόγως ορθή και αρμόζουσα σε μία συντεταγμένη δυτική δημοκρατία. Όχι όμως και σε μία χώρα η οποία βιώνει προκλήσεις σε συνεχή βάση από τη «συνομιλήτριά» της και εξακολουθητικά υφίσταται την απειλή πολέμου από αυτήν.
Όταν μόλις μία εβδομάδα πριν την προγραμματισμένη για την Παρασκευή, 8 τρέχοντος, συνάντηση μεταξύ των υπουργών Εξωτερικών των δύο κρατών, Γιώργου Γεραπετρίτη και Χακάν Φιντάν, η Τουρκία διατυπώνει μία ευθεία πρόκληση κατά της χώρας μας, ισχυριζόμενη μέσω Navtex ότι «μέρος» της θαλάσσιας περιοχής μεταξύ Ρόδου και Καρπάθου «... αφορά τουρκική υφαλοκρηπίδα, η οποία απομένει να οριοθετηθεί με τα παράκτια κράτη», τότε είναι αντιστοίχως προφανές ότι δεν υφίσταται έδαφος συνεννόησης μαζί της και βεβαίως συνάντησης των κορυφαίων διπλωματικών εκπροσώπων των δύο πλευρών.
Διότι όταν ο συνομιλητής σου ισχυρίζεται ότι τα νησιά δεν δικαιούνται υφαλοκρηπίδας και βεβαίως ΑΟΖ και όταν προχωρά μέχρις του σημείου να διεκδικήσει θαλάσσιες περιοχές οι οποίες καταφανώς, βάσει του δικαίου της θαλάσσης αλλά και της κοινής λογικής, αφορούν αποκλειστικά στην Ελλάδα, τότε δεν υπάρχει έδαφος συζήτησης.
Αντίθετα, το να κάθεται μία χώρα στο τραπέζι του διαλόγου με μία άλλη, η οποία τόσο απροκάλυπτα εγείρει ανεδαφικές διεκδικήσεις επί της κυριαρχίας της και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων και διατηρεί ακέραιη την απειλή πολέμου σε περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει τα νόμιμα δικαιώματά της επεκτείνοντας τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο, είναι σαφής ένδειξη αδυναμίας. Και τούτο διότι η χώρα μας εμφανίζεται συνομιλούσα με μία χώρα υπό το καθεστώς απειλών και προκλήσεων, στις οποίες, συνεπαγωγικά, αδυνατεί να απαντήσει.
Έτσι, λοιπόν, μολονότι ο φίλτατος κ. Μητσοτάκης δικαίως υποστηρίζει ότι η χώρα μας έχει υποχρέωση να συνομιλεί με τη γείτονα και να επιδιώκει «ήρεμα νερά» στο Αιγαίο, στο πλαίσιο της διερεύνησης των προθέσεων της Τουρκίας, συνιστά ψευδαίσθηση ο ισχυρισμός ότι ο διάλογός της αυτός μπορεί να οδηγήσει σε καρποφόρο αποτέλεσμα. Ο τουρκικός αναθεωρητισμός έχει γίνει σαφής από πολλού χρόνου. Με το να αγνοεί κανείς αυτή την πλευρά των πραγμάτων οδηγείται, κατά τρόπο αναπότρεπτο, σε στάση κατευνασμού και άρα αδυναμίας.
Ουδείς εχέφρων επιδιώκει εντάσεις στο Αιγαίο, «θερμά επεισόδια» ή οποιαδήποτε άλλη κλιμάκωση. Όπως αντίστοιχα, ουδείς -και βεβαίως η χώρα μας- θα όφειλε να ανέχεται ένα συνεχές καθεστώς προκλήσεων εκ μέρους των γειτόνων του.
Τούτων δοθέντων δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα ως προς τους λόγους συνέχισης του ελληνοτουρκικού διαλόγου σχετικά με την υφαλοκρηπίδα και τον καθορισμό ΑΟΖ, ενόσω παραμένει ενεργή η απειλή πολέμου κατά της χώρας μας (casus belli) και συνεχίζονται οι προκλήσεις της Τουρκίας αναφορικά με την υπαγωγή του ελέγχου αμιγώς ελληνικών θαλασσίων περιοχών, στην ίδια. Διότι, αυτό μας είπαν μέσω της Navtex που εξέδωσαν μόλις προχθές. Ότι κάθε ερευνητική ενέργεια στην περιοχή μεταξύ Ρόδου και Καρπάθου πρέπει να συντονίζεται από τις αρμόδιες τουρκικές αρχές.
Θα πάμε, λοιπόν, να κουβεντιάσουμε με αυτούς; Τζάμπα κόπος, φίλτατοι, ό,τι κι αν πιστεύετε.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.