Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όσα διαδραματίστηκαν πρόσφατα στα ανοικτά της Κάσου και της Καρπάθου, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, αποτελούν, κατά ορισμένους, μία καταφανή ένδειξη υποχωρητικότητας και κατευνασμού από την πλευρά της Αθήνας και κατ’ άλλους ένα εξαιρετικό παράδειγμα εφαρμοσμένης realpolitik στο Αιγαίο.
Εάν εξαιρέσουμε την ανταλλαγή σαρκαστικών ανακοινώσεων μεταξύ των υπουργείων Άμυνας Ελλάδας και Τουρκίας, στο πεδίο υπήρξε, κατά τους Τούρκους, μία έμπρακτη αμφισβήτηση της (έστω μερικής) ΑΟΖ Ελλάδος - Αιγύπτου και επιβεβαίωση του τουρκο-λιβυκού μνημονίου ενώ κατά τους Έλληνες, ουδεμία υποχώρηση υπήρξε και έγινε η δουλειά που έπρεπε να γίνει. Δηλαδή, το ιταλικό πλοίο Ievoli Relume πραγματοποίησε το σύνολο των ερευνών που επρόκειτο να κάνει και αποχώρησε με τάξη και ηρεμία, δίχως να υπάρξει θερμό επεισόδιο, καθώς ενεργοποιήθηκαν διπλωματικές επαφές, οι οποίες εκτόνωσαν την κατάσταση.
Τι συνέβη στην πραγματικότητα; Αν και η πρόκληση εκ μέρους της Τουρκίας ήταν μεθοδευμένη και μέγιστη, με σαφή ερωτήματα να εγείρονται και για τον ρόλο που διαδραμάτισε η ιδιοκτήτρια εταιρεία του ιταλικού σκάφους, ουδέν απότοκο αυτής της ιστορίας -εξ’ όσων έχουν γίνει δημοσίως γνωστά- μπορεί να αξιοποιηθεί υπέρ των τουρκικών θέσεων ή διεκδικήσεων στην περιοχή.
Το τουρκο-λιβυκό μνημόνιο προϋπήρχε από το 2019 και -αν και πλήρως παράνομο- έχει τεθεί υπόψη του ΟΗΕ και έχει απαντηθεί από τη χώρα μας, ενώ σε πλήρη ισχύ παραμένει η ΑΟΖ Ελλάδος - Αιγύπτου.
Είναι το άθροισμα όλων αυτών, άρα, μηδενικού χαρακτήρα; Σε πρώτη ανάγνωση, όχι. Στην πράξη όμως, όλοι πήραν αυτό που ήθελαν, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Πρώτα από όλα «κερδίσαμε» ακόμη ένα «ήσυχο» καλοκαίρι, τουλάχιστον από αυτής της απόψεως, όπως βεβαίως το «κέρδισε» και η Τουρκία. Ο τουρισμός αποτελεί ασφαλώς καίριας σημασίας οικονομική δραστηριότητα για εμάς όπως και για τους απέναντι.
Δεύτερον, κερδίσαμε χρόνο, τόσο για τη συνέχιση του εξοπλιστικού μας προγράμματος όσο και για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας της χώρας. Ας μην ξεχνάμε ότι με μία φρεγάτα στην Ερυθρά Θάλασσα, ακόμη μία στο «συνεργείο» και κανένα νέο πλοίο στον στόλο μέχρι τουλάχιστον το 2025, επί του πεδίου δεν είμαστε όσο ισχυροί θα επιθυμούσαμε. Πέραν των εκσυγχρονισμένων F-16 και των Rafale, δε, το ελληνικό οπλοστάσιο ελάχιστα νέα στοιχεία έχει να επιδείξει.
Αρκούν, όμως, αυτοί οι δυο λόγοι ως «απάντηση» για όσα αμφισβητήθηκαν επί του πεδίου και για τους ισχυρισμούς της Τουρκίας; Η απάντηση και εδώ θα είναι, κατά πάσα βεβαιότητα, η ίδια. Τίποτε από όσα έγιναν αλλάζει το προηγούμενο νομικό καθεστώς. Αυτό που θα μπορούσε σαφώς να εκληφθεί ως αλλαγή θα ήταν μία πιθανή προσπάθεια κατοχύρωσης των τουρκικών ισχυρισμών μέσω ερευνών ή και γεωτρήσεων. Όμως εκεί δεν φθάσαμε.
Τούτων όλων δοθέντων, αυτό που οφείλει πλέον να κάνει η χώρα μας, ώστε όλο αυτό, να πιάσει τόπο, είναι να εκμεταλλευτεί τον χρόνο που κέρδισε.
Με άλλα λόγια, να προωθήσει άμεσα τον εκσυγχρονισμό των ναυτικών της μονάδων, να στηρίξει την αεράμυνά της με τα συστήματα antidrone, να αναβαθμίσει, κοντολογίς, τις Ένοπλες Δυνάμεις της. Όπως επίσης οφείλει να μην καθυστερήσει την αναβίωση και περαιτέρω ενίσχυση της αμυντικής της βιομηχανίας, κάνοντας πράξη όσα εξήγγειλε ο υπουργός Άμυνας Ν. Δένδιας, σχετικά με την ίδρυση κέντρου καινοτομίας στις Ε.Δ. και την τόνωση της αμυντικής επιχειρηματικότητας.
Υπό το φως όσων συμβαίνουν στο Αιγαίο και στην Αν. Μεσόγειο, δε, είναι σαφές ότι τα περιθώρια στενεύουν και δεν υπάρχει άλλος χρόνος για... χάσιμο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.