Ο Ερντογάν και οι δύο αναγνώσεις του καζάν-καζάν

Η Ελλάδα και η Τουρκία βρίσκονται σήμερα στο τραπέζι του διαλόγου. Κατά πάσα βεβαιότητα ατελέσφορου στα «μεγάλα» ζητήματα αλλά συνεχιζόμενου χάρη στα «μικρά». Δεν αποτελεί «ήττα» αυτό το γεγονός.

Ο Ερντογάν και οι δύο αναγνώσεις του καζάν-καζάν

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Υπό το φως όσων παρέθεσαν, χθες, ως προς τις θέσεις με τις οποίες προσέρχονται στο τραπέζι του διαλόγου, Ελλάδα και Τουρκία οφείλουν να μην τρέφουν αυταπάτες για την έκβαση των σημερινών επαφών τους. Θα μπορούσε να ήταν και διάλογος κωφών, όμως, τουλάχιστον υφίσταται και η ύπαρξή του, θεωρητικά, απομακρύνει τις εντάσεις μεταξύ των δύο πλευρών.

Η Ελλάδα προσέρχεται στον διάλογο με απόλυτη συνέπεια στις διαχρονικές της θέσεις, διαβεβαίωσε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης και κατέστησε σαφή τρία τινά: Πρώτον, ότι η Ελλάδα σέβεται το διεθνές δίκαιο και έχει κυρώσει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, ενώ από το 1982 η Τουρκία δεν το έχει κάνει. Δεύτερον, ότι η Ελλάδα συζητά μόνον ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα και τρίτον, ότι δεν τίθεται θέμα συνεκμετάλλευσης.

Το πρωί της ιδίας ημέρας, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρ. Τ. Ερντογάν, από τις σελίδες της «Καθημερινής», υποστήριζε τα αντίθετα. Ότι, δηλαδή, τα προβλήματά μας είναι πολλά και αλληλένδετα και δεν αφορούν μόνον την υφαλοκρηπίδα. Ως εκ τούτου έκανε λόγο για «λύση-πακέτο». Μία μόνιμη τουρκική επίκληση.

«Φυσικά, υπάρχουν πολλά αλληλένδετα προβλήματα που πρέπει να λυθούν εκτός από την υφαλοκρηπίδα. Πρέπει να τα εξετάσουμε ως ένα σύνολο. Δεν είναι σωστή η επιλεκτική προσέγγιση. Να μιλάμε για ορισμένα θέματα και να μη μιλάμε για κάποια άλλα. Γιατί είναι όλα αλληλένδετα. Όταν προσφεύγουμε στη διεθνή δικαιοσύνη, δεν πρέπει να αφήνουμε κανένα πρόβλημα πίσω», ανέφερε ενώ δεν παρέλειψε λίγο αργότερα να κάνει για ακόμη μία φορά λόγο για “τουρκική μειονότητα” στην Ελλάδα αλλά και για το ενδεχόμενο “συνεργασίας” αναφορικά με τα ενεργειακά αποθέματα της Μεσογείου.

Άρα, σημεία επαφής μεταξύ των δύο πλευρών, στα μεγάλα και σημαντικά, κατά τα φαινόμενα, «μηδέν». Αντίθετα, στο πεδίο των ζητημάτων της λεγόμενης «χαμηλής πολιτικής», ή άλλως πώς, τη «θετική ατζέντα», τα σημεία σύγκλισης εμφανίζονται πολλά, καθιστώντας εφικτό τον διάλογο μεταξύ των δύο πλευρών, τουλάχιστον επ’ αυτών.

Συνιστά, ωστόσο, αυτός ο διάλογος προσπάθεια κατευνασμού της Τουρκίας εκ μέρους μας, όπως ευθέως υπαινίχθηκε πρόσφατα μία «ψυχή»; Μπορούμε να μιλάμε με «πειρατές», οι οποίοι συνάπτουν παράνομα μνημόνια, όπως το Τουρκολιβυκό, ή αμφισβητούν την ελληνική κυριαρχία επί σειράς νησιών ενώ ζητούν την αποστρατικοποίησή τους;

«Στον βαθμό που δεν απομακρυνόμαστε από τις πάγιες εθνικές μας θέσεις, γιατί να μη μιλάμε με τη γείτονα;» είναι ο αντίλογος στο συγκεκριμένο ερώτημα. Η Τουρκία, για λόγους οι οποίοι σχετίζονται άμεσα με τις δικές της στοχεύσεις εξωτερικής πολιτικής, επιθυμεί να εμφανιστεί ότι ανταποκρίνεται στις ανάγκες καλής γειτονίας και τείνει χείρα φιλίας και διαλόγου. Η Ελλάδα γιατί θα έπρεπε να εμφανιστεί σε ρόλο αντίθετο;

Μολονότι θα απέκλειε το ενδεχόμενο να εμφανιστεί κατευναστική, κατά πόσον θα συνέφερε τη χώρα μας, έναντι φίλων και συμμάχων, να εμφανιστεί αντίθετη στον διάλογο με την Τουρκία;

Προφανώς, οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών, όπως στέκουν σήμερα τα πράγματα, είναι αγεφύρωτες. Όμως, η μάχη των εντυπώσεων στη Δύση έχει εν πολλοίς ήδη κριθεί για την Τουρκία. Η Ελλάδα οφείλει να προστατεύσει τις αρχές που πρεσβεύει και τις πολιτισμικές της δάφνες, προσερχόμενη σε κάθε προσπάθεια διαλόγου με τη γείτονα.

Αρκεί να παραμένει ακλόνητη ως προς τις πάγιες εθνικές της θέσεις.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v