Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όποιες κι αν ήσαν οι προσδοκίες που καλλιέργησε κατά το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση ως προς την πορεία των ελληνοτουρκικών ή όποιοι κι αν είναι οι σχεδιασμοί των συμμάχων μας ως προς την κατάσταση που επικρατεί στη ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ, οφείλουμε να κρατάμε μικρό καλάθι σε σχέση με την αυριανή συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν στη Ν. Υόρκη.
Εν πολλοίς το είπε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε. Απαντώντας σε ερωτήματα του Π. Γαλιατσάτου, προχθές Κυριακή, είπε: «Δεν είμαι αφελής και γνωρίζω πολύ καλά ότι οι πολιτικές των χωρών δεν αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Οφείλω, όμως, να διερευνήσω αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, αν μας δίνει τη δυνατότητα πραγματικά να πετύχουμε κάτι το οποίο ενδεχομένως οι προκάτοχοί μου να μην μπόρεσαν να το πετύχουν. Αλλά και να μην μπορέσουμε να το πετύχουμε, διότι πολύ απλά θα καταλήξουμε ότι δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε, αυτό δεν μας υποχρεώνει να είμαστε μονίμως "στα κόκκινα" και στην ένταση την οποία βιώσαμε τα τελευταία τέσσερα χρόνια».
Στο ίδιο μήκος κύματος, απαντώντας σε ερωτήματα του Γ. Ευγενίδη, λίγο νωρίτερα, ο κ. Μητσοτάκης είχε επίσης δηλώσει ότι «η Χάγη είναι πολύ μακριά ακόμα».
Πρόκειται για τοποθετήσεις οι οποίες εδράζονται σε ένα κλίμα μειωμένων προσδοκιών, σε αντίθεση με εκείνο που είχε επικρατήσει μετά την τελευταία συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο Ρ. Τ. Ερντογάν, στο Βίλνιους. Τότε, ο κ. Μητσοτάκης είχε κάνει λόγο για «κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις», οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν την αφετηρία μίας διαπραγμάτευσης ενώ την Κυριακή ανασκεύασε μιλώντας για «αμοιβαίες κινήσεις», που πρέπει να γίνουν και από τις δύο πλευρές.
Έτσι, όσο αυτονόητο ή εύλογο κι αν θεωρεί ο πρωθυπουργός ότι «σε μια διαπραγμάτευση δεν μπορεί να πετύχει ποτέ κανείς το 100% των διεκδικήσεών του. Νομίζω λέω το αυτονόητο», όπως είπε την Κυριακή, οφείλει κανείς να προσμετρά πως η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε περισσότερο από όσα ήδη ορίζει η διεθνής νομιμότητα, για την υφαλοκρηπίδα και για την ΑΟΖ της. Αντίθετα, η Τουρκία επιμένει να θέτει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης κυριαρχικά δικαιώματα ή ακόμη και κυριαρχία, συμπεριλαμβανομένης της τύχης ελληνικών νησιών, της επέκτασης των χωρικών μας υδάτων ή ιδεολογημάτων όπως η γαλάζια πατρίδα ή ακόμη και παράνομων εφευρημάτων όπως το τουρκολιβυκό μνημόνιο.
Έτσι, λοιπόν, όταν η Ελλάδα προστρέχει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με την Τουρκία, παρά την ύπαρξη του casus belli και έχοντας δηλώσει δια στόματος του πρωθυπουργού της ότι «τα ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με την εθνική κυριαρχία, την εθνική ακεραιότητα της χώρας, είναι ζητήματα τα οποία δεν πρόκειται ποτέ να μπουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων από εμένα. Είναι εκτός της συζήτησης την οποία κάνουμε με την Τουρκία», οφείλουμε να κρατάμε «μικρό καλάθι» από αυτή τη συνάντηση, τουλάχιστον ως προς την επίλυση της μόνης διαφοράς που τρέφει η χώρα με τη γείτονά της. Της υφαλοκρηπίδας - ΑΟΖ.
Τώρα, εάν αυτό που όντως μπορούμε να περιμένουμε ως αποτέλεσμα της συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν στη Νέα Υόρκη είναι η συνέχιση της απουσίας έντασης μεταξύ των δύο κρατών, ε, τότε κάτι είναι και αυτό… που λέει και ο λαός μας.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.