Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Στη διάρκεια των τελευταίων πέντε δεκαετιών, η Γερμανία, στο πλαίσιο της ενεργειακής της πολιτικής, έχει καταστήσει τη Ρωσία βασικό προμηθευτή (μονοπωλιακό με οικονομικούς όρους) φυσικού αερίου καθώς εισάγει ποσοστό άνω του 55% της κατανάλωσής της σε αυτό το καύσιμο από τη συγκεκριμένη χώρα.
Αντίστοιχα, εισάγει περίπου το ένα τρίτο της συνολικής ετήσιας κατανάλωσής της σε πετρέλαιο, όπως και το ήμισυ της κατανάλωσής της σε άνθρακα, επίσης από τη Ρωσία.
Πρόκειται για μία εμπορική σχέση η οποία σφυρηλατήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970, στο πλαίσιο και της Ostpolitik και βασίστηκε σε όρους αντιπραγματευτισμού αλλά και χαμηλών τιμολογίων, καθώς η Γερμανία εξήγαγε μηχανολογικό εξοπλισμό στη Ρωσία έναντι καυσίμων για να κινήσει τα εργοστάσιά της, να θερμάνει τα νοικοκυριά της και να εξυπηρετήσει τις οδικές της μεταφορές.
Εξελίχθηκε, δε, αυτή η στενή εμπορική σχέση παρά τις ενστάσεις που είχε ευθύς εξαρχής διατυπώσει το ΝΑΤΟ, υπό το φως των προφανών κινδύνων ασφαλείας που συνεπάγετο αυτός ο γερμανο-ρωσικός ενεργειακός εναγκαλισμός. Τις σχετικές ανησυχίες φρόντισε να διασκεδάσει τότε η Γερμανία, διαβεβαιώνοντας ότι οι εισαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία δεν θα υπερέβαιναν το 10% της συνολικής της κατανάλωσης στο συγκεκριμένο καύσιμο.
Μισό αιώνα μετά, τα πράγματα δεν είναι έτσι ακριβώς.
Για τον λόγο αυτόν εξάλλου, η Γερμανία ήταν η πρώτη και κυριότερη χώρα που προέβαλε ενστάσεις, αντιρρήσεις και καθυστερήσεις στην επιβολή ευρωπαϊκών κυρώσεων ενεργειακού χαρακτήρα στη Ρωσία, αναφορικά με την εισβολή στην Ουκρανία. Πλέον, δε, στέκει έρμαιο των όποιων διαθέσεων της Μόσχας, η οποία θα μπορούσε να διακόψει έως και εντελώς την τροφοδοσία σε φυσικό αέριο.
Όλα αυτά, όμως, είναι, εν πολλοίς, ιστορία.
Αυτό που δεν είναι ακόμη γραμμένο σε «πέτρα» είναι ο σχεδιασμός της Κομισιόν και για την ακρίβεια της Γερμανίδας επικεφαλής της και πρώην υπουργού Άμυνας της χώρας της, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, να επιβάλει οριζόντια περικοπή 15% στην κατανάλωση φυσικού αερίου για όλες τις χώρες-μέλη της ΕΕ, ανεξάρτητα εάν προμηθεύονται αέριο από τη Ρωσία ή όχι.
Δεν είναι δε γραμμένα ακόμη σε «πέτρα», αφενός, διότι η φίλτατη Ούρσουλα δεν ρώτησε κανέναν πριν εκδώσει αυτόν τον «φετφά» και αφετέρου, διότι ο ευρωπαϊκός Νότος, από την Ισπανία έως την Ελλάδα, καθώς και χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, ενίστανται έναντι αυτής της απόφασης.
Χθες οι διαβουλεύσεις επ’ αυτού εξελίχθηκαν σε επίπεδο μονίμων αντιπροσώπων ενώ σήμερα θα συνεδριάσει εκτάκτως το συμβούλιο των υπουργών Ενέργειας των 27, όπου βεβαίως θα διατυπωθούν οι ενστάσεις στην πρόταση της Κομισιόν και θα κριθεί η περαιτέρω πορεία των πραγμάτων.
Ανεξαρτήτως, λοιπόν, της όποιας τροπής λάβει η υπόθεση, είναι σαφές ότι στη συγκεκριμένη περίσταση, η Κομισιόν δεν έδρασε επ' ωφελεία του συνόλου των κρατών-μελών της ΕΕ αλλά προς το συμφέρον ειδικά της Γερμανίας.
Κατά πόσον τούτο οφείλεται στην πρόθεση της φίλτατης Ούρσουλας να εξυπηρετήσει την πορεία των πραγμάτων δεδομένης της ενεργειακής εξάρτησης της Γερμανίας από τη Ρωσία και των τυχόν πολιτικών φιλοδοξιών που η ίδια τρέφει, δεν ενδιαφέρει.
Αυτό που ενδιαφέρει, είναι ότι το έπραξε διακυβεύοντας το συμφέρον πολλών εκ των λοιπών κρατών- μελών της ΕΕ, τα οποία φρόντισαν εγκαίρως να διασπείρουν τον κίνδυνο του ενεργειακού τους χαρτοφυλακίου, κατά τρόπο που να μην υπονομεύει τη μελλοντική τους πορεία.
Σε αντίθεση με τη Γερμανία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.