Η αξιολόγηση και το «δάσκαλε που δίδασκες...»

Οι συνδικαλιστικοί φορείς των εκπαιδευτικών ζητούν να μην εφαρμοστούν οι νόμοι του κράτους περί «αξιολόγησης». Πρόκειται, προφανώς, για νομοθετήματα «α λα καρτ»! Ή μήπως όχι;

Η αξιολόγηση και το «δάσκαλε που δίδασκες...»

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Η αλήθεια είναι ότι ουδέποτε «το είχαμε» με τους νόμους και την εφαρμογή τους στην Ελλάδα. Πώς θα μπορούσαμε άλλωστε, όταν στη χώρα μας ανθεί διαχρονικά η αυθαιρεσία και υπάρχει μία αέναη προσπάθεια εξεύρεσης «παραθύρων»; Στην περίπτωση των εκπαιδευτικών και της υπόθεσης της αξιολόγησης, όμως, μάλλον ξεπεράσαμε τον εαυτό μας.

Το ζήτημα δεν αφορά τόσο σε αυτήν καθεαυτήν τη διαδικασία της αξιολόγησης και των πεδίων όπου αυτή προβλέπεται να εφαρμοστεί, δηλαδή στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς, στις σχολικές μονάδες και στο εκπαιδευτικό έργο, όσο κυριότερα στην πρόθεσή τους να απόσχουν από την εργασία τους, μέσω μίας ιδιότυπης κινητοποίησης που προσομοιάζει σε «λευκή απεργία» και ονομάζεται «απεργία-αποχή». Αντικείμενο, δε, αυτής της κινητοποίησης είναι η μη εφαρμογή ψηφισμένων από τη Βουλή νόμων, εν προκειμένω, αυτών που αφορούν την «αξιολόγηση».

Οι ενστάσεις των συνδικαλιστικών οργάνων του κλάδου ΔΟΕ και ΟΛΜΕ ως προς την όλη υπόθεση της αξιολόγησης είναι γνωστές και χιλιοειπωμένες. Πέρυσι αλλά και φέτος που ανακινείται το θέμα, οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν χάσει ευκαιρία να τονίσουν, λίγο-πολύ, ότι είναι υπεράνω οποιασδήποτε διαδικασίας αξιολόγησης. Αντίστοιχες θέσεις έχουν δε διαχρονικά, από την εποχή Αρσένη στο υπουργείο Παιδείας, το μακρινό 1997 (ν. 2525/1997), έως τον 4024/2011, τον νόμο του 2017 και βεβαίως τους προσφάτως ψηφισθέντες 4692/2020 για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου και 4823/2021 για την αξιολόγηση των στελεχών της εκπαίδευσης, των εκπαιδευτικών και των μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού.

Πλέον, όμως, αυτά είναι τα νομοθετήματα που έχει ο τόπος για το συγκεκριμένο ζήτημα. Πώς να το κάνουμε, δηλαδή; Είναι ο νόμος του κράτους και συνήθως η επιβολή του νόμου δεν απαιτεί περαιτέρω προσκλήσεις ή κίνητρα… Αντίθετα, η παραβίαση της νομοθεσίας οδηγεί σε κυρώσεις. Στην περίπτωση των εκπαιδευτικών, δε, τούτες αποτυπώνονται στον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα.

Πέραν, όμως, των όποιων κυρώσεων, ποιο είναι το μήνυμα που στέλνουν οι εκπαιδευτικοί προς τους μαθητές τους αρνούμενοι να εφαρμόσουν τον νόμο; Ποιο είναι το μήνυμα που στέλνουν κατερχόμενοι σε κινητοποιήσεις του είδους που εξήγγειλαν, ώστε να αλλάξει ένας νόμος του κράτους; Τους λένε να αψηφούν την κοινοβουλευτική δημοκρατία και να τηρούν το νόμο «α λα καρτ»; Εάν ο νόμος δεν τους «βολεύει», να τον παραβιάζουν και να αδιαφορούν για τις όποιες συνέπειες;

Διότι εάν έχουν όντως έτσι τα πράγματα, τότε τίθεται ένα ευρύτερο ζήτημα σχετικά με την καταλληλότητά τους να αποτελούν τμήμα της εκπαιδευτικής κοινότητας. Οι δάσκαλοι και οι καθηγητές και φυσικά οι πράξεις τους θα όφειλαν να αποτελούν πρότυπο για τη μαθητική κοινότητα. Εάν δε αυτό το πρότυπο απενοχοποιεί την παραβίαση των νόμων, ως ζήτημα αρχής, τότε, είναι σαφές ότι νοσεί.

Φίλτατοι -ας μην ξεχνάμε- σε μία συντεταγμένη ως προς το Σύνταγμα και τους νόμους Πολιτεία, τα πράγματα οφείλουν να είναι απλά.

Η διαβούλευση και η διατύπωση ενστάσεων συνήθως προηγείται της ψήφισης των νόμων, δεν έπεται. Εάν εξακολουθούν να υφίστανται ενστάσεις και μετά την ψήφιση, τότε υπάρχουν -και πάλι- οι νόμιμες διαδικασίες υποβολής τους, εξαρτώμενης της φύσης τους. Αυτό που δεν προβλέπεται, όμως, είναι η παραβίαση της νομοθεσίας με το έτσι θέλω.

Αυτό είναι, δε, που ζητούν οι συνδικαλιστές των εκπαιδευτικών. Είναι δυνατόν να μείνει αναπάντητο;


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v