Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το μάλλον ιδιόρρυθμο εκλογικό σύστημα δύο ψήφων που διαθέτει η Γερμανία, μέσω του οποίου οι εκλογείς επιλέγουν με την πρώτη -και με σταυρό προτίμησης- υποψήφιο από την εκλογική τους περιφέρεια και με τη δεύτερη, το κόμμα επιλογής, κατά κανόνα παράγει κυβερνήσεις συνασπισμού.
Σε ακριβώς αυτό το πρότυπο και υπό το φως των αποτελεσμάτων της εκλογικής αναμέτρησης της προηγουμένης Κυριακής, βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη διεργασίες μεταξύ των πολιτικών κομμάτων για τον σχηματισμό κυβέρνησης, κατά πάσα βεβαιότητα τριών κομμάτων.
Αυτές οι διεργασίες μπορεί να είναι σύντομης διάρκειας ή να διαρκέσουν και επί μήνες, όπως έχει συμβεί και κατά το παρελθόν. Άπαντες όμως τρέφουν τη βεβαιότητα ότι θα οδηγήσουν τελικώς στον σχηματισμό κυβέρνησης, όπως αντιστοίχως ότι το ομόσπονδο γερμανικό κράτος θα συνεχίσει να λειτουργεί απρόσκοπτα, καθ’ όλη τη διάρκεια αυτών των διαπραγματεύσεων.
Είναι σαφές, δε, ότι εφόσον ευοδωθούν οι σχετικές συζητήσεις, η διακυβέρνηση του όποιου σχήματος προκύψει θα εδράζεται σε σαφώς αποτυπωμένη προγραμματική συμφωνία, την οποία άπαντες των συμμετεχόντων θα δεσμευτούν να τηρήσουν.
Είναι, ενδεχομένως, ενδεικτική, δε, του πνεύματος με το οποίο εισέρχονται οι πρωταγωνιστές της πολιτικής σκακιέρας στη Γερμανία σε συζητήσεις αυτού του είδους, η δήλωση στην οποία προέβη ο νικητής των πρόσφατων εκλογών, Σοσιαλδημοκράτης Όλαφ Σόλτς, λέγοντας ότι στόχος είναι η διαμόρφωση μίας βιώσιμης κυβέρνησης, η οποία θα έχει ορίζοντα πέραν αυτής της κοινοβουλευτικής περιόδου.
«Πρόκειται για ένα αφήγημα προόδου. Εάν τρία κόμματα, τα οποία έχουν κατά νου την πρόοδο στις αρχές της δεκαετίας του 2020, συνεργαστούν, μπορεί να γίνει κάτι καλό, ακόμα κι αν έχουν διαφορετικές αφετηρίες», δήλωσε ο Σολτς μετά τη συνεδρίαση του προεδρείου του SPD στο Βερολίνο.
Ανεξαρτήτως πάντως της βεβαιότητας που εκφράζει ο Σόλτς ως προς την έκβαση των συνομιλιών με τους Πράσινους και το Φιλελεύθερο κόμμα και των όποιων σχεδίων τρέφει για το πολιτικό μέλλον του συγκεκριμένου σχήματος, ουδείς -ή σχεδόν- αμφιβάλλει ως προς τη δυνατότητα του γερμανικού πολιτικού συστήματος να προσφέρει στη χώρα ένα κυβερνητικό σχήμα. Μεταξύ όσων συνομιλούν σήμερα ή άλλων. Ουδείς αμφιβάλλει, δηλαδή, είτε για την ωριμότητα του πολιτικού προσωπικού να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και να προχωρήσει στον όποιον απαραίτητο πολιτικό συμβιβασμό ώστε να κυβερνηθεί η χώρα, είτε για την ικανότητα και την ακεραιότητα του κρατικού μηχανισμού να διοικήσει τη χώρα, ενόσω το πολιτικό προσωπικό διαπραγματεύεται για τη διακυβέρνησή της.
Αυτά, βέβαια, στη Γερμανία, στην οποία εξάλλου οι Ευρωπαίοι έχουν εναποθέσει -ακουσίως ή εκουσίως, ουδεμία σημασία έχει- τις τύχες της Ευρώπης.
Σε αντιδιαστολή, εδώ στην Ελλάδα, μόλις στις αρχές του μήνα ακούσαμε για ακόμη μία φορά από τα χείλη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη ότι εάν δεν υπάρξει αυτοδυναμία από το αποτέλεσμα της επόμενης εθνικής κάλπης, όποτε κι αν αυτή στηθεί, τότε η χώρα θα οδεύσει εκ νέου προς εκλογές. «Η απλή αναλογική δεν επιτρέπει τον σχηματισμό κυβέρνησης παρά μόνο με τη συνεργασία των πρώτων δύο κομμάτων, την οποία και αποκλείω», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης από τη Θεσσαλονίκη και τη ΔΕΘ.
Η αυτοδυναμία, ευλόγως, προσφέρει σε όποιον την κατέχει ευχέρεια κινήσεων και απουσία ανάγκης πολιτικών συμβιβασμών. Η ανάγκη εξασφάλισής της, όμως, μαρτυρά πολλά και για το πολιτικό προσωπικό μίας χώρας. Ένθεν και ένθεν…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.