Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Από το 1974 έως σήμερα έχουν εκδοθεί δεκάδες αποφάσεις ή δηλώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας ή και της Ολομέλειας του ΟΗΕ, με τις οποίες καταδικάζεται η τουρκική εισβολή στην Κύπρο και ζητούνται η απομάκρυνση των κατοχικών στρατευμάτων, η επιστροφή των αγνοουμένων και συνολικά η επίλυση του κυπριακού ζητήματος, βάσει μίας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, όπως προβλέπει το πλαίσιο λύσης στο οποίο είχαν συμφωνήσει ήδη από το 1977, οι Μακάριος - Ντενκτάς.
Το τι ακριβώς έγινε έκτοτε, από όλα αυτά, είναι γνωστό.
Έτσι, λοιπόν, όσο ευπρόσδεκτη κι αν είναι η δήλωση που εξέδωσε την προηγούμενη εβδομάδα το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με την οποία καταδικάζονται οι πρόσφατες δηλώσεις Ερντογάν - Τατάρ για το «άνοιγμα» των Βαρωσίων και καλείται η Τουρκία να συμμορφωθεί με τις έως τώρα αποφάσεις και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για την Κύπρο, στην πράξη ελάχιστα αναμένεται ότι θα διαφοροποιήσει την κυπριακή εξίσωση.
Η Τουρκία θα συνεχίσει να κατέχει -παρανόμως- ποσοστό περίπου 38% της Μεγαλονήσου, μέσω των στρατευμάτων που διατηρεί εκεί και να φέρεται στη βάση του δικαίου του ισχυροτέρου, αρνούμενη να αναγνωρίσει έστω και την ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ αντίθετα αποτελεί τη μόνη κρατική οντότητα παγκοσμίως που αναγνωρίζει το ψευδοκράτος της Β. Κύπρου.
Η μόνη χρησιμότητα που θα μπορούσε να έχει -στην πράξη- η τελευταία δήλωση του Σ.Α. του ΟΗΕ θα αφορούσε την αξιοποίησή της ως εφαλτηρίου εκ μέρους της διεθνούς κοινότητας για την επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας, οικονομικών και άλλων, με στόχο τη συμμόρφωσή της στις αποφάσεις του ΟΗΕ.
Αν και κατά το παρελθόν η οδός των κυρώσεων έχει επίσης ακολουθηθεί και εξακολουθεί να υφίσταται εκ μέρους των ΗΠΑ για άλλα ζητήματα, η παρούσα ευάλωτη οικονομική κατάσταση της Τουρκίας θα συνηγορούσε στην εκ νέου αξιοποίηση αυτής της οδού.
Αν και η Τουρκία εκτιμάται ως πολύτιμος σύμμαχος ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού, τούτο δεν ισχύει για τον ίδιο τον πρόεδρο Ερντογάν, η πολιτική του οποίου βρίσκεται αντιμέτωπη με δυτικά συμφέροντα σε σειρά ζητημάτων και κυρίως σε ό,τι αφορά στις αναθεωρητικές του διαθέσεις στην ευρύτερη περιοχή.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η παρούσα πολιτική συγκυρία στέκει ευνοϊκή, σε διεθνές επίπεδο, για την ενεργοποίηση περαιτέρω κυρώσεων εκ μέρους των ΗΠΑ, της ΕΕ, αλλά και συνολικά της διεθνούς κοινότητας για την άσκηση πίεσης στην Τουρκία, με στόχο τη συμμόρφωσή της στις υφιστάμενες αποφάσεις του ΟΗΕ ως προς το κυπριακό ζήτημα.
Αντιστοίχως, η πορεία για την επιβολή κυρώσεων προς τη γείτονα θα καταδείκνυε για ακόμη μία φορά τις ακριβείς προθέσεις τόσο στην Ευρώπη (βλέπε Γερμανία) όσο και στις ΗΠΑ, έναντι της Τουρκίας και τη βούλησή τους να τηρηθεί το διεθνές δίκαιο. Όπως αντίστοιχα θα καταδείκνυε και την όποια τυχόν χρησιμότητα εξακολουθούν να έχουν διεθνείς οργανισμοί όπως ο ΟΗΕ.
Για την ακρίβεια, η άσκηση πίεσης για τη συμμόρφωση της Τουρκίας με τις αποφάσεις του Σ.Α. του ΟΗΕ και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου συνιστά δοκιμασία ως προς τους λόγους ύπαρξης αυτών των διεθνών οντοτήτων και του ρόλου των κρατών-μελών τους.
Εάν η τουρκική αυθαιρεσία αφεθεί να συνεχίσει ανεξέλεγκτη, είναι βέβαιον ότι θα ενταθεί περαιτέρω, οδηγώντας κατά πάσα βεβαιότητα σε ακόμη χειρότερες προκλήσεις. Τότε, όμως, θα είναι αργά για κυρώσεις, καθώς θα απαιτούνται πλέον περισσότερο δραστκές «απαντήσεις».
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.