Ο «αναγκαστικός» διάλογος με την Τουρκία

Αν και η επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν είναι σαφώς χαμηλών προσδοκιών, αποτελεί «μονόδρομο» για αμφότερες τις πλευρές, υπό τις παρούσες αρνητικές περιστάσεις. Υπάρχει πάντα, δε, και το ενδεχόμενο των εκπλήξεων…

Ο «αναγκαστικός» διάλογος με την Τουρκία

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Οι συναντήσεις σε ανώτατο επίπεδο, όπως αυτή που έχει προγραμματιστεί για τη Δευτέρα, 14 τρέχοντος, στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, μεταξύ του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πραγματοποιούνται κατά κανόνα όταν έχει ήδη επιτευχθεί μία κατ’ αρχάς συμφωνία επί επίμαχων ζητημάτων, ώστε να υπάρξει η επισφράγισή της.  Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν είναι γνωστό ή, ακριβέστερα, είναι αμφίβολο κατά πόσον υπάρχει κάποια συμφωνία αυτού του είδους. Για την ακρίβεια, συντρέχουν μάλλον οι αντίστροφες περιστάσεις.  

Η επικείμενη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν, πλην απροόπτου, θεωρείται χαμηλών προσδοκιών. Από την τελευταία συνάντηση μεταξύ των δύο ανδρών, προ διετίας, έχουν μεσολαβήσει η «εργαλειοποίηση» των μεταναστών στον Έβρο και οι αλλεπάλληλες κρίσεις με το Ορούτς Ρέις στην Αν. Μεσόγειο.

Αντίστοιχα, οι βαθιές διαφορές μας με τη γείτονα επιβεβαιώθηκαν πέραν πάσης αμφιβολίας τόσο κατά τις διερευνητικές και λοιπές επαφές που διεξήχθησαν το τελευταίο διάστημα όσο και κατά τις δύο συναντήσεις των υπουργών Εξωτερικών των δύο κρατών Ν. Δένδια και Μ. Τσαβούσογλου. 

Ακόμη, μόλις προ ολίγων ημερών, η Ελλάδα αποκλείστηκε εκ νέου, και μάλιστα κατά τρόπο πανηγυρικό, από τη συνδιάσκεψη του Βερολίνου για το ζήτημα της Λιβύης, μολονότι είναι η πλησιέστερη χώρα-μέλος της ΕΕ στη Λιβύη, κατόπιν προφανούς επιμονής της Τουρκίας.

Υπ’ αυτό το πρίσμα, ποιοι είναι οι λόγοι που ωθούν τους κ.κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν σε μία συνάντηση ανώτατου επιπέδου, από την οποία θα όφειλαν να εμφανιστούν, τουλάχιστον, κάποιοι καρποί, υπό κανονικές συνθήκες;

Με μόνη την εξαίρεση της ύπαρξης κάποιας τυχόν προόδου στις μεταξύ τους συνομιλίες, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν τις δύο πλευρές σε κάποιο είδος διεθνούς διαιτησίας, συμπεριλαμβανομένης της Χάγης, οι λόγοι για τους οποίους κάθονται στο τραπέζι συνοψίζονται στα εξής: Από ελληνικής πλευράς, η ελπίδα εστιάζεται στο να κερδηθεί χρόνος, ο οποίος για πρώτη φορά  τα τελευταία χρόνια κυλά υπέρ της Ελλάδος. Χρόνος και ήρεμο κλίμα, για να αναβιώσει η τουριστική βιομηχανία της χώρας και να αναζωογονηθούν τα έσοδα της οικονομίας και του προϋπολογισμού, αλλά και χρόνος ώστε να προωθηθεί το εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας.

Από την πλευρά της, η Τουρκία, σε μια περίοδο χαλεπή για την οικονομία της αλλά και την εξωτερική της πολιτική, επιδιώκει την περαιτέρω απομάκρυνση του ενδεχομένου νέων κυρώσεων από την ΕΕ, με την εμφάνισή της ως δύναμης διαλόγου και συνεννόησης, διαμέσου των διερευνητικών επαφών, των συναντήσεων σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και βεβαίως της συνάντησης Μητσοτάκη - Ερντογάν. «Εμείς μιλάμε με τον γείτονα», μπορούν να ισχυρίζονται έτσι, ακόμη και προς τις ΗΠΑ, με τον πρόεδρο των οποίων επίσης θα συναντηθεί ο κ. Ερντογάν, στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.

Υπό αυτό το πρίσμα και δεδομένων των υφιστάμενων συσχετισμών δυνάμεων μεταξύ των δύο πλευρών, η επικείμενη συνάντηση των δύο ανδρών αποτελεί τη μόνη λογική τροπή που μπορούν να λάβουν οι σχέσεις με τη γείτονα. Διάλογος παρά αντιπαράθεση. Εξασφάλιση χρόνου παρά όξυνση. Στο βάθος, δε, υπάρχει ένα ακραίο, πλην υπαρκτό, ενδεχόμενο προσέγγισης κάποιας μορφής συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών, με στόχο τη διευθέτηση της μόνης εκκρεμούς διαφοράς μεταξύ τους, κατά την ελληνική πλευρά, υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, σε αρμόδιο διεθνές δικαστήριο. Ας κρατάμε, ωστόσο, «μικρό καλάθι».


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v