Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ακόμη κι αν θεωρήσουμε ότι η κριτική που ανέπτυξε χθες η αντιπολίτευση, αξιωματική και ελάσσονα, σχετικά με την προφανή αδυναμία της κυβέρνησης να αναχαιτίσει την εγκληματικότητα, εμπεριέχει πολιτική σκοπιμότητα, είναι σαφές ότι η ατζέντα «νόμου και τάξης» την οποία υποσχέθηκε προεκλογικά η παρούσα κυβέρνηση δεν έχει ακόμη πλήρως αναπτυχθεί.
Για την ακρίβεια, υπό το φως των αλλεπάλληλων δολοφονιών και ειδεχθών εγκλημάτων που συγκλονίζουν εσχάτως την κοινή γνώμη, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η χώρα μας βιώνει τα επίχειρα των επιλογών της επί σειρά ετών και δεν έχει κάνει ούτε βήμα για να θεραπεύσει τις παθογένειες που σχετίζονται με το οργανωμένο έγκλημα. Η ευθύνη, δε, ως προς αυτό προφανώς δεν βαρύνει μόνον τους ώμους της παρούσας κυβέρνησης.
Έτσι, λοιπόν, εάν υπερβούμε το πολιτικό βουητό που συνοδεύει τη συζήτηση περί εγκληματικότητας στη χώρα μας, ίσως θα ήταν χρήσιμο να αναλογιστούμε τους λόγους για τους οποίους πρέπει να επιταχυνθεί ο ρυθμός απονομής της δικαιοσύνης στην Ελλάδα, ώστε να μην υφίσταται ούτε καν ενδεχόμενο αρνησιδικίας σε περιπτώσεις υποθέσεων βίαιων εγκλημάτων ή παρέλευσης του χρονικού ορίου προφυλάκισης των κατηγορουμένων και άρα απελευθέρωσή τους.
Όπως, επίσης, οφείλουμε να αναρωτηθούμε κατά πόσον επέδρασε στην αύξηση της εγκληματικότητας η ελάφρυνση των ποινών, η οποία συνόδευσε την τελευταία αναθεώρηση του ποινικού κώδικα.
Αντίστοιχα, οφείλουμε να διερωτηθούμε ως προς τους λόγους για τους οποίους στερούμαστε -ενσυνείδητα και σκοπίμως εδώ και πολλά χρόνια- τη δυνατότητα βιντεο-επιτήρησης, που θα έδινε στην Πολιτεία επί των Ολυμπιακών Αγώνων το σύστημα C4I. Ένα σύστημα το οποίο, παρά το υψηλό κόστος του, των περίπου 260 εκατ. ευρώ, ουδέποτε τέθηκε πλήρως σε λειτουργία και τόσο ευχερώς αποσυναρμολογήθηκε στη συνέχεια, στη βάση ευαισθησιών περί προσωπικών δεδομένων. Πλέον, βέβαια, τα απομεινάρια του κείτονται άχρηστα σε κάποιες αποθήκες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
Στη Βρετανία, άραγε, κοιτίδα του κοινοβουλευτισμού, όπου υφίσταται ένα εκτενέστατο δίκτυο βιντεο- επιτήρησης, τρέφουν μικρότερες ευαισθησίες για τα προσωπικά δεδομένα από ό,τι στην πατρίδα μας;
Όπως τα ίδια τα στελέχη της ΕΛΑΣ ομολογούν, στη διάρκεια κατ’ ιδίαν συζητήσεων, η Ελλάδα έχει καταστεί άντρο και ορμητήριο του οργανωμένου εγκλήματος, εξαιτίας ακριβώς αυτών των λόγων και θα παραμείνει ως τέτοιο, ενόσω συνεχίζουν να υφίστανται αυτοί οι λόγοι.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, το δίλημμα περί εγκληματικότητας προφανώς δεν αφορά μόνο στη δημιουργία ή μη της πανεπιστημιακής αστυνομίας, όσο αμφιλεγόμενη και αν είναι αυτή, αλλά στις βαθιές τομές που απαιτούνται, αφενός, για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης και στην εκ νέου αυστηροποίηση των ποινών, ώστε το έγκλημα να πατάσσεται, αφετέρου, στην ενίσχυση των προληπτικών μέτρων, στα οποία θα εντασσόταν και ένα ολοκληρωμένο σύστημα βιντεο-επιτήρησης, όπως αυτό που πρόσκαιρα είχε η Αττική το 2004.
Από αυτού του σημείου και μετά, έπεται η λοιπή συζήτηση περί αναθεώρησης της αντεγκληματικής πολιτικής.
Ας μην απατώνται όσοι ήδη κρατούν τα ηνία της χώρας και όσοι ελπίζουν να τα κρατήσουν. Η διακύβευση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών αντικατοπτρίζεται στην κάλπη, όπως τεκμηριώθηκε και στην τελευταία εθνική κοινοβουλευτική εκλογική αναμέτρηση, όσο κι αν δεν ήταν αυτό το κύριο αντικείμενό της.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η αναγκαία επανασχεδίαση της αντεγκληματικής πολιτικής αφορά το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, τα οποία αντί να αναλώνονται ενώπιον της εκλογικής τους πελατείας σε κινήσεις στείρας πολιτικής αντιπαράθεσης, θα μπορούσαν να συνεισφέρουν σε αυτόν τον διάλογο κατά τρόπο εποικοδομητικό, μέσω των προτάσεών τους, όπως έπραξε εξάλλου πρόσφατα το ΚΙΝΑΛ.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.