Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Οι καθυστερήσεις στη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης στην Ελλάδα αποτελούν ένα άριστα... εμπεδωμένο γεγονός.
Η ύπαρξη αυτού του φαινομένου τεκμηριώνεται και πιστοποιείται στην πράξη, στις αίθουσες των δικαστηρίων, με τον χρόνο που απαιτείται έως ότου τελεσιδικήσει μία υπόθεση αλλά και από τις στατιστικές που εκδίδει σε ετήσια βάση η ΕΕ (The EU Justice Scoreboard), στις οποίες καταλαμβάνουμε κατά τρόπο συστηματικό μία από τις τελευταίες θέσεις μεταξύ των 27. Όχι μόνον στις ποινικές αλλά και στις λοιπές υποθέσεις.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, ίσως, ο χρόνος που απαιτείται για να τελεσιδικήσει η πολύκροτη υπόθεση της Siemens, η οποία εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό στις 3 Σεπτεμβρίου εφέτος, να μην προκαλεί εντύπωση. Ωστόσο, πρόκειται για μία υπόθεση η έρευνα επί της οποίας άρχισε το 2008, οδηγήθηκε ενώπιον ακροατηρίου μετά από 11 ολόκληρα χρόνια, το 2017, και η πρωτόδικη απόφαση επ’ αυτής εκδόθηκε το 2019, με 22 καταδίκες για ξέπλυμα χρήματος, με αποτέλεσμα να μετρά συνολικά έως τώρα 13 χρόνια ζωής, μη συμπεριλαμβανομένου του χρόνου που θα απαιτήσει η εκδίκασή της σε δεύτερο βαθμό. Βεβαίως, στο μεταξύ διάστημα, πολλοί εκ των αρχικώς 64 κατηγορουμένων έχουν αποβιώσει...
Είναι ασαφές, δε, κατά πόσον εξυπηρετείται η υπόθεση της απονομής δικαιοσύνης, όταν χρειάζεται περί τη μία δεκαπενταετία, ώστε να τελεσιδικήσει μία υπόθεση, όσο πολύκροτη ή περίπλοκη κι αν είναι αυτή.
Αποτελούν, δε, αυτές οι καθυστερήσεις στη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης, ένα από τα πλέον ενδελεχώς καταγεγραμμένα και πιστοποιημένα ελλείμματα αποτελεσματικότητας που έχει η χώρα μας, τα οποία της στοιχίζουν κάθε χρόνο πολλές βαθμίδες στις κλίμακες ανταγωνιστικότητας, οι οποίες εκπονούνται διεθνώς. Όπως, επίσης, αποτελούν μία προφανή τροχοπέδη στην καθημερινότητα του κάθε πολίτη, ο οποίος αγωνίζεται να βρει το δίκιο του στις αίθουσες των ελληνικών δικαστηρίων.
Για την ακρίβεια, όπως επισημαίνει η κυριότερη ελληνική εργοδοτική οργάνωση, ο ΣΕΒ, «η Δικαιοσύνη αποτελεί βασικό πυλώνα του συστήματος δημόσιας διακυβέρνησης. Για τις επιχειρήσεις, η ταχύτητα επίλυσης των διοικητικών διαφορών και διεκπεραίωσης όλων των δικαστικών διαδικασιών που τις αφορούν (φορολογία, συμβάσεις, διαδικασίες αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, πτώχευσης, εξυγίανσης) αποτελεί παράγοντα επιβίωσης. Οι υπέρμετρες καθυστερήσεις τις επιβαρύνουν με δυσανάλογο διοικητικό κόστος και κόστος κεφαλαίου, καθυστερούν ή ματαιώνουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και αποθαρρύνουν την προσέλκυση κεφαλαίων και επενδύσεων από το εξωτερικό».
Εάν, όμως, είναι όντως αυτή η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη χώρα μας, η είσοδός μας σε μία περίοδο κατά την οποία θα είναι διαθέσιμος στην Ελλάδα ένας πραγματικός πακτωλός κοινοτικού, δανειακού αλλά και επενδυτικού χρήματος, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι κυριολεκτικά ναρκοθετημένη. Ιδίως υπό το φως των περαιτέρω καθυστερήσεων που συνεπάγεται για τη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης το πολύμηνο lockdown και η διακοπή της λειτουργίας των δικαστηρίων κατά τη διάρκειά του.
Έτσι, λοιπόν, ενόσω η παρούσα κυβέρνηση, η οποία εξελέγη στη βάση μίας μεταρρυθμιστικής ατζέντας, δεν προχωρά στην ευρεία αναδιοργάνωση του τρόπου με τον οποίο απονέμεται η δικαιοσύνη στην Ελλάδα, ας μην απορούμε ως προς το «τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε;».
Η «ασθένεια» είναι γνωστή, όπως και οι προτάσεις για τη θεραπεία της. Τόσο διαμέσου της ενίσχυσης της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών όσο και της εξεύρεσης μεθόδων για τη μείωση της εισροής νέων υποθέσεων στο σύστημα. δίχως -ευλόγως- συμβιβασμούς στην ποιότητα της απονεμόμενης δικαιοσύνης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.