Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Διαιρεμένη ακόμη και ως προς τις πλέον θεμελιώδεις των αξιών επί των οποίων υποτίθεται ότι εδράζεται, όπως η αλληλεγγύη ή το κράτους δικαίου, και αδύναμη να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων που επιτάσσουν οι καταστροφικές επιπτώσεις της πανδημίας επί της ευρωπαϊκής οικονομίας, εμφανίστηκε χθες η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πρόκειται, αναμφίβολα -μέχρι στιγμής- για μία εικόνα αποτυχίας, για την οποία προειδοποιούσε χθες μία «ψυχή».
Μετά από μία τριήμερη σύνοδο και έναν χορό διαβουλεύσεων και επιμέρους συναντήσεων μεταξύ των κρατών-μελών, διαπιστώθηκε αδυναμία γεφύρωσης των διαφορών μεταξύ των λεγομένων «φειδωλών» κρατών και των υπολοίπων, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, της Γερμανίας και φυσικά των χωρών του Νότου.
Οι διαφορές αυτές αφορούν κατ’ αρχάς το ύψος των επιχορηγήσεων, με τους μεν να ερίζουν για 350 δισ. ευρώ και τους δε για 400 δισ. ευρώ, έναντι των 500 δισ. ευρώ που είχε προτείνει αρχικά η Κομισιόν, ενώ ενστάσεις διατυπώνονται και για το συνολικό ύψος του «πακέτου» των 750 δισ. ευρώ, το οποίο οι «φειδωλοί» ζητούν να μειωθεί στα 700 δισ. ευρώ, διαμοιραζόμενο εξίσου μεταξύ δανείων και επιχορηγήσεων.
Αντίστοιχη αδυναμία εμφανίζεται να προέκυψε και ως προς τον τρόπο εποπτείας των κονδυλίων, δανειακών ή χορηγούμενων, με τις λεγόμενες «φειδωλές» χώρες να εμμένουν σε ομοφωνία επί των εκταμιεύσεων αλλά και να συνδέουν αυτές τις χρηματοδοτήσεις με ζητήματα τήρησης των αρχών του κράτους δικαίου εκ μέρους των κρατών-μελών που θα αιτούνται τα σχετικά κεφάλαια. Μίας σύνδεσης προς την οποία αντέδρασε κυρίως ο Β. Ορμπαν, επί των ημερών διακυβέρνησης του οποίου καταγράφηκε οπισθοχώρηση στη δημοκρατική πεπατημένη στην Ουγγαρία.
Η αδυναμία όμως αυτή, την ίδια ώρα που η ευρωπαϊκή οικονομία βυθίζεται στη χειρότερη ύφεση την οποία έχει γνωρίσει από το τέλος του Β’ Π.Π., αντικατοπτρίζει το ευρύτερο έλλειμμα βούλησης που χαρακτηρίζει σήμερα την ΕΕ και έχει συμβάλει στην άνοδο του ευρωσκεπτικισμού.
Ένα έλλειμμα το οποίο την έχει περιορίσει στο ρόλο ενός χαλαρού διεθνικού μορφώματος, κυρίως οικονομικού χαρακτήρα, που λειτουργεί σχετικά «ομαλά» μόνον όταν τα «νερά είναι ήρεμα», ενώ αντεπεξέρχεται με ιδιαίτερη δυσχέρεια και πάντα με καθυστέρηση στα ζητούμενα που του θέτουν καιροί κρίσης, όπως οι παρόντες.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε περιέγραψε κατά τρόπο γλαφυρό, πλην ακριβή, κατά τα φαινόμενα, την κατάσταση που επικράτησε: «Η Ευρώπη εκβιάζεται».
«Η διαπραγμάτευση συνεχίζεται. Από τη μία, έχουμε τη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών -συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων, Γερμανίας, Γαλλίας, Ισπανίας και Ιταλίας, οι οποίες υπερασπίζονται το ευρωπαϊκό όραμα και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς- και από την άλλη, λίγες χώρες, τις λεγόμενες "φειδωλές"».
Ωστόσο, αυτό το οποίο οι «εκβιάζοντες» εμφανίζονται να μη συνεκτιμούν, είναι η επίδραση που κατά πάσα βεβαιότητα θα έχει συνολικά επί της ευρωπαϊκής οικονομίας το ενδεχόμενο κατάρρευσης μίας εκ των ευάλωτων οικονομιών των κρατών-μελών, εξαιτίας και της καθυστέρησης στη χορήγηση στήριξης εκ μέρους της ΕΕ.
Υπό αυτό το πρίσμα, τυχόν περαιτέρω καθυστέρηση στην παροχή χρηματοδοτικής ανάσας προς τις πλέον ευάλωτες οικονομίες προοιωνίζεται αυξημένους κινδύνους για το σύνολο του οικοδομήματος.
Ταυτόχρονα, το ενδεχόμενο εξασφάλισης συμφωνίας επί ενός αποδυναμωμένου και λιγότερο φιλόδοξου σχεδίου οικονομικής στήριξης, που θα αντικατοπτρίζει έναν ενδεχόμενο συμβιβασμό μεταξύ «φειδωλών» και υπολοίπων, κινδυνεύει να αφήσει την ΕΕ με ένα ανεπαρκές χρηματοδοτικό εργαλείο για τη σωτηρία των οικονομιών που κλυδωνίζονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Σε οποιαδήποτε των περιπτώσεων, υπό το φως μίας πραγματικής απειλής για την οικονομική επιβίωση πολλών εκ των κρατών-μελών της, όπως αυτή που θέτει η πανδημία, η ΕΕ εμφανίζεται να στέκει αδύναμη να ανταποκριθεί, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, θέτοντας έτσι και το μέτρο των… έως τώρα δυνατοτήτων της.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.