Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η στήριξη που παρέσχε χθες η Ευρωπαϊκή Ένωση προς την Ελλάδα και την Κύπρο, δια στόματος Ζοσέπ Μπορέλ, ύπατου εκπροσώπου για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ, ζητώντας από την Τουρκία να σεβαστεί τα κυριαρχικά δικαιώματά τους, είναι προφανώς ευπρόσδεκτη.
«Είμαστε σε στενή επαφή με τους συναδέλφους μας, τους υπουργούς Εξωτερικών της Ελλάδας και επίσης της Κύπρου, προκειμένου να παρακολουθήσουμε την κατάσταση των γεωτρήσεων και καλούμε την Τουρκία να σταματήσει τη γεώτρηση στις περιοχές όπου υπάρχει ΑΟΖ ή χωρικά ύδατα της Κύπρου και της Ελλάδας», είπε ο φίλτατος Μπορέλ, προς μεγίστη αγαλλίαση Αθηνών και Λευκωσίας.
Πέραν τούτου, όμως, ας μην περιμένουμε πολλά. Η ΕΕ αναπτύσσει μία συμπαθή ρητορική, όταν όμως έρχεται η ώρα της πράξης, επί ζητημάτων εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, αποδεικνύεται τραγικά κενή περαιτέρω περιεχομένου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι κυρώσεις που εμφανίζεται να επέβαλε στην Τουρκία αναφορικά με τις έρευνες και τις γεωτρήσεις που αυτή διεξάγει στην κυπριακή ΑΟΖ.
Επί μίας διαπιστωμένης και πέραν πάσης αμφισβητήσεως υπόθεση παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων ενός κράτους-μέλους της ΕΕ, επιβλήθηκαν κυρώσεις επί δύο -μεσαίων- στελεχών του τουρκικού πετρελαϊκού κατεστημένου, με τη μορφή του παγώματος των περιουσιακών τους στοιχείων και της απαγόρευσης εισόδου τους στην ΕΕ. Μόνο που τα συγκεκριμένα δύο στελέχη δεν είχαν καν άξια λόγου περιουσιακά στοιχεία, διαθέσιμα για… πάγωμα.
Το μόνο ουσιαστικό απότοκο αυτών των κυρώσεων υπήρξε η απροθυμία κρατών, τα οποία μάλιστα δεν είναι καν μέλη της ΕΕ, να επιτρέψουν σε υπηκόους τους να μετάσχουν στις έρευνες που διεξάγει η Τουρκία στην Ανατολική Μεσόγειο.
Υπό το φως όλων αυτών, η Τουρκία όχι μόνο συνέχισε να παραβιάζει την ΑΟΖ της Κύπρου, αλλά πλέον απειλεί και με τη διεξαγωγή ερευνών και στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, γεγονός, εξάλλου, που αφύπνισε τον φίλτατο Μπορέλ, ώστε να προχωρήσει στην παραπάνω δήλωση.
Εάν θέσουμε στην άκρη, όμως, την κατά τα λοιπά συμπαθή σε επίπεδο ρητορικής ΕΕ, ίσως κατορθώσουμε να δούμε τα πράγματα όπως έχουν.
Η -δηλωμένα αναθεωρητική και άρα διεκδικούσα- Τουρκία επιχειρεί να εξωθήσει τη χώρα μας στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και μάλιστα επί τετελεσμένων στην Ανατολική Μεσόγειο ή και το Αιγαίο. Αντ’ αυτού, εμείς προσφέρουμε κατευνασμό, επίκληση του διεθνούς δικαίου και προφορική «στήριξη» από την πλευρά της ΕΕ. Ως μόνη εκκρεμότητα, δε, αποδεχόμαστε την υπόθεση της υφαλοκρηπίδας (και άρα και της ΑΟΖ).
Ουδεμία αμφιβολία υπάρχει πλέον ότι αυτή η υπόθεση θα οδηγηθεί σε περαιτέρω όξυνση. Ούτως ή άλλως, αυτό είναι το ιστορικό αποτέλεσμα της πολιτικής του κατευνασμού.
Ενόσω ασκούμε αυτή την πολιτική, υπάρχει πάντα ο φόβος ότι η συμπεριφορά μας θα εκληφθεί ως ένδειξη αδυναμίας. Αντίθετα, υπάρχει η οδός της ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής.
Αυτή η οδός καλεί, πρώτον, για την επίδειξη αποφασιστικότητας πέραν πάσης αμφισβητήσεως σε ό,τι αφορά στην προάσπιση της εθνικής κυριαρχίας και δεύτερον, για την αναγνώριση της εκκρεμότητας της υφαλοκρηπίδας ως πεδίου διαλόγου με τη γείτονα, στη βάση των προβλέψεων του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της Θάλασσας. Σε περίπτωση ναυαγίου, δε, αυτού του διαλόγου, προσφυγής στο Δικαστήριο της Χάγης, στη βάση συνυποσχετικού που θα έχει εκ των προτέρων υπογραφεί.
Δεν κομίζουμε γλαύκα εις Αθήνας. Η πρόταση συζητείται -και απορρίπτεται μετ’ επαίνων- επί μακρόν. Υπό τις παρούσες συνθήκες, όμως, ίσως είναι η πλέον ενδεδειγμένη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.