Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η συζήτηση που άνοιξε χθες στις Βρυξέλλες για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης -δηλαδή των κανόνων «λειτουργίας» του ευρώ- είναι μία λάθος συζήτηση.
Περίπου 12 χρόνια μετά την εκδήλωση της πιστωτικής κρίσης, η οποία κυριολεκτικά «γονάτισε» την Ευρωζώνη και οδήγησε, αφενός, σε πρόγραμμα στήριξης σειρά κρατών-μελών της και αφετέρου, στην αναθεώρηση θεμελιωδών κανόνων περί το ενιαίο νόμισμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταδεικνύει ότι ουδέν -ή περίπου- απεκόμισε από αυτή την κρίση.
Μιλά ακόμη, δια στόματος του φίλτατου Βάλντις Ντομπρόβσκις, για «κανόνες που θεωρούνται πολύ περίπλοκοι και δύσκολο να γίνουν κατανοητοί» ενώ δηλώνει ότι ανυπομονεί «... για μια ανοικτή συζήτηση για ό,τι λειτούργησε και ό,τι δεν λειτούργησε, καθώς και για το πώς θα οικοδομήσουμε συναίνεση για τη βελτίωση των κανόνων και της αποτελεσματικότητάς τους».
Δεν είναι σαφές εάν ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και αρμόδιος για τις Οικονομικές Υποθέσεις, Λετονός συντηρητικός, κοιτούσε αδιάφορα προς το υπερπέραν ενώ εξιστορούσε τα παραπάνω.
Αυτό που είναι ωστόσο σαφές είναι πως ουδείς στις Βρυξέλλες -ή περίπου- είναι πρόθυμος να αναφερθεί στον ρόλο που διαδραμάτισε η Κομισιόν σε ό,τι αφορά στην εποπτεία που της έχει ανατεθεί για τον έλεγχο όσων κρατών-μελών αρνούνται να εφαρμόσουν τους κανόνες του 3% επί του ΑΕΠ για το δημοσιονομικό έλλειμμα και 60% του ΑΕΠ για το χρέος.
Είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική, δε, της απουσίας εμπιστοσύνης που περιβάλλει την Κομισιόν, ως πολιτικής και όχι τεχνοκρατικής οντότητας, η απροθυμία που είχε επιδείξει η Γερμανία, κατά την έναρξη της ελληνικής κρίσης, να τεθεί επικεφαλής του σχήματος διάσωσης της χώρας μας ομάδα των Βρυξελλών.
Τότε είχαν κάνει λόγο για απουσία τεχνογνωσίας και για τον λόγο αυτόν το Βερολίνο είχε επιμείνει στην εμπλοκή του ΔΝΤ. Στην πραγματικότητα, απλά δεν πίστευαν ότι η Κομισιόν θα μπορούσε να υπερβεί τον συνήθη ρόλο της, ο οποίος διαμορφώνεται στη βάση των εκάστοτε πολιτικών συγκυριών και προτεραιοτήτων.
Μία απλή παρατήρηση αναφορικά με τον ρόλο και τη συμπεριφορά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς όσα κράτη-μέλη παραβιάζουν το Σύμφωνο Σταθερότητας, όπως η Ιταλία, η Γαλλία ή ακόμη και η Γερμανία -για εντελώς διαφορετικούς λόγους το καθένα- αρκεί για να πείσει περί του λόγου το αληθές.
Παρά ταύτα, γεγονός παραμένει ότι οι κανόνες «λειτουργίας» του ευρώ χρήζουν αναθεώρησης.
Αυτή η αναθεώρηση, δε, θα όφειλε να μην αφορά κάποιο συγκερασμό μεταξύ της «αυστηροποίησης» που φέρονται να επιθυμούν τα βόρεια κράτη-μέλη ή της «χαλάρωσης» που επίσης φέρονται να επιδιώκουν τα κράτη-μέλη του Νότου.
Ενόσω η επιτήρηση της εφαρμογής των κανόνων θα εναπόκειται σε ένα πολιτικό σώμα, όσο κι αν αυτοί αναθεωρηθούν, η τήρησή τους θα υπόκειται πάντα σε πολιτικά κριτήρια.
Αντίθετα, αυτό που σαφώς απαιτείται αλλά τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης είναι απρόθυμα να προσφέρουν, αφορά στη δημιουργία ενός πλαισίου ενιαίας δημοσιονομικής εποπτείας και λειτουργίας.
Δίχως ενιαίο έλεγχο των δημοσιονομικών, θα υπάρχουν πάντα διαφορετικές «ταχύτητες» στην Ευρωζώνη, η ισχύς της οποίας θα εξαρτάται από τον πλέον αδύναμο κρίκο της.
Δίχως ενιαία δημοσιονομική εποπτεία και φυσικά δίχως το περίφημο υπουργείο Οικονομικών για το οποίο έκανε λόγο ο φίλτατος Ε. Μακρόν, η Ευρωζώνη θα είναι πάντα ένα ελαττωματικό δημιούργημα, ανοικτό σε κάθε λογής κινδύνους.
Ενιαία δημοσιονομική εποπτεία, όμως, σημαίνει περαιτέρω παραχώρηση κυριαρχίας εκ μέρους των κρατών-μελών και μείωση της ισχύος της κάθε εθνικής πολιτικής τάξης έναντι των Βρυξελλών.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.