Οι έξυπνες λύσεις για το brain drain

Η επένδυση γίνεται αλλά -εκ του αποτελέσματος- με λάθος τρόπο. Όλα αυτά, δε, επειδή δεν «συνομιλούν» μεταξύ τους βασικοί συντελεστές της εξίσωσης. Αξίζει τον κόπο;

Οι έξυπνες λύσεις για το brain drain

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Στην Ελλάδα, όντως επενδύουμε στη γνώση.

Μεταξύ των 28 της Ε.Ε., η χώρα μας κατέχει την υψηλότερη θέση ως προς την αναλογία φοιτητών στο σύνολο του πληθυσμού (6,58%), πολύ πιο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (3,84%), σύμφωνα με περυσινή έρευνα της Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ).

Αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα ο ΣΕΒ, ο συνολικός αριθμός των διδακτόρων έχει τριπλασιαστεί σε σχέση με το 2000 και σήμερα ανέρχεται περίπου σε 44.000 διδάκτορες, δηλαδή το 2% του συνόλου των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Τι αποκομίζουμε, όμως, από αυτή την επένδυση;

Σύμφωνα με έρευνα της ΕΥ, του Οικονομικού Πανεπιστημίου και της Endeavor Greece, «παρά τα πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας, 77% των εργοδοτών δηλώνει δυσκολία να βρει ανθρώπινο δυναμικό για να καλύψει συγκεκριμένες θέσεις απασχόλησης» ενώ ποσοστό μόνον «47% των αποφοίτων που ‘παράγουν’ τα ελληνικά πανεπιστήμια αφορά στους κλάδους και σε αντικείμενα σχετικά με τις ανάγκες της εγχώριας και διεθνούς αγοράς».

Με άλλα λόγια, αν και επενδύουμε στη γνώση, αποδεικνύεται -εκ του αποτελέσματος- ότι επενδύουμε με λάθος τρόπο. Το δυνητικό όφελος τόσο για εκείνους που αποκτούν τη γνώση όσο και για εκείνους που θα μπορούσαν να την απασχολήσουν, είναι τελικά μικρό, σε όρους ανάπτυξης ή ευημερίας.

Εάν συνδυάσουμε, δε, την εικόνα αυτή με την περίοδο οικονομικού μαρασμού που βίωσε η χώρα μας κατά την προηγούμενη δεκαετία, τότε ίσως δεν θα έπρεπε να ξενίζουν φαινόμενα όπως η «φυγή εγκεφάλων» ή «brain drain», όπως έγινε γνωστό.

Η απουσία διασύνδεσης, όμως, του εκπαιδευτικού συστήματος της χώρας με την αγορά εργασίας και τις ανάγκες που αυτή έχει, είναι προφανώς ατελέσφορη και θα μπορούσε να τερματιστεί, εάν καταρρίπτονταν ταμπού δεκαετιών, σχετικά με την επικοινωνία μεταξύ των -αμιγώς δημόσιων στην Ελλάδα- ΑΕΙ και του ιδιωτικού τομέα.

Οι «Βιομηχανικές Διδακτορικές Διατριβές» που προτείνει ο ΣΕΒ, δε, δείχνουν τον δρόμο. Σύμφωνα με τον ΣΕΒ: «Οι Βιομηχανικές Διδακτορικές Διατριβές είναι, πρωτότυπα μεν, αλλά εφαρμοσμένου προσανατολισμού, ερευνητικά έργα. Εκπονούνται από υποψήφιους διδάκτορες -σε ατομικό ή σε ομαδικό επίπεδο- στοχεύοντας στην εξεύρεση αυθεντικής και επιστημονικά τεκμηριωμένης λύσης σε συγκεκριμένα προβλήματα μιας επιχείρησης. Η τελευταία είναι, κατά κανόνα, και ο παραγγελιοδόχος της έρευνας».

Στη Βρετανία της δεκαετίας του ’70 και του ’80, οι επιχειρήσεις αντλούσαν το επιστημονικό προσωπικό τους απευθείας από τους αρίστους των εκεί ΑΕΙ, μέσω της στενής συνεργασίας τους με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Σχεδόν μισό αιώνα μετά, στην Ελλάδα ακόμη αναζητούμε τρόπους να υπερβούμε τις αναστολές μας και να ανοίξουμε δίαυλο επικοινωνίας μεταξύ του επιχειρείν και των ΑΕΙ.

Το ζήτημα δεν είναι εάν θα τα καταφέρουμε. Κάποτε, πιθανώς, να γίνει και αυτό. Έως τότε όμως θα έχουμε απεμπολήσει, ως χώρα, δυνατότητες για τις οποίες  πληρώνουμε αδρά από το χρήμα του κάθε φορολογούμενου πολίτη. Ως αποτέλεσμα, στερούμε τη χώρα από ανάπτυξη και τους πολίτες της από δουλειές ενώ ωθούμε τα νιάτα της στην αναζήτηση απασχόλησης στο εξωτερικό.

Όλα αυτά, δε, επειδή έως πρόσφατα η επιχειρηματικότητα ήταν έννοια «ποινικοποιημένη» και η ενδεχόμενη διασύνδεσή της με την ανώτατη παιδεία «κολάσιμη πράξη».

Ας ξυπνήσουμε επιτέλους σε αυτό τον τόπο. Αρκετά δεν υποφέραμε από ιδεοληψίες δεκαετιών;


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v