Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Αρκεί η επιστράτευση πολιτικών κριτηρίων για την παραπομπή ή μη πολιτικών προσώπων στη δικαιοσύνη; Αποτελούν τα πολιτικά κριτήρια ή οι σκοπιμότητες αυτού του είδους ικανό υπόβαθρο για την άσκηση ή μη διώξεων κατά πολιτικών προσώπων;
Από τις απαντήσεις που θα δοθούν στα παραπάνω ερωτήματα κρίνεται η ύπαρξη ή μη κράτους δικαίου στην πατρίδα μας. Διότι ακριβώς όπως δεν συνάδει με οποιαδήποτε έννοια δικαίου η παραπομπή πολιτικών προσώπων στη βάση πολιτικών σκοπιμοτήτων, κατά ακριβώς τον ίδιο τρόπο θα όφειλε να είναι αδιανόητη και η μη άσκηση διώξεων, εάν υφίστανται τουλάχιστον αποχρώσες ενδείξεις εναντίον τους σχετικά με τη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος.
Ακόμη κι αν έχουν διατελέσει πρωθυπουργοί της χώρας.
Υπό αυτό το πρίσμα, η απόφαση της κυβερνητικής πλειοψηφίας να προτείνει τη σύσταση Ειδικής Επιτροπής Προκαταρκτικής Εξέτασης για τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, υπό το φως των ενδείξεων που βλέπει ότι προέκυψαν εναντίον του περί παρεμβάσεών του στη Δικαιοσύνη, αλλά όχι και για τον τότε πολιτικό του προϊστάμενο, τέως πρωθυπουργό Α. Τσίπρα, για τον οποίο -κατά τα φαινόμενα- δεν υπάρχουν αντίστοιχες ενδείξεις, σέβεται θεμελιώδεις προβλέψεις περί δικαίου.
Ο φίλτατος κ. Στ. Καλαφάτης, γραμματέας της Κ.Ο. της ΝΔ, φρόντισε, ωστόσο, χθες, ανακοινώνοντας την παραπάνω απόφαση, να τραβήξει μία πολύ πιο αδρή διαχωριστική γραμμή, ως προς τα αίτια της παραπομπής ή μη, σε περίπτωση που η υπόθεση αφορά πρώην ή τέως πρωθυπουργούς, επιστρατεύοντας την έννοια των «αδιάσειστων αποδείξεων».
«Η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ., σύμφωνα με τα υφιστάμενα στοιχεία της δικογραφίας, δεν προτείνει τη συγκρότηση Ειδικής Επιτροπής σε βάρος του τέως πρωθυπουργού κ. Αλέξιου Τσίπρα. Πρόκειται για συνειδητή επιλογή μιας υπεύθυνης πολιτικής παράταξης, σύμφωνα με την οποία δεν μπορεί να αποδίδονται κατηγορίες σε πρώην πρωθυπουργούς, παρά μόνον αν προκύπτουν αδιάσειστες αποδείξεις. Διαφορετικά, δηλητηριάζεται η πολιτική ζωή του τόπου», σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση του κ. Καλαφάτη.
Το εύλογο ερώτημα που εμμέσως πλην σαφώς απαντά ο κ.Καλαφάτης είναι ότι σε περίπτωση απλών «ενδείξεων», δεν θα συνέτρεχαν λόγοι παραπομπής, αν και τούτες θα αρκούσαν για την περίπτωση, φερειπείν, ενός υπουργού, όπως ο κ. Παπαγγελόπουλος. Πρόκειται για μία θεώρηση των πραγμάτων η οποία -αν και είναι βέβαιο ότι θα μας ταλανίζει για καιρό- υιοθετεί ένα μέτρο πολιτικής ωριμότητας, βάσει του οποίου οι πολιτικές ευθύνες πρώην πρωθυπουργών κρίνονται στις εκλογές, όπως φέρεται να υποστηρίζει και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Με τις ποινικές, ωστόσο, τι γίνεται; Σε περίπτωση που συντρέχουν ποινικές ευθύνες ή τουλάχιστον ενδείξεις σχετικά με την τέλεση αδικημάτων ποινικού χαρακτήρα, οι υποθέσεις δεν θα πρέπει να διερευνώνται; Οι ευθύνες, εάν υφίστανται, δεν θα πρέπει να αποδίδονται;
Η πολιτική ζωή του τόπου μπορεί να «ποινικοποιήθηκε» κατά το παρελθόν και το γεγονός αυτό να οδήγησε τη χώρα σε ένταση ή και διχασμό, όμως η Δικαιοσύνη έλαβε τον λόγο και τελικώς αποφάνθηκε, επιβεβαιώνοντας έτσι -στο μέτρο του δυνατού ή εφικτού- την ύπαρξη κράτους δικαίου στην πατρίδα μας.
Αυτή την ευκαιρία, εφόσον προκύπτουν ενδείξεις σχετικά με την τέλεση αδικημάτων εκ μέρους οποιουδήποτε πολιτικού προσώπου, θα πρέπει να την έχει ξανά.
Το μήνυμα προς την ελληνική κοινωνία οφείλει να είναι σαφές: στον τόπο υφίσταται ισονομία. Διαφορετικά ανοίγεται μία ιδιαίτερα ολισθηρή οδός για όλους.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.