Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όταν το κύριο ζητούμενο για την ανάκαμψη της χώρας είναι η ανάκτηση της εμπιστοσύνης του επενδυτικού κοινού, ίσως, θα ήταν προτιμότερο να αφήσουμε να «μιλήσουν» τα έργα… αντί για τα λόγια.
Χαρακτηριστική αυτού, τόσο η υπόθεση του «Ελληνικού», για την οποία θα απαιτηθεί τελικά κάτι… περισσότερο από μία εβδομάδα, που υποσχόταν προεκλογικώς η ΝΔ, όσο και εκείνη των… υδροπλάνων, για τα οποία υποσχέθηκε μόλις πρόσφατα ο φίλτατος υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδ. Γεωργιάδης, ότι θα πετούν στη χώρα μας «του χρόνου τέτοια εποχή».
Όχι επειδή δεν πιστεύουμε τον φίλτατο υπουργό ή επειδή δεν έχουμε εμπιστοσύνη προς τις δυνάμεις του. Το αντίθετο, μάλιστα. Η υπόθεση, όμως, αυτή αποτελεί ίσως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα αναντιστοιχίας έργων και λόγων κατά τις τελευταίες δεκαετίες και μάλιστα από σειρά διαφορετικών κυβερνήσεων.
Τουλάχιστον τρία διαφορετικά νομοσχέδια έχουν προωθηθεί από ισάριθμες κυβερνήσεις σχετικά με τη λειτουργία υδατοδρομίων και εταιρειών παροχής αεροπορικών υπηρεσιών μέσω υδροπλάνων, όμως, φευ, μέχρι στιγμής ουδέν έχει υλοποιηθεί.
Για την ακρίβεια, η όλη κατάσταση είναι μάλλον χειρότερα από το σημείο «μηδέν», καθώς υπήρξε μία εταιρεία η οποία προχώρησε στην παροχή των υπηρεσιών της, εξυπηρετώντας κυρίως τα νησιά του Ιονίου, από το 2004 έως το 2008, όμως αναγκάστηκε να βάλει λουκέτο επικαλούμενη την ύπαρξη υπερβολικής γραφειοκρατίας και προβλημάτων ως προς το επιχειρείν, στην Ελλάδα.
Έτσι, λοιπόν, όταν ακόμη και ο ίδιος ο κ.Γεωργιάδης παραδέχεται ότι: «ήμουν υφυπουργός ανάπτυξης ανταγωνιστικότητας και ναυτιλίας στην κυβέρνηση Παπαδήμου το 2011. Τότε κάναμε συσκέψεις στο γραφείο μου για το θέμα των υδροπλάνων. Έχουμε 2019 και κάναμε τα ίδια», ίσως, είναι η ώρα για λιγότερες υποσχέσεις.
Αν μη τι άλλο, ίσως, να είναι καιρός για την παρουσίαση του έτοιμου και ολοκληρωμένου, αντί της εξαγγελίας εκείνου το οποίο παραμένει εκκρεμές. Διότι το μόνο χειρότερο από την ένδεια επενδύσεων είναι η αποεπένδυση από έναν τόπο. Η διάψευση, δηλαδή, επιχειρηματικών σχεδίων που έχουν συνοδευτεί από χρηματοδότηση και έχουν ξεκινήσει μία προσπάθεια με στόχο την τελεσφόρησή της, εξαιτίας προβλημάτων που δεν μπορεί να επιλύσει το «γκουβέρνο».
Όσο αδιανόητο κι αν είναι σε μία χώρα η οποία διαθέτει χιλιάδες νησιωτικούς προορισμούς και θεωρεί την τουριστική της βιομηχανία ως την «ατμομηχανή» της οικονομίας της να μην παρέχονται αεροπορικές συγκοινωνίες μέσω υδροπλάνων, άλλο τόσο απίστευτο είναι αυτό που έχουν βιώσει όσοι προσπάθησαν να επενδύσουν σε αυτόν τον τομέα στην Ελλάδα. Όπως, επίσης, είναι αδιανόητη η συνεχιζόμενη απομόνωση στην οποία υποβάλλεται μεγάλο μέρος της νησιωτικής χώρας, συμπεριλαμβανομένης της παραμεθόριας –και άρα εθνικά κρίσιμης- ζώνης, εξαιτίας της απουσίας αεροπορικών συγκοινωνιών, όπου δεν υπάρχουν αεροδρόμια, ενώ θα μπορούσαν να υπάρχουν –τα σημαντικά χαμηλότερου κόστους- υδατοδρόμια.
Από όποιο πρίσμα και προσεγγίσει κανείς την απουσία αεροπορικών υπηρεσιών μέσω υδροπλάνων, το συμπέρασμα είναι ένα: η Ελλάδα έχει ζημιωθεί πολλαπλώς και τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει περαιτέρω αδράνεια στον συγκεκριμένο τομέα.
Όμως, εδώ απαιτούνται έργα και όχι λόγια.
Ο τελευταίος νόμος που διέπει τη λειτουργία του τομέα δημοσιεύτηκε μόλις πέρυσι (ν. 4568/2018) και το κύριο ζητούμενο είναι η άρση των γραφειοκρατικών ζητημάτων που εξακολουθούν να στέκουν ως εμπόδιο στην ανάπτυξη αυτής της δραστηριότητας.
Αυτό, όμως, δεν είναι το στοίχημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη για ολόκληρη την ελληνική οικονομία;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.