Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Αν και είναι ακόμη νωρίς για μία προσπάθεια ουσιαστικής αποτίμησης της νέας Ελληνο-τουρκικής προσέγγισης, ίσως να αρμόζει –για αμφότερες τις πλευρές- μία ρήση που αποδίδεται στον αρχαίο κινέζο στρατηγό, Σούν Τζού: Κράτα τους φίλους σου κοντά και τους εχθρούς σου κοντύτερα...
Μολονότι ο υπουργός Εξωτερικών, Γ. Κατρούγκαλος, βρέθηκε χθες στο επίκεντρο σφοδρής κριτικής εκ μέρους στελεχών της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, σχετικά με τις πρόσφατες δηλώσεις του στο πρακτορείο Αναντολού, περί της τουρκικής ακτογραμμής και των δικαιωμάτων που απορρέουν εκ του διεθνούς δικαίου για την Τουρκία, εντούτοις δεν έκανε παρά το αυτονόητο.
Έθεσε ως βάση, οποιασδήποτε προσέγγισης μεταξύ των δύο πλευρών, το διεθνές δίκαιο και το «σύστημα πολυμέρειας των διεθνών θεσμών», όπως το χαρακτήρισε. Υπό αυτό το πρίσμα η ειρηνική συνύπαρξη και ο αμοιβαίος σεβασμός μεταξύ των δύο πλευρών είναι ένα προφανές και εύλογο προαπαιτούμενο.
«Εμείς θεωρούμε ότι σε όλα τα θέματα που την αφορούν η Τουρκία έχει δικαιώματα» τόνισε ο κ.Κατρούγκαλος και συνέχισε: «Στο θέμα της ενέργειας εμείς έχουμε υπερασπιστεί το αυτονόητο δικαίωμα της Κύπρου να διαχειρίζεται τους πόρους της ΑΟΖ της προς όφελος και των δύο κοινοτήτων του νησιού. Είναι προφανές όμως ότι στην ανατολική Μεσόγειο και η Τουρκία έχει δικαιώματα που της αναγνωρίζει το δίκαιο της θάλασσας, που εμείς κατεξοχήν θέλουμε να ισχύει και να διέπει τις μεταξύ μας διαφορές».
Ακόμη κι αν προσμετρήσει κανείς τις όποιες «κορώνες» εκ μέρους του Τούρκου ομολόγου του, Μ. Τσαβούσογλου, ότι «κανένα πρότζεκτ χωρίς τη συμμετοχή της Τουρκίας δεν είναι ρεαλιστικό», με προφανή αναφορά στην υπόθεση των υδρογονανθράκων, το γεγονός και μόνον ότι αυτή η φράση συνοδεύθηκε από την επισήμανση ότι «η Τουρκία έχει δικαιώματα που πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο» επαναφέρει και πάλι την όλη συζήτηση στο πλαίσιο του εύλογου και αυτονόητου.
Πρόκειται για ακριβώς την ίδια συζήτηση, την οποία η Ελλάδα επεδίωξε να καταστήσει κυρίαρχη επί σειρά ετών, υποστηρίζοντας ενθέρμως την τουρκική υποψηφιότητα στην ΕΕ και προσδοκώντας το πλαίσιο εντός του οποίου θα κληθεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα της όποιας ελληνο-τουρκικής προσέγγισης, να είναι το ευρωπαϊκό.
Φευ, ίσως, αυτή η προσπάθεια να οδηγείται σε ένα μάλλον ατυχές τέλος, υπό το πρίσμα του πρόσφατου ψηφίσματος του Ευρωκοινοβουλίου σχετικά με τον τερματισμό της ενταξιακής διαδικασίας της γείτονος στην ΕΕ. Και τούτο, καθώς τόσο το διεθνές δίκαιο όσο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο αποτελούν για τη χώρα μας την ιδεώδη οδό εντός της οποίας μπορούν να οδεύσουν οι όποιες συνομιλίες ή προσπάθειες προσέγγισης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Τούτων όλων δοθέντων, πρέπει να επισημανθεί και ότι οι αιτιάσεις που εγείρει η αντιπολίτευση περί απουσίας ενημέρωσης της επί κρίσιμων εθνικών ζητημάτων έχουν βάση.
Μπορεί η πρωτοβουλία για τη σύσταση ενός Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας να μην καρποφόρησε, όμως το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής υφίσταται, όπως και η αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και αποτελούν τον «φυσικό χώρο» για την ενημέρωση των πολιτικών δυνάμεων της χώρας επί αυτών των ζητημάτων.
Η αξιοποίηση τους, αν μη τι άλλο, θα ήρε τις όποιες ενστάσεις περί διεξαγωγής «μυστικής διπλωματίας» εκ μέρους της κυβέρνησης, οι οποίες διατυπώθηκαν χθες από στελέχη της ήσσονος αντιπολίτευσης και συνάμα θα υποβοηθούσαν στην διαμόρφωση μίας εθνικής γραμμής επί των όποιων εξελίξεων στο κυριότερο εθνικό ζήτημα της χώρας.
Εντέλει, η παροχή ενημέρωσης αποτελεί ένα στοιχειώδες προαπαιτούμενο μίας ενδεχόμενης συνεννόησης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, ιδίως επί εθνικών ζητημάτων.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.