Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Υπάρχει κάποια στιγμή κατά την οποία η λαϊκή βούληση δεν πρέπει να εκφράζεται; Είναι δυνατόν σε μία συντεταγμένη δημοκρατία, η έκφραση της βούλησης του εκλογικού σώματος να θεωρείται ότι θα επιφέρει «ανεπανόρθωτη πολιτική βλάβη»;
Κατά την κα Τερ. Μέι, πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου, ναι.
Σύμφωνα με την ίδια, τυχόν διενέργεια ενός νέου δημοψηφίσματος επί του ζητήματος του Brexit θα προκαλέσει βαθύ πλήγμα στη δημοκρατική νομιμότητα και θα κλονίσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα.
Αντίθετα, σύμφωνα με την ελάσσονα αντιπολίτευση, έναν σημαντικό αριθμό βουλευτών της μείζονος, καθώς και δύο πρώην πρωθυπουργούς, οι Βρετανοί πολίτες είναι σε καλύτερη θέση να αποφανθούν, με ένα νέο δημοψήφισμα, καθώς πλέον γνωρίζουν καλύτερα τις πιθανές συνέπειες του Brexit.
Το ατυχές στην όλη υπόθεση είναι ότι το βρετανικό εκλογικό σώμα έχει ήδη αποφανθεί επί αυτού του ερωτήματος μόλις προ διετίας και υπό αυτό το πρίσμα τίθεται ένα εύλογο ζήτημα «νομιμοποίησης» της διεξαγωγής ενός νέου δημοψηφίσματος.
Όταν οι Βρετανοί έχουν ήδη αποφανθεί και έχουν εξουσιοδοτήσει τη νόμιμη κυβέρνησή τους να οδηγήσει τη χώρα εκτός ΕΕ, τι ακριβώς σημαίνει ότι «πλέον γνωρίζουν καλύτερα»;
Επιπρόσθετα, δε, τίθενται και άλλα… ζητήματα.
Εάν, για παράδειγμα, άναβε το «πράσινο φως» για ένα νέο δημοψήφισμα στη Βρετανία σχετικά με το ερώτημα του Brexit ή ένα άλλο συναφές ερώτημα, φερειπείν για την έγκριση ή μη της συμφωνίας στην οποία κατέληξε η κα Μέι με την ΕΕ σχετικά με τους όρους του Brexit, πώς θα ήταν δυνατόν να απορριφθεί τυχόν αίτημα της Σκωτίας για την επανάληψη του δικού της δημοψηφίσματος περί απόσχισης από το Ηνωμένο Βασίλειο;
Ούτως ή άλλως, στο προ διετίας δημοψήφισμα περί Brexit, οι φίλτατοι Σκωτσέζοι είχαν ταχθεί υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ, στη συντριπτική τους πλειονότητα.
Εάν οι Βρετανοί δικαιούνται «δεύτερη ευκαιρία», τώρα που «γνωρίζουν καλύτερα», γιατί να μη δικαιούνται και οι Σκωτσέζοι τη δική τους;
Αυτοί δεν «γνωρίζουν τώρα καλύτερα»;
Ανεξαρτήτως της τελικής έκβασης που θα έχει η βρετανική περιπέτεια με την υπόθεση του Brexit, η ύπαρξή της μας δίνει ακόμη μία ευκαιρία να διαπιστώσουμε ότι ουδέν πρέπει να θεωρείται ως δεδομένο αναφορικά με το «δημοκρατικό κεκτημένο».
Ακόμη και σε μία χώρα, όπως η Βρετανία, η οποία αν και δεν διαθέτει γραπτό σώμα κειμένου ως Σύνταγμα (επαφίεται στην ισχύ των θεσμών κ.α.), θεωρείται ως προπύργιο της Δημοκρατίας στον Δυτικό κόσμο, οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν ότι -κατά κανόνα- δεν μπορούν να αποδράσουν από τα επίχειρα των επιλογών τους.
Όποιο κι αν ήταν το σκεπτικό βάσει του οποίου προσέγγισαν την κάλπη της 23ης Ιουνίου του 2016, η απόφασή τους ήταν σαφής και δεσμευτική για οποιαδήποτε βρετανική κυβέρνηση, στον βαθμό που και η ίδια επιθυμεί να περιφρουρήσει τη δημοκρατική νομιμότητα.
Η επίκληση των Ερινυών του λαϊκισμού τότε ή της γνώσης των συνεπειών τώρα, ουδόλως μπορεί να επηρεάσει τη λαϊκή ετυμηγορία, όπως αυτή εκφράστηκε το καλοκαίρι του 2016.
Η Δημοκρατία προφανώς έχει τα όριά της και φυσικά το κόστος της, όσο κι αν είναι προτιμότερη από όλα τα λοιπά διαθέσιμα πολιτικά συστήματα.
Όσα συμβαίνουν, λοιπόν, στη Βρετανία αποτελούν ακόμη ένα «μάθημα» περί Δημοκρατίας, όσο πλούσια κι αν είναι και η δική μας «εμπειρία» επί του… ζητήματος.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.