Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Σε μία χώρα, στην οποία η επιχειρηματικότητα αντιμετωπιζόταν επί δεκαετίες, εν πολλοίς, ως «ποινικό αδίκημα», η απουσία διασύνδεσης του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει.
Ιδίως, όταν σε αυτή τη χώρα τα πάντα «καθαγιάζονταν» -επίσης επί δεκαετίες- από τη «βούλα» του κράτους και την ανάγκη εξυπηρέτησης ενός απίθανα πολυδαίδαλου πελατειακού συστήματος, το οποίο συνεχίζει να συντηρεί τοπικές κοινωνίες αλλά και πάσης φύσεως συμφέροντα, μέσω των κατά τόπους ΑΕΙ και ΤΕΙ.
Εάν την περίοδο της χούντας το σύνθημα ήταν «κάθε πόλη και στάδιο, κάθε χωριό και γυμναστήριο», κατά τη Μεταπολίτευση, δίχως άλλο, αυτό μετατράπηκε σε «πανεπιστήμια σε όλη την Ελλάδα».
Ως αποτέλεσμα, σήμερα η χώρα μας αριθμεί συνολικά 35 ΑΕΙ, καθώς διαθέτει 23 πανεπιστημιακού τομέα (ενώ ακόμη 2 καταργήθηκαν μόλις το 2013 και τα τμήματά τους εντάχθηκαν σε άλλα πανεπιστήμια και ακόμη ένα συγχωνεύθηκε με ΤΕΙ εφέτος) καθώς και 12 τεχνολογικού τομέα.
Πόσα από αυτά τα ιδρύματα «παράγουν» σήμερα «γνώση» με άμεση εφαρμογή στην αγορά εργασίας και πόσο αξιοποιήσιμοι ή απασχολήσιμοι είναι από το εμπόριο, τη βιομηχανία και ευρύτερα τη μεταποίηση, τις υπηρεσίες ή ακόμη και από τον πρωτογενή τομέα, οι απόφοιτοί τους;
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιοποίησε χθες το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), με τίτλο «Εκπαίδευση και αγορά εργασίας στην Ελλάδα: Επιπτώσεις της κρίσης και προκλήσεις», η «βιομηχανία» παραγωγής πτυχιούχων από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά «δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την προβληματική σχέση εκπαίδευσης-αγοράς εργασίας, ιδιαίτερα του πανεπιστημιακού τομέα που παραδοσιακά παραμένει προσανατολισμένος στην εκπαίδευση στελεχών της δημόσιας διοίκησης και, κυρίως, του κλάδου της εκπαίδευσης».
Κυριότερα, δε, «η αύξηση του επιπέδου εκπαίδευσης δεν συνέβαλε στη μείωση της ανεργίας», κατά την περίοδο της κρίσης, το ξέσπασμα της οποίας επιβάρυνε περαιτέρω την ήδη προβληματική σχέση του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας.
Πλέον, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η οικοδόμηση ενός νέου παραγωγικού προτύπου, διεθνώς ανταγωνιστικού, με εξαγωγικό προσανατολισμό ειδικότερα σε συνθήκες έντονων τεχνολογικών μετασχηματισμών, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ριζικές αλλαγές και στο εκπαιδευτικό σύστημα, στη μεριά, δηλαδή, της προσφοράς δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας.
Απαραίτητες προϋποθέσεις για την εξασφάλιση του συγκεκριμένου στόχου είναι:
Πρώτον, ο αναπροσανατολισμός της ανώτατης εκπαίδευσης με επίκεντρο την απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα αντί του δημοσίου και δεύτερον, ο αναπροσανατολισμός της μέσης λυκειακής εκπαίδευσης από τη γενική εκπαίδευση στην τεχνική-επαγγελματική.
Πέραν των -ορθών κατά τα λοιπά- συμπερασμάτων της παραπάνω μελέτης, απαιτείται και η επίδειξη προθυμίας εκ μέρους της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας να συμβαδίσει με το εκπαιδευτικό σύστημα, «εκπαιδεύοντάς το» ως προς τις ανάγκες της.
Η ευθύνη για την πραγματοποίηση αυτού του βήματος, δε, δεν βαρύνει μόνον τις επιμέρους επιχειρήσεις και δη τις μεγαλύτερες, αλλά και τους συλλογικούς φορείς έκφρασης της επιχειρηματικότητας, κλαδικούς, επαγγελματικούς, παραγωγικούς και κυρίως, εργοδοτικούς.
Εάν δεν υπάρξει και αυτό το βήμα, η χώρα μας δεν θα κατορθώσει ποτέ να αγγίξει τα επίπεδα προηγμένων οικονομιών στις οποίες οι τελειόφοιτοι των ΑΕΙ γνωρίζουν, από τις επαφές τους με την επιχειρηματική κοινότητα, ότι κατά την αποφοίτησή τους μία θέση εργασίας ήδη τους περιμένει ή όχι…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.