Φίλτατοι, καλή σας ημέρα
Ένα παλαιό χρηματιστηριακό ρητό, το οποίο συνάδει σε μεγάλο βαθμό με τη σημερινή κατάσταση της χώρας, υποστηρίζει ότι τα «χαρτιά» ανεβαίνουν μόνο με λεφτά.
Για να έρθουν, λοιπόν, αυτά τα «λεφτά» στη χώρα μας και να υπάρξει ανατίμηση των κάθε λογής στοιχείων ενεργητικού -μετά από μία μακρά περίοδο εσωτερικής υποτίμησης- και να εξασφαλίσει ο τόπος όρους ανάπτυξης ικανούς να τον βγάλουν από τη σημερινή μιζέρια του, μόνο ένας τρόπος υπάρχει. Να πείσει. Να πείσει για όλα εκείνα για τα οποία τον αμφισβητούσαν έως τώρα και να προσφέρει και «το κάτι» παραπάνω.
Ας μην το κουράζουμε, φίλτατοι, υπό τους παρόντες όρους η χώρα μας «κοιτά» μία μακρά περίοδο σχετικά χαμηλής ανάπτυξης και υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων. Σύμφωνα με την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους (DSA), που δημοσίευσε πρόσφατα η «Κομισιόν», η οποία «ενσωματώνει» τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους που ενέκρινε το τελευταίο Eurogroup, ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ στη χώρα μας θα διαμορφωθεί στο 1,9% το τρέχον έτος, στο 2,3% το 2019 και το 2020, και στη συνέχεια θα υποχωρήσει στο 2,1% το 2021 και στο 1,8% το 2022.
Με αυτούς τους ρυθμούς και με τα χρήματα που «μπαίνουν» στην οικονομία να είναι σημαντικά μειωμένα εξαιτίας των δεσμεύσεων για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% για τη συνέχεια, δεν μπορούμε να πάμε πολύ… μακριά.
Είναι κάτι που χρόνια τώρα -κατά τρόπο όντως μονότονο- λέει το ΔΝΤ, καλώντας για σημαντική ελάφρυνση χρέους, σαφώς ανώτερη των «διευκολύνσεων» που αποφάσισαν πρόσφατα οι Ευρωπαίοι εταίροι και δανειστές μας, αλλά… ποιος το ακούει;
Όπως και να έχει, αυτοί είναι οι δημοσιονομικοί όροι υπό τους οποίους δεσμεύτηκε να κινηθεί μεσοπρόθεσμα η χώρα και με αυτούς οφείλει να βαδίσει. Εάν, όμως, οι δυνατότητες παρέμβασης από την πλευρά της ρευστότητας είναι περιορισμένες, εξαιτίας των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων, είναι… περίπου ανεξάντλητες σε ό,τι αφορά στη δημιουργία πρόσφορου και ελκυστικού εδάφους για επενδύσεις.
Η επιχειρηματική κοινότητα δεν κοιτά μόνο ή αποκλειστικά τους φορολογικούς συντελεστές. Όπως επανειλημμένως έχει τονίσει η κυριότερη εργοδοτική οργάνωση της χώρας, ο ΣΕΒ, κοιτά το συνολικό επιχειρηματικό περιβάλλον, όπως αυτό διαμορφώνεται από την ύπαρξη ή μη υγιών όρων ανταγωνισμού, διαφάνειας, γραφειοκρατίας, αδειοδοτήσεων, μη μισθολογικού κόστους, ενεργειακού και μεταφορικού κόστους και όλων εκείνων των παραμέτρων που επηρεάζουν το επιχειρείν και την αποτελεσματικότητά του.
Παρέχει σήμερα η Ελλάδα έδαφος ανάπτυξης στην καινοτομία; Μπορεί να προσελκύσει ή να προσφέρει γόνιμο έδαφος για την ανάπτυξη εταιρειών λογισμικού και ευρύτερα του τομέα της πληροφορικής ή των λοιπών επιστημονικών και τεχνολογικών κλάδων που καλπάζουν στις διεθνείς αγορές;
Ακόμη, κυριότερα, δε, παρέχει συνθήκες ικανές να ανακόψει ή και να αντιστρέψει το φαινόμενο της φυγής εγκεφάλων (brain drain) που τόσο καταλυτικά αναμένεται να επηρεάσει την πορεία της τα επόμενα χρόνια;
Έως το 2032, οπότε οι Ευρωπαίοι εταίροι και δανειστές μας υπόσχονται να «ξαναδούν» την υπόθεση της βιωσιμότητας του χρέους, ας μην περιμένουμε θεαματικές εξελίξεις στο μέτωπο αυτό. Οι δεσμεύσεις είναι δεσμεύσεις και πρέπει να τηρούνται, διότι διαφορετικά κινδυνεύουμε να (ξανα)χάσουμε ό,τι πολυτιμότερο διαθέτουμε: Την αξιοπιστία μας.
Μπορούμε, όμως, κατά το διάστημα αυτό, να δώσουμε έμφαση σε όλα εκείνα στα οποία αρνούμαστε να δώσουμε επί μνημονιακών ετών. Στην πραγματική και ουσιαστική προώθηση μεταρρυθμίσεων που θα καταστήσουν τη χώρα μας ελκυστική ως προς τις επενδύσεις, παρά τους προφανείς δημοσιονομικούς και φορολογικούς περιορισμούς της.
Εάν τα καταφέρουμε, μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα επιστρέψει και ένας σημαντικός αριθμός από τους νέους ανθρώπους που εγκατέλειψαν την πατρίδα μας στα χρόνια της κρίσης. Μαζί τους, δε, είναι βέβαιον ότι θα φέρουν πολύτιμη γνώση και εμπειρία που αποκόμισαν κατά τη διάρκεια της απουσίας τους αλλά και -ας ελπίσουμε- «νέα μυαλά» σε μία -κατά τα λοιπά- κουρασμένη κοινωνία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.