Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν ο όγκος του χθεσινού συλλαλητηρίου αποτελεί κάποιου είδους μέτρο του «λαϊκού αισθήματος» έναντι των χειρισμών της κυβέρνησης στο ζήτημα της ΠΓΔΜ ή και γενικότερα, τότε σαφώς το μήνυμά του οφείλει να προσμετρηθεί.
Η διχογνωμία -πρώτα από όλα- στους κόλπους της ίδιας της κυβέρνησης και βεβαίως η απουσία «εθνικής γραμμής», όπως αυτή θα μπορούσε να είχε πιστοποιηθεί μέσω μίας διαδικασίας διακομματικού διαλόγου ή εντέλει της σύγκλησης του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών, έδωσε έδαφος για την αναβίωση μαξιμαλιστικών διεκδικήσεων, αναφορικά με τη χρήση του όρου «Μακεδονία».
Αντί της συναινετικής διαδικασίας και της «νομιμοποιημένης εθνικής γραμμής» που αυτή θα παρήγαγε, η κυβέρνηση εμφανώς επιχείρησε κατά τους χειρισμούς της επί του Σκοπιανού ζητήματος, να το εκμεταλλευτεί στη βάση κομματικών επιδιώξεων έναντι των πολιτικών αντιπάλων της. Ως αποτέλεσμα, συνέβαλε στην πόλωση της κοινής γνώμης γύρω από ένα εθνικό ζήτημα, όταν το ζητούμενο ήταν η εθνική συναίνεση επ’ αυτού.
Υπό αυτό το πρίσμα, το χθεσινό συλλαλητήριο κατέδειξε με εύγλωττο τρόπο το άτοπο πολλών εκ των κυβερνητικών χειρισμών στο ζήτημα της πΓΔΜ. Ταυτόχρονα, όμως, έφερε στην επιφάνεια και τα αποτελέσματα αντίστοιχων χειρισμών των τελευταίων 26 ετών, μέσω των οποίων καλλιεργήθηκαν συστηματικά, χάριν πολιτικών ή και προσωπικών επιδιώξεων στη σφαίρα της πολιτικής, ο μαξιμαλισμός και ο υπερπατριωτισμός, αναφορικά με το ζήτημα της ΠΓΔΜ.
Επί ένα τέταρτο του αιώνα και πλέον -με μόνη ανάπαυλα το 2008-, η ελληνική κοινή γνώμη γαλουχήθηκε ή εν πολλοίς υπήρξε στενά προσδεμένη στην κατηγορηματική απόφαση των πολιτικών αρχηγών του 1992 για τη μη χρήση του όρου «Μακεδονία» αλλά και στο συγκινησιακό φορτίο που της κληροδότησε ο αείμνηστος Κ. Καραμανλής για αυτό το θέμα.
Όταν το φορτίο αυτό, δε, τέμνεται με μία προσπάθεια συνοπτικού χειρισμού -άνευ διαλόγου- ενός ζητήματος το οποίο ταλανίζει τη χώρα επί 26 και πλέον χρόνια, τότε είναι εύλογο να κυριαρχεί ένα σαφές κλίμα εθνολαϊκισμού.
Αντίστοιχα στοιχεία αυτού του λαϊκισμού, εξάλλου, τροφοδότησαν την πολιτική αντιπαράθεση -και άρα τον τρόπο σκέψης της κοινής γνώμης- καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων ετών, με επίκεντρο το μνημόνιο.
Ακριβώς όπως η κάθετη άρνηση της ανάγκης αναμόρφωσης του παραγωγικού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας και του εξορθολογισμού των δημόσιων οικονομικών -κατά εποχές εκ μέρους σχεδόν του συνόλου του πολιτικού προσωπικού της χώρας- οδήγησε σε παρατεταμένη ύφεση και βάθυνση της κρίσης, με τον ίδιο τρόπο η επί δεκαετίες επικράτηση του εθνολαϊκισμού -και βεβαίως οι ατυχείς χειρισμοί της κυβέρνησης- οδήγησαν ένα τμήμα της κοινωνίας στα συλλαλητήρια, αρχικά της Θεσσαλονίκης και χθες των Αθηνών.
Επιπρόσθετα, η πεποίθηση της κυβέρνησης ότι μπορεί να «διεκπεραιώσει» -αν όχι εν κρυπτώ, τουλάχιστον στο ημίφως- και με συνοπτικές διαδικασίες, ένα ζήτημα το οποίο παραμένει άλυτο επί τόσα χρόνια, μαρτυρά, κατά πάσα βεβαιότητα, αν μη τι άλλο, απουσία διορατικότητας και υπερβάλλουσα αυτοπεποίθηση.
Αυτά, όμως, είναι τα επίχειρα των επιλογών του ελληνικού πολιτικού προσωπικού, επί δεκαετίες.
Αντιπαράθεση υψηλών τόνων, πόλωση και λαϊκισμός, γαλούχησαν ένα -ικανό κατά τα φαινόμενα- τμήμα της ελληνικής κοινωνίας στον χειρισμό κρίσιμων οικονομικών (διάβαζε, κοινωνικών) ή ακόμη και εθνικών ζητημάτων, με ιαχές και «ποδοσφαιρικούς όρους».
Αυτό το πολιτικό προσωπικό, όμως, είναι εκείνο που αναδεικνύει η ετυμηγορία του εκλογικού σώματος. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.