Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Παρά τις ομολογημένες «αυταπάτες» του πρώτου εξαμήνου της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η επικράτηση σύνεσης και ρεαλισμού οδήγησε τη χώρα στο τρίτο μνημόνιο με τους εταίρους και δανειστές της, το καλοκαίρι του 2015.
Παρά τις πολύμηνες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των δύο πρώτων αξιολογήσεων του τρέχοντος μνημονίου, η επικράτηση και πάλι σύνεσης και ρεαλισμού επέτρεψε όχι μόνον την -έστω δοκιμαστική- έξοδο της Ελλάδας στις αγορές εφέτος το καλοκαίρι, αλλά και την ολοκλήρωση σε χρόνο-ρεκόρ της τρίτης αξιολόγησης, από «τεχνικής» πλευράς.
Η μεταστροφή αυτή εμπέδωσε και ενίσχυσε το κλίμα εμπιστοσύνης προς την ελληνική οικονομία και υποβοήθησε στην επιτυχή υλοποίηση, πρόσφατα, της ανταλλαγής ομολόγων του PSI, αξίας άνω των 25 δισ. ευρώ, εξομαλύνοντας την καμπύλη αποδόσεων για τα ελληνικά «χαρτιά».
Θα ήταν ιδιαίτερα ατυχές, εάν στην πορεία προς την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, τον Αύγουστο του 2018, εξέλειπαν είτε η σύνεση είτε ο ρεαλισμός από τη χώρα.
Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εκλείψουν, δε, εάν η χώρα μας ακολουθήσει την «πεπατημένη» που συνήθως ακολουθεί κατά τη διάρκεια προεκλογικών περιόδων, οι οποίες είθισται να είναι πλήρεις εντάσεων και παροχών, κάθε λογής.
Η νόμιμη θητεία της παρούσας κυβέρνησης εκπνέει τον Σεπτέμβριο του 2019.
Ωστόσο, όπως επεσήμανε χθες και η Deutsche Bank με έκθεσή της για την πορεία του ελληνικού προγράμματος, η ολοκλήρωση του Γ’ μνημονίου και η έξοδος της χώρας από έναν οκταετή -τότε- μνημονιακό κύκλο ενδέχεται να οδηγήσει σε εκλογές το φθινόπωρο του 2018, υπό το φως του πολιτικού οφέλους που αναμένεται ότι θα υπάρξει για τον κυβερνώντα συνασπισμό.
Ιδίως υπό το φως της ενδεχόμενης -και τούτο θα κριθεί τον επόμενο Μάιο-Ιούνιο- επιβολής νέων περιοριστικών μέτρων, την 01.01.2019, στις συντάξεις.
Εάν όντως εξελιχθούν έτσι τα πράγματα -και ουδείς μπορεί να αποτρέψει τον κ. Τσίπρα να αναζητήσει εκ νέου τη λαϊκή ετυμηγορία, εφόσον το επιθυμεί-, η χώρα οφείλει να παραμείνει νηφάλια και σαφώς αταλάντευτη στον δρόμο της εκπλήρωσης των μεταρρυθμιστικών της δεσμεύσεων, ο οποίος την οδήγησε έως εδώ.
Εάν η Ελλάδα μπόρεσε, έστω δειλά, να κτυπήσει για ακόμη μία φορά την πόρτα των διεθνών αγορών, το κατόρθωσε στη βάση του κλίματος εμπιστοσύνης που δημιούργησε η εκπλήρωση των μνημονιακών της δεσμεύσεων και η ύπαρξη κλίματος σταθερότητας.
Υπό το πρίσμα αυτό και εάν όντως αποδειχθεί εκλογικό έτος το 2018, θα ήταν ιδιαίτερα ατυχές εάν καταγράφονταν είτε δημοσιονομικά, είτε μεταρρυθμιστικά ολισθήματα ή «πισωγυρίσματα», τα οποία θα αναιρούσαν έστω και τμήμα της προόδου που έχει καταγραφεί έως τώρα, κυρίως σε ό,τι αφορά στη διαδικασία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης προς τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Αντίθετα, θα δυσχέραιναν τις συζητήσεις με τους εταίρους και δανειστές μας, για την ελάφρυνση του ελληνικού δημόσιου χρέους, μειώνοντας έτσι, ενδεχομένως, τα δυνητικά οφέλη που θα μπορούσε να αποκομίσει η χώρα μας από τη διαδικασία αυτή.
Εάν κατορθώσαμε να φθάσουμε μέχρις εδώ, τούτο κατέστη δυνατό τόσο χάρη στην -όποια- μεταρρυθμιστική διάθεση της κυβέρνησης, όσο και στην ύπαρξη σχετικής πολιτικής σταθερότητας.
Η έξοδος της χώρας από το τρίτο μνημόνιο καθίσταται δυνατή εξαιτίας αυτών των δύο γεγονότων αλλά και της παντελούς απουσίας βούλησης εκ μέρους των εταίρων και δανειστών μας να προστρέξουν στα εθνικά τους κοινοβούλια με ένα νέο αίτημα στήριξης της Ελλάδας.
Ο δρόμος μετά το μνημόνιο, ενδεχομένως, να αποδειχθεί τραχύς.
Ένας σαφής τρόπος να τον «λειάνουμε», ωστόσο, είναι να μην τραυματίσουμε εκ νέου την εμπιστοσύνη που με τόση δυσκολία αποκαταστήσαμε με το διεθνές επενδυτικό κοινό.
Είναι αυτό δυνατόν;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.