Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ο πρόσφατος «θόρυβος» περί χαλάρωσης ή μη των κεφαλαιακών περιορισμών από 1ης Σεπτεμβρίου, βάσει της τελευταίας απόφασης του ΥΠΟΙΚ, υπήρξε όχι μόνον ατυχής ως προς την βάση της κριτικής του, (λιγότερα ή περισσότερα χρήματα ετησίως) αλλά και άστοχος ως προς την ουσία του προβλήματος που συνιστούν οι κεφαλαιακοί περιορισμοί.
Από πρακτικής απόψεως, η πρόσφατη απόφαση του ΥΠΟΙΚ περί του ύψους των αναλήψεων μετρητών, όπως και το ίδιο διευκρίνισε με σχετική ανακοίνωση του κατόπιν της σφοδρής κριτικής περί «χαλάρωσης μαϊμού» που του ασκήθηκε, δεν συνιστά τίποτε περισσότερο από μία μηνιαία διευθέτηση, αντί εβδομαδιαίας ή δεκαπενθήμερης, όπως ίσχυε.
Η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων ή και των εισοδηματιών πάσης φύσεως εισπράττει μισθούς ή ενοίκια ή άλλες προσόδους σε μηνιαία βάση και από αυτής της απόψεως μία διευθέτηση του είδους αυτού έχει λογική βάση ακόμη κι αν το τελικό ποσό που «δικαιούται» ο κάθε καταθέτης είναι κατά 240 ευρώ χαμηλότερο συνολικά για το έτος.
Υπό αυτό το πρίσμα, η όλη υπόθεση σαφώς δεν συνιστά «χαλάρωση» των κεφαλαιακών περιορισμών, αλλά απλώς μία διευθέτηση τους σε μηνιαία βάση και μάλιστα σε οριακά χαμηλότερο άθροισμα, από 21.840 ευρώ σε 21.600, ετησίως.
Από εκεί και μετά η ουσία του προβλήματος που συνιστούν οι κεφαλαιακοί περιορισμοί για την ελληνική οικονομία ισχύει σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια, αν και επ’αυτού ελάχιστα ακούστηκαν το τελευταίο διάστημα εκ μέρους όσων έσπευσαν να ασκήσουν κριτική στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης σχετικά με την τελευταία του απόφαση.
Αντί, για παράδειγμα, της ευλόγου μομφής περί αρνητικής επίδρασης ή και ανάσχεσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης ύπαρξης κεφαλαιακών περιορισμών, οι «επικριτές» του ΥΠΟΙΚ αναλώθηκαν στο γεγονός της μείωσης –όντως- κατά 240 ευρώ του συνολικού ποσού αναλήψεων που δικαιούται ο κάθε κάτοχος τραπεζικού λογαριασμού.
Ακόμη κι αν αντιπαρέλθουμε ως υπερβολικούς όσους διατείνονται ότι η συντριπτική πλειονότητα των πολιτών δεν διαθέτει εισοδήματα που υπερβαίνουν τα 1.800 ευρώ μηνιαίως, κατά πόσον ενδιαφέρει το γεγονός αυτό όταν είναι τόσο εκτενής πλέον η χρήση του πλαστικού χρήματος ή των διατραπεζικών πληρωμών;
Πολλώ δε μάλλον, που οι πληρωμές με μετρητά θα όφειλαν να είναι ακόμη χαμηλότερες και του ορίου των 500 ευρώ που ισχύει σήμερα, στο πλαίσιο της προσπάθειας πάταξης της φοροδιαφυγής.
Έτσι, λοιπόν, για ακόμη μία φορά είδαμε το «δέντρο» και χάσαμε το «δάσος».
Εάν υπάρχει μία βάσης κριτικής αναφορικά με την παράταση των κεφαλαιακών περιορισμών, αυτή δίχως άλλο αφορά στο γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη κατορθώσει να εδραιώσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης και κανονικότητας στην λειτουργία της ελληνικής οικονομίας και ως εκ τούτου θεωρεί απαραίτητη τη διατήρηση των capital controls.
Περί εμπιστοσύνης ο λόγος.
Οι πολίτες δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση διατηρώντας ανησυχίες όμοιες των οποίων οδήγησαν στην τερατώδη φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό προ της επιβολής των κεφαλαιακών περιορισμών, το καλοκαίρι του 2015 και συνάμα η κυβέρνηση δεν εμπιστεύεται τους πολίτες ότι θα διατηρήσουν τα χρήματά τους στο εσωτερικό σε περίπτωση πλήρους άρσης των capital controls.
Εκεί θα όφειλε να εστιάζεται η –επί της ουσίας- κριτική και εκεί αναδεικνύεται, συνάμα και το αντιπολιτευτικό έλλειμμα που εμφανίζουν οι σημερινοί διεκδικητές της εξουσίας, όταν επιλέγουν να επικεντρωθούν στο λαϊκιστικό «240 ευρώ λιγότερα»...
Αυτό, όμως, είναι σαφώς μία άλλη συζήτηση.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.