Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Τόσο το ευρύτερο οικονομικό ζήτημα της χώρας, όσο και τα επιμέρους υποσύνολά του, όπως η ανεργία, το ασφαλιστικό, τα κόκκινα δάνεια, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία και τα ταμεία κ.α., μπορούν -ευλόγως- να αντιμετωπιστούν ευχερέστερα υπό όρους ανάπτυξης.
Όταν, δηλαδή, υπάρχει χρήμα και «κινείται».
Υπό τις παρούσες συνθήκες, η «συνταγή» απλά δεν βγαίνει και αυτό είναι σαφές δια γυμνού οφθαλμού.
Παντού και σε κάθε τομέα υπάρχουν στρατιές ληξιπρόθεσμων οφειλετών. Στην εφορία, στα ταμεία, στις τράπεζες, μεταξύ των επιχειρήσεων κ.ο.κ., οι οποίοι αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις κάθε είδους υποχρεώσεις τους και συνάμα να επιβιώσουν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους…
Το γεγονός αυτό επενεργεί κατά τρόπο πολλαπλασιαστικό στην οικονομία, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο μειωμένης αγοραστικής ικανότητας και άρα μειωμένης δυνατότητας ανάκαμψης, ιδίως σε μία οικονομία όπως η δική μας, που -ακόμη- στηρίζεται στην κατανάλωση για να αναπτυχθεί και όχι στην παραγωγή νέου πλούτου.
Έτσι, λοιπόν, έως ότου φθάσουμε στην πολυπόθητη ανάπτυξη, εάν θέλουμε μαζί με τη χώρα να επιβιώσουν και όσοι κατοικούν σε αυτήν, θα πρέπει να τους δώσουμε την ευκαιρία.
Υπό αυτό το πρίσμα, η νέα ρύθμιση χρεών -με έως και 120 δόσεις- προς την εφορία και τα ταμεία, που προωθεί η κυβέρνηση για την επιχειρηματική κοινότητα, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους, είναι επιτακτικό να διευρυνθεί ώστε να συμπεριλάβει και τις δύο πλέον αδικημένες τάξεις φορολογουμένων, τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, ώστε να αφορά το σύνολο όσων έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Μολονότι οι σχετικές προτάσεις της κυβέρνησης προς τους εταίρους και δανειστές έχουν απορριφθεί έως τώρα, το ζήτημα οφείλει να τεθεί εκ νέου, υπό το φως του -αυθεντικού- αδιεξόδου προ του οποίου βρίσκονται εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά στον τόπο μας.
Για παράδειγμα, το υφιστάμενο καθεστώς πάγιας ρύθμισης χρεών προς την εφορία, βάσει 12 δόσεων, θα μπορούσε ενδεχομένως να αποδειχθεί επαρκές, εάν η χώρα μας λειτουργούσε υπό «κανονικές» συνθήκες -δηλαδή δίχως υπερφορολόγηση- και εάν δεν αριθμούσε σχεδόν 4 εκατομμύρια φορολογουμένων με ληξιπρόθεσμες οφειλές, δηλαδή, το ήμισυ του συνόλου.
Όση «καλή διάθεση» ή «αντοχή» κι αν επιδεικνύουν αυτοί οι άνθρωποι, κάποια στιγμή -σχεδόν αναπόφευκτα- οδηγούνται σε αδυναμία εξυπηρέτησης των οφειλών τους και αθροίζονται με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, η αντιμετώπιση των οποίων είναι σαφές ότι πρέπει να είναι διαφορετική.
Με εκατοντάδες χιλιάδες μισθωτών και συνταξιούχων, οι οποίοι μέχρι πέρυσι είχαν μηδενικό ή πιστωτικό εκκαθαριστικό και πλέον καλούνται να πληρώσουν παραπάνω φόρους, με τα χρεωστικά εκκαθαριστικά να έχουν αυξηθεί κατά 230.000 ή 10% και με τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους να βλέπουν έως και διπλό τον «λογαριασμό» της εφορίας, ποιος πιστεύει ότι δεν θα αυξηθούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές;
Οι διάφορες ρυθμίσεις ή ακόμη και φορολογικές «αμνηστίες» που χορηγούνταν κατά το παρελθόν για την εξυπηρέτηση πελατειακών σκοπιμοτήτων, «εκπαιδεύοντας» έτσι ένα τμήμα των φορολογουμένων σε τακτικές κακοπληρωτή, ουδεμία σχέση έχουν με την αυθεντική ανάγκη διευθέτησης του παρόντος όγκου ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Εάν το γεγονός αυτό δεν είναι κατανοητό από τους φίλτατους της τρόικας, είναι ευθύνη της κυβέρνησης να τους το καταστήσει, παραθέτοντάς τους την πλήρη εικόνα του βάρους που έχουν επωμιστεί οι φορολογούμενοι.
Ίσως, δε, κατά τη διαδικασία αυτή να αντιληφθεί και η ίδια το πόσο ατελέσφορη και αδιέξοδη είναι η υπόθεση της «υπερφορολόγησης».
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.