Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Τι απαιτείται άραγε ώστε να αντιληφθούν όσοι κρατούν τα ηνία αυτού του τόπου ότι η παρούσα φορολογική πολιτική είναι αδιέξοδη;
Το γεγονός ότι σχεδόν 4 εκατ. φορολογούμενοι, δηλαδή περίπου ο ένας στους δύο, εμφανίζουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία δεν τους λέει τίποτε;
Ότι οι κατασχέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς υπερβαίνουν τις 5.000 ημερησίως και τον Απρίλιο ξεπέρασαν για πρώτη φορά τις 900.000, ενώ οι νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές ήσαν πάνω από τα 4 δισ. ευρώ μόλις το πρώτο τετράμηνο του έτους, ενδιαφέρει κανέναν στο οικονομικό επιτελείο;
Ακόμη κι αν θέλει κανείς να κλείσει τα μάτια στα μεγέθη αυτά, το γεγονός ότι ο ρυθμός αύξησης των νέων χρεών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία είναι πενταπλάσιος σε σχέση με τις εισπράξεις, πώς παραβλέπεται;
Όλα αυτά, δε, σήμερα. Διότι από την 1η Αυγούστου, οπότε θα έχει εκπνεύσει η πρώτη προθεσμία του φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, η εικόνα θα είναι ακόμη χειρότερη…
Με τον αναλογούντα φόρο να έχει αυξηθεί σημαντικά -έως και διπλασιαστεί- για εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους, ποιος πιστεύει ότι δεν θα επιταχυνθεί ο ρυθμός αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία;
Για να μη μιλήσουμε για όσα θα ακολουθήσουν, όπως ο ΕΝΦΙΑ, που επιβάλλεται ακόμη κατά τρόπο ληστρικό, βάσει αμιγώς πλασματικών αντικειμενικών αξιών οι οποίες ουδεμία σχέση έχουν με τις εμπορικές -και μάλιστα «υπερτιμολογημένος» άνω των 3,3 δισ. ευρώ, στη βάση παραμέτρων όπως η εισπραξιμότητα-, χάριν της ανάγκης να εξασφαλίσει ο προϋπολογισμός το πολυπόθητο ποσό των 2,65 δισ. ευρώ που έχει εγγραφεί ως έσοδο από αυτόν τον φόρο.
Μέχρι και η Τράπεζα της Ελλάδος έκρουσε πρόσφατα τον κώδωνα του κινδύνου, τονίζοντας στην έκθεση νομισματικής πολιτικής ότι στο τέλος του 2016 οι ληξιπρόθεσμες φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές ιδιωτών προς το δημόσιο άγγιξαν το 64% του ΑΕΠ, με περισσότερο από τα 2/3 του συνολικού ληξιπρόθεσμου χρέους να αφορά οφειλές προηγούμενων ετών.
«Η συνεχής συσσώρευση νέου ληξιπρόθεσμου χρέους αποτελεί ένδειξη κόπωσης των φορολογουμένων όσον αφορά στη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, η οποία επιτείνεται τόσο από τους πολύ υψηλούς φορολογικούς συντελεστές όσο και από την παρατεταμένη στασιμότητα της οικονομικής δραστηριότητας» σημειώνει η ΤτΕ.
Οδηγείται, δε, στην εκτίμηση ότι «δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος υψηλού ιδιωτικού χρέους προς το Δημόσιο, υψηλών φορολογικών συντελεστών και επίμονης ύφεσης, που καταδεικνύει ότι η τρέχουσα φορολογική πολιτική θέτει σε κίνδυνο τη δυναμική της δημοσιονομικής προσαρμογής και αναιρεί κάθε προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης».
Αν και η πραγματική «λύση» στην εξίσωση αυτή δεν μπορεί παρά να είναι χαμηλότεροι φόροι -κάτι που σήμερα εμφανίζεται ανέφικτο, δεδομένου του ύψους των δαπανών του προϋπολογισμού-, πρέπει να δοθεί μία διέξοδος και μάλιστα άμεσα προς τα εκατομμύρια των φορολογουμένων που υφίστανται σήμερα το βάρος της υπερφορολόγησης.
Αυτή, δε, δεν μπορεί να είναι άλλη από μία νέα γενναία ρύθμιση οφειλών, στο πρότυπο εκείνης των 100 δόσεων που είχε εφαρμοστεί παλαιότερα ή ακόμη και των 120 δόσεων που θα ισχύσει για τις επιχειρήσεις, στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού.
Δίχως μία τέτοια λύση, ο λογαριασμός δεν βγαίνει. Τόσο απλά!
Ακόμη κι αν οι έως τώρα προσπάθειες του οικονομικού επιτελείου να πείσει τους εταίρους και δανειστές μας για την ανάγκη μίας νέας ρύθμισης, αυτής της τάξης μεγέθους, έχουν αποβεί άκαρπες, τα μεγέθη πλέον είναι συντριπτικά ως προς την ανάγκη θέσπισής της.
Εάν ενδιαφέρονται να ορθοποδήσει ο τόπος, ας ρίξουν τουλάχιστον το βάρος τους εκεί.
Διότι όλα τα άλλα…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.