Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα να αποτελούν άντρο ναρκωτικών, όπως διαπιστώνεται στο ΑΠΘ, ή ορμητήριο αναρχοαυτόνομων και λοιπών «γνωστών-αγνώστων», όπως συμβαίνει στο ΕΜΠ, έρευνες οι οποίες καταδεικνύουν την ύπαρξη χαμηλού βαθμού διασύνδεσης μεταξύ των ΑΕΙ και της αγοράς εργασίας έχουν ίσως μικρή σημασία.
Συνδυαστικά, ωστόσο, αυτά τα δύο στοιχεία μάς δείχνουν πόσο λάθος βαδίζουμε.
Μας δείχνουν όχι μόνον πόσο επιζήμιο για την πανεπιστημιακή κοινότητα και συνολικά την ελληνική κοινωνία έχει αποδειχθεί το περίφημο «άσυλο», αλλά και πώς -σε μια χώρα η οποία μαστίζεται από την ανεργία- καταβάλλεται ελάχιστη ή και μηδαμινή προσπάθεια αξιοποίησης του ανώτατου εκπαιδευτικού συστήματος για την ανάκαμψη ή ακόμη και την ευημερία της.
Μελέτη που εκπονήθηκε με τη συνεργασία της Ernst&Young, του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Endeavor Greece και δόθηκε στη δημοσιότητα χθες, δείχνει ότι περίπου το ήμισυ των Ελλήνων πτυχιούχων Ανώτατης Εκπαίδευσης παρακολούθησαν αντικείμενα σπουδών που δεν έχουν ζήτηση στην ελληνική αγορά εργασίας.
Και τούτο όχι μόνο διότι τα ΑΕΙ δεν έχουν στρέψει τον κύριο όγκο του ενδιαφέροντός τους προς τον θεωρητικό τομέα, αλλά και εξαιτίας της απουσίας ενδιαφέροντος της επιχειρηματικής κοινότητας να αναζητήσει υποψηφίους προς απασχόληση μεταξύ των αποφοίτων των ΑΕΙ ή και να συνδράμει στην επιμόρφωση των υφιστάμενων στελεχών της, μέσω της επιδότησης μεταπτυχιακών σπουδών.
Την ίδια ώρα που ποσοστό μόνον 4% των φοιτητών κατευθύνεται σε έναν τομέα αιχμής όπως η πληροφορική, «παράγουμε» μαζικά αποφοίτους θεολογίας, ανθρωπιστικών ή κοινωνικών σπουδών, επιστήμονες της συμπεριφοράς, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης διδασκόντων.
Αντίστοιχα, ενώ οι ελληνικές επιχειρήσεις εμφανίζονται απρόθυμες να συνδράμουν οικονομικά στη μετεκπαίδευση του προσωπικού τους, ταυτόχρονα αδυνατούν να «κρατήσουν» υψηλά εκπαιδευμένους πτυχιούχους αλλά και να προσφέρουν θέσεις σε ασκούμενους, παρά το γεγονός του ότι αναζητούν εργαζόμενους με «εμπειρία».
Φαινόμενο το οποίο ίσως εξηγείται και από τη φύση που έχει προσλάβει εσχάτως η ελληνική επιχειρηματικότητα, εστιάζοντας την όποια νέα δραστηριότητά της, κυρίως, στον κλάδο της εστίασης ενώ κρίσιμοι κλάδοι όπως η μεταποίηση τροφίμων, η ενέργεια και η έρευνα παρουσιάζουν σημαντική μείωση μεταξύ 2012 και 2016 και έντονα αρνητικό ισοζύγιο το 2016.
Εάν, όμως, δεν υπάρξει ευθυγράμμιση ή τουλάχιστον σαφέστερη διασύνδεση μεταξύ της εκπαίδευσης και της παραγωγής, πώς είναι δυνατόν να αναμένουμε βιώσιμη -ή εντέλει, την όποια- ανάκαμψη αυτής της χώρας;
Δεν είναι σαφές εάν η ανάγκη αυτή συγκαταλέγεται μεταξύ των προτεραιοτήτων του φίλτατου υπουργού Παιδείας κ. Κ. Γαβρόγλου, ο οποίος εσχάτως εμφανίζεται να ανησυχεί περισσότερο για την απουσία ρώμης εκ μέρους του φοιτητικού κινήματος.
Όμως, εάν τρέφει τέτοιου είδους ανησυχίες, τότε η μελέτη που παρουσιάστηκε χθες περιέχει σειρά προτάσεων σχετικά με αυτή την «ευθυγράμμιση» μεταξύ των ΑΕΙ και της αγοράς εργασίας, διαμέσου των οποίων ίσως αφυπνισθεί και η επιχειρηματική κοινότητα της χώρας σχετικά με την αξία του όλου εγχειρήματος.
Υπό τις παρούσες συνθήκες πολύχρονης ύφεσης, βαθιάς δυσπραγίας και υπερφορολόγησης, ενδεχομένως να φαντάζει ως πολυτέλεια η αναζήτηση «της άκρης του νήματος» στο εκπαιδευτικό σύστημα, για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Ίσως, ακόμη, να ηχεί και ως ύβρις στα αυτιά όσων εκτιμούν ότι δεν είναι αυτός ο ρόλος που θα όφειλε να έχει η ανώτατη βαθμίδα του εκπαιδευτικού συστήματος...
Αν, όμως, έχουν όντως έτσι τα πράγματα, τότε ας μην αναζητούμε λύσεις ούτε για το πρόβλημα της «φυγής εγκεφάλων» στο εξωτερικό, αλλά ούτε και για την απουσία καινοτόμων και διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών στην ελληνική οικονομία.
Θα ήταν μάταιο…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.