Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το χρήμα δεν λέει ψέματα. Αντίθετα, ακολουθεί κανόνες οι οποίοι βασίζονται στις έννοιες της πίστης και των παραγώγων της, όπως η εμπιστοσύνη.
Η ραγδαία αποκλιμάκωση που εμφανίζουν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εσχάτως και ιδίως μετά την εξασφάλιση της προκαταρκτικής τεχνικής συμφωνίας μεταξύ της χώρας και των εταίρων και δανειστών της, αυτόν τον κανόνα επιβεβαιώνει.
Για την ακρίβεια, χθες, παρά την ανοδική πορεία που ακολούθησαν σχεδόν σύσσωμα τα ομόλογα άλλων ευρωπαϊκών κρατών, η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς τίτλου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 5,49%, έναντι επιπέδου της τάξης του 8,5%-9%, πέριξ του οποίου κυμαίνεται κατά τη διάρκεια του τελευταίου δωδεκαμήνου, όπως καταγράφει και το σχετικό γράφημα που δημοσίευσαν χθες οι Financial Times.
Εμφανίζεται να κλείνει, έτσι, ένας κύκλος τριών ετών, ο οποίος άνοιξε τον Απρίλιο του 2014, όταν η κυβέρνηση Σαμαρά τόλμησε την πρώτη έξοδο της χώρας μας στις διεθνείς αγορές -επί μνημονίου- με την έκδοση πενταετούς ομολόγου, με επιτόκιο 4,95%, ονομαστικής αξίας 3 δισ. ευρώ και ετήσιο κουπόνι στο 4,75%.
Εξέλιξη η οποία κατέστη δυνατή μόνον χάρη στην επίσης ραγδαία αποκλιμάκωση που εμφάνιζαν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, από την «κορυφή» του 29%, τον Ιούνιο του 2012 -ήτοι μετά το ελληνικό PSI-, έως το επίπεδο του 4,95%, που εκδόθηκε το πρώτο ομόλογο Σαμαρά.
Λίγο αργότερα, τον Ιούλιο του 2014, εκδόθηκε ακόμη ένα ομόλογο, τριετούς διάρκειας αυτή τη φορά, ύψους 1,5 δισ. ευρώ από το σύνολο των 3 δισ. ευρώ που ενεγράφη στα βιβλία προσφορών, με τοκομερίδιο 3,375% (επιτόκιο 3,5%), εν μέσω της κρίσης που είχε τότε δημιουργηθεί με την πορτογαλική Espirito Santo, η οποία επηρέασε αρνητικά τη ζήτηση για τη συγκεκριμένη έκδοση.
Τα υπόλοιπα δεν χρήζουν υπενθύμισης.
Μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014, τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης Σαμαρά τον Ιούνιο του ιδίου έτους και τη στροφή προς τον λαϊκισμό που ακολούθησε, η καμπύλη του δεκαετούς τίτλου αναφοράς τραβά ευθέως ανοδική πορεία, βοηθούσης και της κρίσης στις διαπραγματεύσεις με την -τότε- τρόικα αλλά και των εκτιμήσεων περί επικείμενης πτώσης της κυβέρνησης Σαμαρά, με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη Βουλή.
Παραμένει ανοδική με την εκλογή της πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα τον Ιανουάριο του 2015, αγγίζει «κορυφή» έτους, περί το 13%, μετά το δημοψήφισμα του «Όχι», το καλοκαίρι του 2015 και αρχίζει να αποκλιμακώνεται μόνο μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου από την τότε κυβέρνηση Τσίπρα.
Η συμφωνία του Eurogroup του Μαΐου 2016, δε, σχετικά με τα τρία στάδια διευθέτησης του ελληνικού δημόσιου χρέους, σηματοδοτεί μια σχεδόν σταθερή πορεία αποκλιμάκωσης της απόδοσης του δεκαετούς ομολόγου αναφοράς, στη δευτερογενή αγορά, εν μέσω μάλλον αραιών πράξεων.
Με άλλα λόγια, η πορεία των διακυμάνσεων του τίτλου αυτού αποτυπώνει με τον πλέον σαφή τρόπο το επίπεδο εμπιστοσύνης το οποίο έτρεφε η διεθνής επενδυτική κοινότητα έναντι των ομολόγων του ελληνικού κράτους, που βρισκόταν στο ναδίρ ενόσω εκτιμούσε ότι οδεύουμε προς Grexit και αυξανόταν οσάκις η χώρα μας εμφανιζόταν να συνάπτει ή να εφαρμόζει συμφωνίες με τους εταίρους και δανειστές της.
Υπό το πρίσμα αυτό -αν και η συζήτηση του κατά πόσον η χώρα μας δύναται (ή τη συμφέρει) να βγει στις διεθνείς αγορές είναι κατά πολύ ευρύτερη-, η πορεία αυτή αντικατοπτρίζει τις ευκαιρίες που έχασε η Ελλάδα, από τον Απρίλιο του 2014 έως σήμερα, για μια ταχύτερη έξοδό της από την κρίση.
Πρόκειται για μια γνήσια και αψευδή απεικόνιση της απουσίας εμπιστοσύνης που την περιέβαλε ως αποτέλεσμα, πρώτον, της μεταρρυθμιστικής κόπωσης που χαρακτήρισε το τελευταίο εξάμηνο της διακυβέρνησης Σαμαρά και δεύτερον, του καταστροφικού πρώτου εξαμήνου της διακυβέρνησης Τσίπρα.
Αντίστοιχα, μετά πολλών διακυμάνσεων, καταδεικνύει και τις επιπτώσεις των σημαντικών χρονικών καθυστερήσεων οι οποίες συνόδευσαν τις διαπραγματεύσεις τόσο για την πρώτη, όσο και για τη δεύτερη αξιολόγηση του τρέχοντος μνημονίου.
Αυτό, όμως, είναι το κόστος της απουσίας εμπιστοσύνης.
Σε μια περίοδο κατά την οποία οι αποδόσεις των ομολόγων των κρατών της ευρωζώνης διαμορφώνονται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, ελέω και της ποσοτικής χαλάρωσης του φίλτατου κ. Ντράγκι, η χώρα μας -παρά τις εντυπωσιακές της δημοσιονομικές επιδόσεις- παραμένει ακόμη εκτός αγορών.
Η πορεία ανάκτησης της χαμένης εμπιστοσύνης προς την ίδια και την ικανότητά της να τιμήσει τις υποχρεώσεις της διέρχεται βεβαίως και διαμέσου των ευρωπαϊκών πρωτευουσών.
Ας προσπαθήσει, τουλάχιστον, να κερδίσει τη δική τους εμπιστοσύνη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.