Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Παρά τις δύο ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών και τα απανωτά μαχαίρια στις συντάξεις, όχι μόνο δεν βγαίνει ο λογαριασμός, αλλά ακόμη κι αν βγει, κινδυνεύουμε να συμπαρασύρει ολόκληρη την οικονομία.
Αυτή την πικρή αλήθεια μάς είπε χθες, από το βήμα του συνεδρίου του Economist, ο κεντρικός τραπεζίτης της χώρας Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος μας «θύμισε» την ανάγκη και των άλλων πυλώνων που πρέπει να στηρίζουν το ασφαλιστικό σύστημα.
«Δεν είναι εφικτό οικονομικά, ένα αμιγώς κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα», είπε χθες και πρόσθεσε: «… το κράτος δεν θα πρέπει να επιμένει να διατηρεί το μονοπώλιο των συνταξιοδοτικών παροχών, οι εργοδότες θα πρέπει να πάψουν να παρερμηνεύουν τον ρόλο τους…. και οι πολίτες δεν θα πρέπει να ξεχνούν τον ρόλο που διαδραματίζουν οι προσωπικές αποταμιεύσεις τους…».
Τα πάντα εκ του αποτελέσματος κρίνονται και σε ό,τι αφορά στις τελευταίες ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις, το αποτέλεσμα ήταν φτωχό.
Ούτε ο ενιαίος τύπος υπολογισμού για τις κύριες συντάξεις, ούτε ο κανόνας μηδενικού ελλείμματος για τις επικουρικές, εφαρμόστηκαν όπως είχαν σχεδιαστεί. Οι μειώσεις των συντάξεων κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το ΣτΕ, το 2015, και κάθε λογής «παράθυρα» αλλά και πρόωρες συνταξιοδοτήσεις ουσιαστικά ακύρωσαν τις αυξήσεις στα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης.
Ως αποτέλεσμα, σήμερα η Ελλάδα δαπανά σε μεταβιβάσεις από τον κρατικό κορβανά προς τα Ταμεία ποσό που αντιστοιχεί σε 7,1% του ΑΕΠ (2016) και αναμένεται να φτάσει στο 9,9% εφέτος έναντι 3,3% του ΑΕΠ, κατά μέσο όρο, στην ευρωζώνη.
Με άλλα λόγια, πάνω από το 1/3 του τακτικού προϋπολογισμού πάει σε συντάξεις, ενώ υπάρχει και ένας σημαντικός αριθμός δικαιούχων προς τους οποίους ακόμη εκκρεμεί η καταβολή της σύνταξης.
Πρόκειται για μια αδιέξοδη κατάσταση, η οποία ούτε με μειώσεις συντάξεων (στα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα) μπορεί να γιατρευτεί, ούτε και με περαιτέρω αυξήσεις εισφορών.
Ας αφήσουμε, δε, κατά μέρος την αδικία που προκύπτει για όσους νέους εισέρχονται στον στίβο της εργασίας και των ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίοι καλούνται να επωμιστούν ένα υπέρμετρο φορτίο.
Αυτή είναι η αλήθεια. Με ένα πόδι και μάλιστα πληγωμένο, το σύστημα δεν στέκεται όρθιο.
Εάν δεν πάψει να θεωρείται πολυτέλεια η ιδιωτική ασφάλιση, εάν οι πολίτες δεν είναι σε θέση ακόμη μια φορά να αποταμιεύουν -σε καθεστώς ασφάλειας και εμπιστοσύνης- και εάν οι εργοδότες αυτής της χώρας δεν αρχίσουν και αυτοί να παρέχουν συνταξιοδοτικά προγράμματα, κατά το πρότυπο των περισσότερων ανεπτυγμένων κρατών της υφηλίου, ας μην περιμένουμε γιατρειά.
Αυτές, όμως, είναι παρεμβάσεις που πρώτα από όλους πρέπει να ενστερνιστεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας και βεβαίως όσοι κρατούν σήμερα τα ηνία της.
Πώς είναι δυνατόν να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος στις καταθέσεις και στο αποταμίευμα, όταν ακόμη η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς νομισματικής ανασφάλειας;
Πώς είναι δυνατόν οι εργοδότες να βάλουν στο τραπέζι έστω και τα πλέον μετριοπαθή σχέδια για συνταξιοδοτικά προγράμματα, όταν -σε μεγάλους αριθμούς- αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υφιστάμενες ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις έναντι των εργαζόμενων;
Η πραγματική συζήτηση για το ασφαλιστικό, φίλτατοι, δυστυχώς δεν έγινε ποτέ στην Ελλάδα και όποτε επιχειρήθηκε να γίνει, συνοδεύτηκε από ιαχές που κάλυψαν κάθε φωνή λογικής.
Πλέον, όμως, βρισκόμαστε μπροστά στο «ταμείο» και όπως όλοι γνωρίζουμε, μετά την αποχώρηση από αυτό, «ουδέν λάθος αναγνωρίζεται».
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.