Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Σε μια χώρα η οποία μαστίζεται από την ύφεση και την ανεργία επί μια εξαετία και πλέον, το μόνο πράγμα στο οποίο δεν εστιάζουν οι διεκδικητές της εξουσίας, καθ' οδόν προς μια κρίσιμη εκλογική αναμέτρηση, είναι το πώς θα επιστρέψουμε στην ανάπτυξη και πώς θα βρει ο κόσμος δουλειές.
Αντίθετα, κυριαρχούν η τρομολαγνεία και η κινδυνολογία από τη μια πλευρά και οι φαύλες υποσχέσεις προς τους πάντες και τα πάντα, από την άλλη.
Ο μεν κ. Α. Σαμαράς, έως έναν βαθμό δικαίως, επέλεξε να επικεντρώσει τη ρητορική του για το μεγαλύτερο μέρος της προεκλογικής περιόδου στις κατακλυσμιαίες συνέπειες που θα συνεπαγόταν για τη χώρα ενδεχόμενη αθέτηση των συμβατικών της υποχρεώσεων των έναντι εταίρων και δανειστών από μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Όσο, όμως, δίκιο και εάν έχει, οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι επί δικής του διακυβέρνησης επιχειρήθηκε η έξοδος της χώρας από το μνημόνιο, νωρίτερα του αναμενομένου, αρχίζοντας έτσι το ανοδικό σπιράλ των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, καθώς και ότι το παρόν ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα της δίμηνης παράτασης του μνημονίου η δική του κυβέρνηση το επεδίωξε, για προφανείς πολιτικές σκοπιμότητες.
Επίσης, οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι η πολιτική της υπερφορολόγησης, η οποία φέρει το σημαντικότερο μερίδιο ευθύνης για τη βύθιση της χώρας στην ύφεση και τη συνεπακόλουθη εκτόξευση της ανεργίας, ήταν μια επιλογή που έγινε αμιγώς από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ.
Αντίστοιχα, ακόμη και αυτήν την ύστατη ώρα ο κ. Α. Τσίπρας εξακολουθεί να μην μας λέει -κατά τρόπο πειστικό- από πού θα έρθουν τα λεφτά, ενώ ισχυρίζεται, κατά τρόπο επίσης μη πειστικό, ότι η χώρα είναι δυνατόν να συνεχίσει να απολαμβάνει της χρηματοδότησης των εταίρων, εάν δεν τηρεί τα «συμπεφωνημένα».
Ταυτόχρονα, υπόσχεται σχεδόν τα πάντα στους πάντες ενώ τα μέχρι τούδε φορολογικά μέτρα που εξήγγειλαν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο για το εισόδημα, όσο και για την ακίνητη περιουσία, τείνουν να καταστήσουν «παιδική χαρά» την υπερφορολόγηση που εφάρμοσε η συγκυβέρνηση Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ.
Το ελληνικό εκλογικό σώμα, όμως, αξίζει καλύτερα.
Όσο κι αν τα αφτιά του κόσμου δεν είναι εκπαιδευμένα στο να ακούν τα δυσάρεστα, τα πολιτικά κόμματα οφείλουν να τους πουν την πάσα αλήθεια.
Να τους πουν, δηλαδή, ότι σήμερα η χώρα μας παράγει ελάχιστα πράγματα σε σχέση ακόμη και με το πρόσφατο παρελθόν της, ότι έχει σχεδόν πλήρως αποβιομηχανιστεί και ότι εξακολουθεί να καταδυναστεύεται από τα πάγια και χρονίζοντα προβλήματά της.
Την απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων, τη βελτίωση της αποδοτικότητας του κρατικού μηχανισμού, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την κατάργηση αναχρονιστικών εργασιακών νόμων, την επιτάχυνση του ρυθμού απονομής Δικαιοσύνης, την αντιμετώπιση καρτέλ και συντεχνιών αλλά και τόσα άλλα που στάθηκε αδύναμη η έως τώρα κυβέρνηση να κάνει πράξη.
Κυριότερα, όμως, οφείλει κάποιος να πει την αλήθεια και να ομολογήσει ότι αυτή η χώρα δεν είναι δυνατόν να «στεγνώνει» το κάθε νοικοκυριό και την κάθε επιχείρηση από ρευστότητα μέσω της υπερφορολόγησης, μόνον και μόνον για να καλυφθούν οι ανάγκες μισθών και συντάξεων του δημοσίου.
Ακόμη και σήμερα, ενώ το ασφαλιστικό πρόβλημα είναι το υπ' αριθμόν ένα στη χώρα, υπάρχουν άνθρωποι που λαμβάνουν πρόωρες συντάξεις στα 52 τους χρόνια.
Ακόμη και σήμερα -μόλις χθες για την ακρίβεια- πανηγύριζε ο καθ' ύλην αρμόδιος υπουργός επειδή το κράτος μπόρεσε να απολύσει τους διαπιστωμένα κοπανατζήδες ή εκείνους που πιάστηκαν με το χέρι στη γυάλα να παίρνουν φακελάκι...
Ε, λοιπόν, έτσι φίλτατοι, δεν θα πάμε και πολύ μακριά.
Καθ' οδόν προς την κάλπη, ας θυμόμαστε ότι, είτε ως άνθρωποι, είτε ως χώρα, δεν μπορούμε να ξοδεύουμε περισσότερα από όσα κερδίζουμε ή από όσα έχουμε στην τσέπη μας.
Κι αν το κάναμε στο παρελθόν, αυτό πληρώνουμε σήμερα...
Όποιος μας λέει το αντίθετο ψέματα λέει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.