Δύο ιστορικές φράσεις του αποβιώσαντος πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, αποτυπώνουν την ιστορική παρουσία του για οκτώ χρόνια στο τιμόνι της χώρας. «Αυτή είναι η Ελλάδα» ήταν η πρώτη, «δεν θα γίνουμε Ιρλανδία» η δεύτερη.
Με την πρώτη του φράση, στην ουσία, ο Κ. Σημίτης ακύρωνε ο ίδιος το μεγάλο επίτευγμά του να ενταχθεί η χώρα από νομισματικής πλευράς, εκείνη την εποχή, στη ζώνη του δεύτερου αποταμιευτικού νομίσματος στον κόσμο, όντας ήδη μέλος της πρώτης παγκόσμιας εμπορικής δύναμης.
Με τη δεύτερη φράση του, ο τότε πρωθυπουργός, απαρνιόταν το μεγαλύτερο επίτευγμα της σοσιαλδημοκρατίας, τον 20ο αιώνα, που ήταν η παγκοσμιοποίηση, ήτοι η εξάπλωση του δυτικού τύπου κράτους δικαίου παγκοσμίως.
Αιχμάλωτος ενός τριτοκοσμικού ΠΑΣΟΚ που τότε θαύμαζε σφαγείς τύπου Άσαντ, Καντάφι, Σαντάμ Χουσεΐν, και δεν συμμαζεύεται και μιας ανιστόρητης αριστερής ρητορικής περί νεοφιλελευθερισμού, ο Κ. Σημίτης αγνόησε ότι η Ιρλανδία από φτωχότερη χώρα της ΕΟΚ το 1973, όταν εντάχθηκε σε αυτήν, το 2000 ήταν η τέταρτη πλουσιότερη μεταξύ των δεκαπέντε τότε χωρών-μελών της.
Με την πρώτη φράση του, ο Κ. Σημίτης, δικαιολογούσε την υποχώρηση του στην ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση και σε κάποιο βαθμό υπονόμευε την προοπτική της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ). Άνοιξε έτσι την πόρτα στις αποτυχημένες οικονομικές πολιτικές που ακολούθησαν, με θλιβερή κατάληξη τα μνημόνια και τη σημαντική υποχώρηση της ελληνικής οικονομίας.
Με πιο απλά λόγια, μπορούμε να πούμε ότι η υποχώρηση τότε του Κ. Σημίτη στο Ασφαλιστικό, πολύ γρήγορα ακύρωσε σχεδόν όλα τα πλεονεκτήματα που η Ελλάδα θα μπορούσε να αντλήσει από τη συμμετοχή στην ευρωζώνη και την ΟΝΕ.
Πλεονεκτήματα εξάλλου που το εγχώριο επιχειρηματικό κεφάλαιο, με κάποιες εξαιρέσεις, ούτε αυτό μπόρεσε να αξιοποιήσει παρά τις απίθανες ευκαιρίες και δυνατότητες που του πρόσφερε η χρηματιστηριακή άνοιξη του τέλους του 20ου αιώνα. Δυστυχώς, ούτε τότε, η μεταφορά της ελληνικής αποταμίευσης στην αγορά, αντί να χρησιμοποιηθεί για σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις, καταναλώθηκε για να δημιουργηθεί στην Ελλάδα μια «οικονομία της προσόδου», η οποία σήμερα παράγει ανισότητες, πληθωρισμό και αντιπαραγωγικότητα.
Συμπέρασμα: Η Ελλάδα της οκταετίας Σημίτη θα μπορούσε να αλλάξει σε βάθος και σε λειτουργική ποιότητα αν δεν ήταν «αυτή που είναι». Δηλαδή μια χώρα με τεράστιες δυνατότητες και πλούσιο ανθρώπινο δυναμικό, που πάει χαμένο, γιατί συγκεκριμένοι απολύτως εγχώριοι παράγοντες, δεν επιθυμούν να δουν να προοδεύει.
Και όλοι γνωρίζουμε ποιοι είναι και πώς «σκέπτονται». Καλύπτουν σε διψήφιο ποσοστό τη σημερινή Βουλή.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.