Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η συνταγή για να ξεφύγει η Ευρώπη από την τεχνολογική υστέρηση

Θλίψη προκαλούν οι συγκρίσεις των επιδόσεων της Γηραιάς Ηπείρου με τις ΗΠΑ και την Κίνα. Ο κίνδυνος να χαθεί οριστικά το τρένο και οι επιλογές που πρέπει να προκριθούν. Γράφουν οι Σάββας Ρομπόλης και Βασίλης Μπέτσης.

Η συνταγή για να ξεφύγει η Ευρώπη από την τεχνολογική υστέρηση
  • Των Σάββα Γ. Ρομπόλη* και Βασίλειου Μπέτση**

Η σύγκριση μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε.-27 των τεχνολογικών, οικονομικών και κοινωνικών εξελίξεων κατά τις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, ομοιότητες (διεύρυνση ανισοτήτων, υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους, επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου της πλειοψηφίας του πληθυσμού) και διαφοροποιήσεις (ψηφιοποίηση, τεχνητή νοημοσύνη, αυτοματισμός, ρομποτική), σε βαθμό που η Ευρώπη στις νέες τεχνολογίες, την έρευνα και την καινοτομία να υπολείπεται σημαντικά των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στις συνθήκες αυτές διαπιστώνεται ότι κατά την περίοδο 2000-2023 το κατά κεφαλή ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 36,8% και στην Ε.Ε.-27 κατά 30,1%. Επίσης το 2023 ένδεκα κράτη-μέλη της Ε.Ε.-27 βρίσκονταν σε στασιμότητα και η αύξηση του ΑΕΠ στην ευρωζώνη ήταν μόνο 0,5%, ενώ στις ΗΠΑ ήταν 2,5% (Julliette Le Chevallier, Alternatives Eonomiques, 18/4/2024).

Από μία σχετική και ευρύτερη διεθνή σύγκριση, αναδεικνύεται ότι το μερίδιο της Κίνας στην παγκόσμια προστιθέμενη αξία παραγωγής ως ποσοστό του συνόλου είναι 29%, των ΗΠΑ 16%, της Ιαπωνίας 7%, της Γερμανίας 5%, της Γαλλίας 2% και των υπόλοιπων χωρών του πλανήτη είναι 31% (Richard Baidwin, 2024).

Tούτων δοθέντων αναδεικνύεται ότι μεταξύ της αμερικανικής, της ασιατικής, ιδιαίτερα της κινεζικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας παρατηρείται η ύπαρξη ενός διαρθρωτικού χάσματος στην ικανότητα της ανάπτυξης, με την έννοια ότι η υστέρηση αυτή στη δυνητική ανάπτυξη εξηγείται από τα λιγότερα δυναμικά και δημογραφικά στοιχεία στην Ε.Ε.-27 καθώς και από το υψηλότερο επίπεδο της παραγωγικότητας στις ΗΠΑ το οποίο ενισχύεται, ιδιαίτερα, από την έρευνα, τις καινοτομίες και τις νέες αυτοματοποιημένες ψηφιακές τεχνολογίες (Christophe Blot, OFCE, 2024).

Από την άποψη αυτή είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι η παρατηρούμενη τεχνολογική υστέρηση στην Ευρώπη αποτυπώθηκε στο επίπεδο της παραγωγικότητας της εργασίας το οποίο αυξήθηκε την τελευταία δεκαετία μόνο κατά 0,8% ετησίως (Christian Chavagneux, Alternatives Economiques, 25/11/2024).

Η εξέλιξη αυτή αποδεικνύεται, μεταξύ άλλων, και από τα στοιχεία της Eurostat(2023) αναφορικά με τις δαπάνες για έρευνα, καινοτομία και νέα τεχνολογία στην Ε.Ε.-27. Πράγματι, το 2022 το σύνολο των σχετικών  δαπανών στην Ε.Ε.-27 ήταν 352 δισ. ευρώ (2,2% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ), ενώ στις ΗΠΑ ήταν 710 δισ. δολάρια (3,46% του ΑΕΠ) και στην Κίνα 620 δισ. δολάρια και στην Ιαπωνία 17,2 δισ. δολάρια.

Παράλληλα σε επίπεδο κρατών-μελών το Βέλγιο είναι η χώρα που διαθέτει τους περισσότερους πόρους για έρευνα, καινοτομία και νέα τεχνολογία (3,44% του ΑΕΠ) και ακολουθούν η Σουηδία (3,4% του ΑΕΠ),η Αυστρία (3,2% του ΑΕΠ) και η Γερμανία (3,13% του ΑΕΠ).

Τα δεδομένα αυτά της τεχνολογικής υστέρησης, του χαμηλού επιπέδου επενδύσεων νέας τεχνολογίας, παραγωγικότητας, κ.λπ., τα οποία έχουν οδηγήσει την ευρωπαϊκή οικονομία να αναπτύσσεται 30% πιο αργά από τις ΗΠΑ, έχουν, μεταξύ άλλων, εμπλουτίσει την ευρωπαϊκή βιβλιογραφία, στο πλαίσιο της αναζήτησης των βασικών αιτίων των δυσμενών αυτών τεχνολογικών εξελίξεων (υπαρξιακή πρόκληση κατά την Έκθεση Ντράγκι) με διαφορετικές εκτιμήσεις και απόψεις.

Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας (ΕΚΤ) Christine Lagarde διατυπώνει την άποψη ότι οι Ευρωπαίοι πολίτες δεν επενδύουν αρκετά σε μετοχές (και ως επι το πλείστον οι μετοχές επενδύουν δεν ανήκουν σε καινοτόμες επιχειρήσεις) αλλά σε τραπεζικές καταθέσεις. Στις συνθήκες αυτές, η τεχνολογική υστέρηση της Ε.Ε.-27 δεν θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί από μία ευρωπαϊκή κεφαλαιαγορά.

Παράλληλα, διατυπώνεται η άποψη ότι επειδή η Ευρώπη δεν κατατάσσεται, σε επίπεδο ανεπτυγμένων οικονομιών, στους ελκυστικούς επενδυτικούς προορισμούς, το ξένο κεφάλαιο προσανατολίζεται κατά προτίμηση στις ΗΠΑ. Κι΄αυτό επειδή οι ΗΠΑ προσελκύουν το ισοδύναμο των επτά μονάδων του ΑΕΠ σε ξένο κεφάλαιο.

Η τάση αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι ένα δολάριο που τοποθετείται στις ΗΠΑ έχει απόδοση 17%, ενώ ένα ευρώ που τοποθετείται στην Ευρώπη έχει απόδοση 9% (P. Artus, Alternatives Economiques, 3/8/2024).

Από την άλλη πλευρά, όμως, διατυπώνεται η άποψη ότι το ευρωπαϊκό πρόβλημα της τεχνολογικής και καινοτομικής υστέρησης δεν οφείλεται κατά προτεραιότητα στην έλλειψη χρηματικών πόρων. Η Ευρώπη μετά την πανδημία δανείστηκε 450 δισ. ευρώ τα οποία έθεσε στην διάθεση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.

Αυτό σημαίνει, κατά την άποψη αυτή, ότι η ευρωπαϊκή οικονομία στις σημερινές διεθνείς τεχνολογικές και καινοτομικές συνθήκες δεν περιλαμβάνει στο «λογισμικό» της την ικανότητα να καινοτομεί στην παραγωγή και την κοινωνία. Έτσι αντιμέτωπη η ευρωπαϊκή οικονομία με αυτή την πρόκληση επέλεξε, κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, τη στρατηγική προσέλκυσης προηγμένων ξένων τεχνολογικών επιχειρήσεων ακόμη και εάν αυτό σήμαινε την καταβολή υψηλής επιδότησης των συγκεκριμένων επενδύσεων με τον κίνδυνο, όπως συνέβη, να μετακινηθούν σε άλλες χώρες που κατέβαλαν υψηλότερες επιδοτήσεις και άλλες διευκολύνσεις.

Αντίθετα, θα μπορούσε η ευρωπαϊκή οικονομία να επιλέξει τη στρατηγική της προμήθειας των αναγκαίων κεφαλαιουχικών (όπως έλαβε χώρα μετά τον Β’. Παγκόσμιο Πόλεμο) αγαθών και να σχεδιάσει την οργάνωση και σύσταση ευρωπαϊκών επιχειρήσεων παραγωγής καινοτομίας και νέας τεχνολογίας (Christian Chavagneux, Alternatives Economiques, 25/11/2024).

Η επιλογή αυτής της προοπτικής συνιστά την «πρόκληση τεχνολογικής αφύπνισης» της ευρωπαϊκής οικονομίας και την κινητήρια δύναμη υπέρβασης, κατά τις επόμενες δεκαετίες, της τεχνολογικής της υστέρησης και της αποτροπής, μεταξύ άλλων, της μείωσης της συμμετοχής της στο παγκόσμιο ΑΕΠ σε 15% το 2050 από 22% που είναι σήμερα, αναβαθμίζοντας στην πορεία αυτή, σε διεθνές επίπεδο, την θέση της ως οικονομικής δύναμης μεταξύ των σημερινών και μελλοντικών (ΗΠΑ, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Αφρική) γεωπολιτικών και γεωοικονομικών ανταγωνιστών της.

 

* O Σάββας Ρομπόλης είναι Ομότιμος Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου.

** Ο Βασίλειος Γ. Μπέτσης είναι Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v