Τα τελευταία χρόνια Ελλάδα και Τουρκία δεν διαφωνούν μόνο στα θέματα πού αφορούν άμεσα τις δύο χώρες αλλά και σε γενικότερα θέματα πού αφορούν την παγκόσμια πολιτική (Ουκρανία, Γάζα κ.λπ.).
Για αυτό αποτελεί γεγονός όταν οι δύο χώρες συμφωνούν σε κάτι. Ένα τέτοιο γεγονός είναι η στάση τους στο θέμα τής Συρίας. Τόσο η Τουρκία, όσο και η Ελλάδα συμφωνούν στον τερματισμό της διεθνούς απομόνωσης της Συρίας, την κατάργηση των κυρώσεων και την επανένταξη της χώρας στη διεθνή κοινότητα.
Oσον αφορά την Τουρκία η αποκατάσταση των σχέσεων με το καθεστώς του Ασάντ έχει καταστεί το κύριο μέλημα του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν τον τελευταίο καιρό. Αυτό συνιστά μια δραματική αλλαγή πολιτικής για τη χώρα, η οποία μέχρι πρόσφατα είχε ταυτισθεί με την υποστήριξη των δυνάμεων -κυρίως ισλαμιστών- που πολεμούσαν για την ανατροπή του συριακού καθεστώτος.
Έτσι η Τουρκία έγινε παγκοσμίως γνωστή για τη «λεωφόρο των τζιχαντιστών», ένας όρος που αναφερόταν σε ένα διάδρομο στα νότια της χώρας όπου κατέληγαν τζιχαντιστές από όλο τον κόσμο, προκειμένου να μεταβούν στη Συρία και να πολεμήσουν εναντίον του καθεστώτος Ασάντ.
Όμως αυτή η πολιτική ενθάρρυνσης των τζιχαντιστών είχε αρνητικές συνέπειες για την Τουρκία. Οδήγησε σε κύματα προσφύγων που προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τις μάχες και τις καταστροφές στη Συρία, συσωρευόμενοι στα σύνορα με την Τουρκία. Σήμερα η χώρα φιλοξενεί τον τεράστιο αριθμό των 3,7 εκατομμυρίων Σύρων προσφύγων.
Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία λαμβάνει σοβαρή οικονομική βοήθεια για τους πρόσφυγες -11 δισ. δολάρια από ΗΠΑ και ΕΕ- εντούτοις το προσφυγικό αποτελεί ένα σοβαρό πρόβλημα για τη χώρα και εστία εντάσεων. Αποκορύφωμα των σοβαρών εντάσεων μεταξύ του τοπικού πληθυσμού και των προσφύγων υπήρξαν τα επεισόδια τον Ιούλιο στο Καϊζερί, όπου οι ντόπιοι διέπραξαν ένα πραγματικό πογκρόμ εναντίον Σύρων προσφύγων μετά από φήμες που κυκλοφόρησαν ότι ένας πρόσφυγας είχε βιάσει ένα πεντάχρονο ντόπιο κοριτσάκι.
Το προσφυγικό βρίσκεται κυρίως στη βάση της προσπάθειας του Ερντογάν για την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Δαμασκό και την επανένταξη της Συρίας στη διεθνή διπλωματική κοινότητα. Ο Τούρκος πρόεδρος ελπίζει ότι με αυτόν τον τρόπο θα ενθαρρυνθεί σημαντικό τμήμα των Σύρων προσφύγων να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και έτσι να μειωθούν οι κοινωνικές εντάσεις που κατά την άποψή του προκαλεί η μαζική παρουσία των προσφύγων.
Ανάλογες είναι οι σκέψεις πού επικρατούν και στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Η Ελλάδα επίσης ελπίζει ότι η έξοδος από τη διεθνή απομόνωση της Συρίας και η ανάκαμψη της οικονομίας της, θα οδηγήσει σε επιστροφή στις εστίες τους ενός σημαντικού μέρους των 25 χιλιάδων Σύρων προσφύγων πού βρίσκονται στην Ελλάδα και στην αποφυγή έλευσης νέων.
Για αυτόν τον λόγο η Ελλάδα μαζί με άλλες επτά ευρωπαϊκές χώρες υπέγραψαν μία ανακοίνωση τον Ιούλιο με την οποία ζητούν τον τερματισμό της διεθνούς απομόνωσης της Συρίας. Η ανακοίνωση αναφέρει ότι η ευρωπαϊκή πολιτική της «αλλαγής καθεστώτος» και των κυρώσεων «έχει αποτύχει».
«Τα βήματα πού έχουν γίνει μέχρι σήμερα» αναφέρει η ανακοίνωση «έχουν κυρίως πλήξει τους πολίτες, αλλά όχι τις αρχές». Η ανακοίνωση ζητά μια αλλαγή πολιτικής «που θα δημιουργήσει μία πραγματικότητα όπου οι κάτοικοι θα έχουν τη βούληση και το ενδιαφέρον να παραμείνουν στη Συρία και να επιστρέψουν σε αυτήν.»
Οι άλλες χώρες που υπέγραψαν την ανακοίνωση -πλην της Ελλάδας- ήταν η Κύπρος, Σλοβενία, Σλοβακία, Αυστρία, Τσεχία , Κροατία και η Ιταλία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.