Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Κίνδυνος ακύρωσης για χιλιάδες μεταβιβάσεις NPEs στους servicers

Πώς η νεότερη νομολογία δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στα σχέδια των servicers. Τα επιχειρηματικά δάνεια και οι δικαστικές αποφάσεις. Γράφει ο Γ. Ψαράκης.

Κίνδυνος ακύρωσης για χιλιάδες μεταβιβάσεις NPEs στους servicers
  • Του Γιώργου Ψαράκη*

Είχαμε γράψει πριν από ένα χρόνο περίπου (βλ. εδώ) ότι ακόμα και μετά την ΟλΑΠ 1/2023, τα διαδικαστικά προβλήματα στην αναγκαστική είσπραξη των «κόκκινων» δανείων παρέμεναν, καθότι εντοπίζονταν διάφορες πλημμέλειες στη διαδικασία των τιτλοποιήσεων.

Στο πλαίσιο αυτό π.χ. πρόσφατα εκδόθηκε και η υπ’ αριθμ. 769/2024 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία και ακύρωσε εκδοθείσα διαταγή πληρωμής (και αναφορά της έγινε στα ΜΜΕ).

Οι αποφάσεις αυτές, όμως, όλο και θα λιγοστεύουν καθότι πλέον όλα τα κενά, που είχαμε τότε αναφέρει, έχουν καλυφθεί είτε από τους ίδιους τους Servicers (λ.χ. το ζήτημα της συσχέτισης των απαιτήσεων με τη σύμβαση διαχείρισης) είτε από τον νομοθέτη (βλ. νόμο 5072/2023 που ψηφίστηκε στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς κοκ). Π.χ. στο παράδειγμα της ως άνω υπ' αριθμ. 769/2024 απόφασης, η διαταγή πληρωμής ακυρώθηκε καθότι αφενός δεν υπήρχε συσχέτιση της δανειακής απαίτησης με τη σύμβαση διαχείρισης, αφετέρου η δημοσιευμένη περίληψη της σύμβασης διαχείρισης στο πλαίσιο τιτλοποίησης που έγινε με βάση το νόμο του 2003 δεν περιελάμβανε όλα τα στοιχεία που προέβλεπε ο νόμος του 2015.

Για το πρώτο ζήτημα έχουμε ξαναπεί (βλ. εδώ) ότι οι servicers έχουν ήδη αρχίσει να το επιλύουν από το 2022, που είχε διαφανεί η ένταση εμφάνισής του, με το να κάνουν συμπληρωματική αναφορά συσχέτισης στο ενεχυροφυλακείο, ενώ για το δεύτερο, ψηφίστηκε ο νόμος 5072/2023 που προβλέπει (άρθρο 115) ότι για τις τιτλοποιήσεις αρκεί η σύμβαση διαχείρισης του νόμου του 2003 και δεν απαιτούνται λοιπά στοιχεία.

Η νεότερη, όμως, και πράγματι ιδιαίτερα κρίσιμη νομολογία που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται, έρχεται να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στα επιχειρηματικά σχέδια των servicers. Το ερώτημα είναι το εξής: αν επιτρέπεται η μεταβίβαση ενός επιχειρηματικού δανείου που λειτουργεί στο πλαίσιο ενός αλληλόχρεου λογαριασμού (ΑΑΛ), πριν αυτό ακόμα καταγγελθεί.

Χιλιάδες μεταβιβάσεις τέτοιων δανείων έχουν λάβει χώρα πριν η σύμβαση αλληλόχρεου λογαριασμού να καταγγελθεί, καθότι το «κλείσιμο» του λογαριασμού αναλαμβάνει ο servicer σε δεύτερο χρόνο (με επίδοση της καταγγελίας στον οφειλέτη κ.λπ.).

Τους τελευταίους μήνες, έχει δημοσιευτεί μια σειρά αποφάσεων (πολυμελών και μονομελών συνθέσεων) από το Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου έχει γίνει δεκτό το εξής: η εκχώρηση/μεταβίβαση δανείου που λειτουργεί στο πλαίσιο αλληλόχρεου λογαριασμού δεν είναι έγκυρη πριν την καταγγελία της σύμβασης. Τούτο διότι είναι τέτοιας φύσεως η σχέση που δημιουργείται μεταξύ των μερών (δηλ. τράπεζας και οφειλέτη) στην περίπτωση του εν ενεργεία αλληλόχρεου λογαριασμού, που δεν καθίσταται δυνατή, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του οφειλέτη, η μεταβολή του προσώπου του δανειστή.

Το σκεπτικό των εν λόγω αποφάσεων έχει συνήθως ως εξής: «Με βάση τα ανωτέρω, αποδεικνύεται ότι κατά τον χρόνο που έλαβε χώρα η μεταβίβαση, η ανωτέρω σύμβαση πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό δεν είχε καταγγελθεί, ούτε είχε κλείσει ο τηρούμενος λογαριασμός. Ως εκ τούτου, η μεταβίβαση της απορρέουσας από αυτήν απαίτησης σε βάρος των πρώτης και δεύτερου των εναγόντων είναι άκυρη, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη της παρούσας, αντικείμενο της σύμβασης μεταβίβασης ή διαχείρισης μπορεί να είναι μόνο η απαίτηση για το οριστικό κατάλοιπο του αλληλόχρεου λογαριασμού…».

Η κρίση αυτή έχει τις εξής συνέπειες:

α) ότι ο servicer όχι μόνο δεν μπορεί να διενεργεί πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης (κατασχέσεις, πλειστηριασμούς), αλλά ούτε καν να οχλεί τον οφειλέτη για την είσπραξη, καθότι η απαίτηση δεν ανήκει στο Fund αλλά στην τράπεζα που φέρεται να την πούλησε.

β) ότι τυχόν καταγγελία από τον servicer είναι άκυρη καθότι ουδέποτε μεταβιβάστηκε το δικαίωμα καταγγελίας σε αυτόν, λόγω ακυρότητας της σύμβασης μεταβίβασης και

γ) ότι η τράπεζα, η οποία και συνεχίζει να αποτελεί δικαιούχο της απαίτησης, αφού αναγνωρίστηκε η ακυρότητα της μεταβίβασης, θα έχει παύσει προφανώς να διενεργεί νομικές ενέργειες είσπραξης (κατάθεση αγωγών κ.λπ.), λόγω της εντύπωσης ότι η μεταβίβαση είναι έγκυρη, με αποτέλεσμα να τίθενται διάφορα ζητήματα πιθανής παραγραφής της απαίτησης κ.λπ.

Το παραπάνω ζήτημα ήδη εκκρεμεί ενώπιον του Εφετείου Αθηνών και αναμένεται η έκδοση απόφασης εντός του 2025. Είναι προφανές ότι η εν λόγω νομολογιακή τάση αποτελεί ισχυρό πλήγμα στη διαδικασία των τιτλοποιήσεων επιχειρηματικών δανείων και πιθανόν να δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στα επιτελεία των servicers.

To βέβαιο είναι ότι στη φαρέτρα των οφειλετών εντάσσεται πλέον ένα αρκετά ισχυρό όπλο, που ενισχύει και τη διαπραγματευτική τους θέση, τη στιγμή που όλα τα λοιπά νομικά επιχειρήματα, όπως αναφέρουμε παραπάνω, έχουν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους απενεργοποιηθεί, βάσει κυρίως των σχετικών νομοθετικών αλλαγών.

 

* Ο Γιώργος Ψαράκης, ΜΔΕ, LL.M. (LSE), PgCert, είναι δικηγόρος Αθηνών, εταίρος στη δικηγορική εταιρεία «ΨΑΡΑΚΗΣ ΚΕΦΑΛΑΣ» (www.psarakislegal.com).


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v