Στην Ελλάδα όταν συζητάμε το θέμα της παροχής αδείας λειτουργίας ενός ξένου πανεπιστημίου, υποθέτουμε ότι μόλις αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο και δοθεί η άδεια όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου θα κάνουν ουρά για να ανοίξουν παραρτήματα στη χώρα μας.
Όμως, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι κάτι τέτοιο πρόκειται να συμβεί. Η άδεια λειτουργίας είναι ένα μόνο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένα πανεπιστήμιο το οποίο θέλει να ανοίξει παράρτημα σε άλλη χώρα. Η άδεια λειτουργίας είναι, όπως θα έλεγαν οι φιλόσοφοι, αναγκαία, αλλά όχι ικανή συνθήκη.
Ας εξετάσουμε λίγο την περίπτωση της Ουρουγουάης, ίσως της πιο ανεπτυγμένης χώρας της Λατινικής Αμερικής. Αυτή τη στιγμή συζητείται στο κοινοβούλιο της χώρας ένα σχέδιο νόμου που στοχεύει να κάνει την χώρα πόλο έλξης ξένων πανεπιστημίων τα οποία θα εξυπηρετούν την ευρύτερη περιοχή.
«Έχουμε τα πάντα για να γίνουμε ένας πόλος διεθνούς πανεπιστημιακής ανάπτυξης», υποστηρίζουν οι διαμορφωτές του νομοσχεδίου. Σε έναν κόσμο που ολοένα γίνεται πιο παγκοσμιοποιημένος, η Ουρουγουάη διαθέτει μία «τεράστια ευκαιρία» να δεχθεί τις επενδύσεις που συνδέονται με τον διεθνή πανεπιστημιακό χώρο.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο στα πρώτα πέντε χρόνια της λειτουργίας του ξένου ιδρύματος τουλάχιστον το 50% του καθηγητικού προσωπικού θα είναι ντόπιοι. Στο μεταπτυχιακό επίπεδο το ποσοστό μειώνεται σε 20%.
Από τη στιγμή που ένα ξένο πανεπιστημιακό ίδρυμα πάρει άδεια λειτουργίας στην Ουρουγουάη αναγνωρίζεται η ύλη η οποία έχει καλύψει ο φοιτητής στο ίδιο πανεπιστήμιο στο εξωτερικό, στον βαθμό που δεν υπερβαίνει το 25% της συνολικής ύλης.
Σε αντίθεση με την Ελλάδα τα ξένα πανεπιστήμια στην Ουρουγουάη -όσο και σε άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής- επιτρέπονται εδώ και πολλά χρόνια, αναγνωρίζονται ως ισότιμα και απολαμβάνουν την ίδια μεταχείριση με τα ντόπια.
Αποθαρρυντικά
Όμως, διαπιστώθηκε ότι η νομοθεσία της χώρας, που δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ ντόπιων και ξένων πανεπιστημίων, λειτουργεί αποθαρρυντικά στην εγκατάσταση των ξένων ιδρυμάτων. Όσο κι αν φαίνεται παράξενο. Για αυτό απαιτείται η «ελαστικοποίηση» της νομοθεσίας έτσι ώστε να γίνει πιο εύκολη η εγκατάσταση των ξένων παραρτημάτων, κάτι το οποίο προσπαθεί να καλύψει το νέο νομοσχέδιο.
Αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι τα ιδρύματα αυτά θα αποκτούν σύμφωνα με το νέο νομοσχέδιο ακαδημαϊκή αναγνώριση και άδεια λειτουργίας, χωρίς να είναι υποχρεωμένα να λειτουργούν ως μη κερδοσκοπικές εταιρείες, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα.
Επίσης, τα ξένα πανεπιστήμια δεν θα είναι πια υποχρεωμένα να προσαρμόσουν το καταστατικό τους στα αιτήματα της νομοθεσίας της Ουρουγουάης. Είναι υπόλογα μόνο απέναντι στο Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο που τα αναγνωρίζει ως νομικά πρόσωπα.
Από αυτή, λοιπόν, τη σκοπιά, όπως δείχνει η περίπτωση της Ουρουγουάης, η προσέλκυση γνωστών ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα απαιτεί πολύ περισσότερα από την άδεια λειτουργίας τους. Θα απαιτηθεί μία ριζική αλλαγή ολόκληρου του διοικητικού και νομοθετικού πλαισίου που αφορά θέματα εκπαίδευσης-και όχι μόνο.
Το ξένο πανεπιστήμιο που θα έρθει στη Ελλάδα θα αντιμετωπίσει μια προβληματική κρατική γραφειοκρατία με την οποία θα πρέπει να διαπραγματεύεται σε κάθε βήμα του και ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που θα αλλάζει με κάθε υπουργό, ή έστω μετά από κάθε εκλογές.
Για αυτό η απόφαση ενός ξένου πανεπιστημίου να ανοίξει παράρτημα εδώ είναι μία απόφαση υψηλού ρίσκου και κατά συνέπεια μάλλον δεν πρόκειται να υπάρξει η συρροή ενδιαφερομένων στην οποία τόσο προσβλέπουν οι υποστηρικτές της έλευσης τους και την οποία τόσο φοβούνται οι εχθροί της.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.