Το όραμα του Ταγίπ Ερντογάν για μια «Μεγάλη Τουρκία» είναι υπαρκτό, διαθέτει ισχυρή λαϊκή στήριξη στο εσωτερικό της Τουρκίας και είναι συνυφασμένο με μια γενικευμένη αλλά πολύ ύπουλη επίθεση του Ισλάμ κατά της Δύσης. Μια επίθεση εξάλλου, περί της οποίας, αρκετοί Δυτικοί ηγέτες περί άλλα τυρβάζουν.
Αντιθέτως, πιστεύουν ότι τα εκατομμύρια μουσουλμάνων που με κίνδυνο της ζωής τους προσπαθούν να εισβάλλουν στη Δύση, πολύ απλά σε λίγα χρόνια θα έχουν «αλλοτριωθεί» και άρα ενσωματωθεί στον δυτικό τρόπο ζωής! Μεγαλύτερη ανοησία δεν μπορεί να υπάρξει, αλλά ποιος δυτικός ηγέτης έχει διαβάσει τον Άραβα φιλόσοφο Ιμπν Χαλντούν (1332-1406), για να καταλάβει τα μέλλοντα να συμβούν;
Αποκαλυπτικό επίσης, πάνω στο θέμα αυτό, είναι και το γνωστό βιβλίο του Αχμέτ Νταβούτογλου, πρώην Τούρκου πρωθυπουργού και ΥΠ.ΕΞ., ο οποίος δεν κρύβει τις πτυχές των ενεργειών για την επανίδρυση μιας «Μεγάλης Τουρκίας». Εξάλλου, όπως ήδη γράψαμε, αυτό είναι και το «όραμα» υστεροφημίας του Ταγίπ Ερντογάν, στη διάρκεια της μάλλον τελευταίας πενταετίας της προεδρικής του θητείας.
«... Μετά την επανεκλογή του στις 28 Μαΐου», αναφέρει έκθεση του γνωστού αμερικανικού think tank Stratfor, «... ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν αναμετράται με τον στόχο να καταστήσει την πιθανώς τελευταία θητεία του -η οποία λήγει το 2028- ένα καθοριστικό κεφάλαιο στην εν εξελίξει μετατροπή της Τουρκίας σε μια ανεξάρτητη μεγάλη δύναμη.
Τα επόμενα πέντε χρόνια είναι βέβαιο ότι ο Ερντογάν θα προχωρήσει κατά καιρούς σε στρατιωτικές επεμβάσεις, όπως ακριβώς έκανε από τότε που ανέλαβε την εξουσία, το 2002. Αν ενδιαφέρεται να αφήσει κληρονομιά διαρκείας, δεν αποκλείεται να μπει στον πειρασμό να ακολουθήσει βήματα χωρών όπως το Ισραήλ, η Ινδία και η Ρωσία, οι οποίες έχουν κατηγορηθεί -λιγότερο ή περισσότερο- ότι επέκτειναν δια της βίας την επιρροή και την ισχύ τους, παραβιάζοντας το μεταπολεμικό αξίωμα της εδαφικής ακεραιότητας και μη αλλαγής συνόρων.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι το πιο κραυγαλέο παράδειγμα επεκτατισμού. Αλλά οι ενέργειες του Ισραήλ και της Ινδίας στα παλαιστινιακά εδάφη και στο Κασμίρ αντίστοιχα προσφέρουν μια ιδέα για την ποικιλία των τρόπων με τους οποίους θα μπορούσε να δράσει η Τουρκία. Ο Ερντογάν θα μπορούσε, για παράδειγμα, να προβεί σε επιθετικές ενέργειες στη θάλασσα για να επεκτείνει τις διεκδικήσεις της Τουρκίας, να εγκαταστήσει δημοκρατίες-μαριονέτες στη μεθόριο με τη Συρία ή ακόμη και να προσπαθήσει μια μονομερή προσάρτηση στην Κύπρο.
Όμως, όλες αυτές οι ενέργειες θα απαιτούσαν προσεκτικό χρονοδιάγραμμα, ώστε να μη γυρίσουν μπούμερανγκ υπονομεύοντας τη φιλοδοξία του Ερντογάν να τον θυμούνται ως τον πρόεδρο που οδήγησε την Τουρκία στην πορεία να ξαναγίνει μεγάλη δύναμη...».
Κατά τις εκτιμήσεις του Stratfor, που είναι συνήθως καλά ενημερωμένο και νηφάλιο στις αναλύσεις του, η Τουρκία, στον γεωγραφικό χώρο που βρίσκεται, αναπολεί ένα «λαμπρό» κατά την εκτίμηση ηγετών της παρελθόν. Θεωρεί επίσης ότι η ένταξή της στην Ατλαντική Συμμαχία και στο ΝΑΤΟ έγινε για λόγους καιροσκοπικούς στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου, αλλά η επιλογή αυτή είχε προσωρινό χαρακτήρα.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μια πρώτη κίνηση προς την κατεύθυνση αυτή έγινε το 2003, όταν το τουρκικό κοινοβούλιο μπλόκαρε τη χρήση των αμερικανικών βάσεων στο τουρκικό έδαφος, όταν οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Ιράκ.
Όπως είναι γνωστό, η κίνηση αυτή γέννησε δυσπιστία μεταξύ Ουάσιγκτον και Άγκυρας -και η μνησικακία εδραιώθηκε με τα χρόνια, καθώς η Τουρκία άρχισε να χρησιμοποιεί τη στρατιωτική της δύναμη και το πολιτικό της κεφάλαιο για να αναδιαμορφώσει τη διεθνή φήμη της από κοσμικό κράτος με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο NATO, σε ιδιαίτερο ισλαμικό μόρφωμα πρόθυμο να επέμβει σε συγκρούσεις κοντά ή και πιο μακριά, ανεξάρτητα από τη διεθνή κυρίαρχη γνώμη.
Συνεπώς, δεν είναι διόλου βέβαιο ότι η έστω και τελευταία θητεία Ερντογάν θα αλλάξει αυτή την προσέγγιση. Παρά κάποιες σημερινές κινήσεις της Τουρκίας, όπως ο διάλογος με την Ελλάδα, δεν αποκλείεται να είναι και παραπλανητικές. Η Τουρκία δεν θέλει να είναι μέρος της Ανατολής ή της Δύσης, ή αναγκαστικά μέρος του ισλαμικού κόσμου (εκτός αν είναι ηγέτιδα δύναμη). Θέλει να είναι η Ευρασιατική Turkiye, βάσει της επίσημης αλλαγής ονομασίας του 2021.
Όπως το βλέπει ο Ερντογάν, η Τουρκία είναι μια μεγάλη δύναμη από μόνη της, με ηγετικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, στο Ισλάμ, στη Μεσόγειο, στη Μαύρη Θάλασσα, στην Κεντρική Ασία, ακόμη και μέχρι την Αφρική. Και πιστεύει ότι τα επόμενα χρόνια θα καθορίζει τις πολιτικές του όλο και περισσότερο με στάτους μεγάλης δύναμης, ακόμη και οδηγώντας σε προσαρτήσεις εδαφών.
Ιστορικά, πρωταρχικό χαρακτηριστικό των μεγάλων δυνάμεων είναι ο εδαφικός επεκτατισμός. Η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μια μέρα, ούτε χτίστηκε με ειρηνικές εκλογές. Ωστόσο, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο επεκτατισμός έγινε ταμπού. Οι υπερδυνάμεις ανησυχούσαν ότι κράτη που θα προσπαθούσαν να κατακτήσουν το ένα το άλλο, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σ' έναν καταστροφικό Γ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά σήμερα αυτό το ταμπού έχει αποδυναμωθεί.
Η Τουρκία έχει έτσι κίνητρα για να αναδιαμορφώσει στρατηγικά το περιβάλλον της και να εκπληρώσει την ιδεολογία της στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Συρία και τη Βόρεια Κύπρο. Υπό αυτή την έννοια, η από μέρους του σκληρού Ισλάμ προώθηση της παράνομης μετανάστευσης αποτελεί ισχυρό διαβρωτικό όπλο.
Όσοι, λοιπόν, βαυκαλίζονται ότι η Τουρκία, λόγω ισχυρής εσωτερικής οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, θα εγκαταλείψει τα μεγαλεπήβολα «οράματά» της, ας κρατούν πολύ μικρό καλάθι.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.