Iσως για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια η Τουρκία να είναι έτοιμη να επιχειρήσει ένα σοβαρό βήμα για την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών της με την Ελλάδα, για δύο λόγους:
- Εξαιτίας της εικόνας που θέλει να παρουσιάσει η Τουρκία στην παγκόσμια πολιτική σκηνή.
- Λόγω της στροφής 180 μοιρών που επιχειρεί ο Τούρκος πρόεδρος στις σχέσεις της χώρας του με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Όσον αφορά τον πρώτο λόγο, στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής τους τελευταίους μήνες είναι να εδραιώσει την εικόνα της Τουρκίας ως του «Μεγάλου Ειρηνοποιού», ως μιας τοπικής υπερδύναμης που έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει με διαμεσολαβητικό ρόλο σε παγκόσμιες κρίσεις όπως αυτή μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας.
Όπως γράφει ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Baris Kesgin του Πανεπιστημίου Elon της Βόρειας Καρολίνας: «Αυτή τη στιγμή, ο Ερντογάν επιθυμεί τη διεθνή αναγνώριση ότι η Τουρκία είναι ένας σημαντικός παράγων και η κρίση στην Ουκρανία τού δίνει την ευκαιρία».
Ο στόχος της Τουρκίας σήμερα είναι να αποκτήσει «soft power» ως ειρηνοποιού, κάτι που οπωσδήποτε μακροπρόθεσμα της επιτρέπει να προωθήσει τους γεωστρατηγικούς της στόχους.
Ενα πολύ σημαντικό στοιχείο που ενισχύει την προσπάθεια απόκτησης soft power από την Άγκυρα είναι προφανώς ο διαμεσολαβητικός ρόλος που παίζει, στην προσπάθεια να υπάρξει ασφαλής διέλευση για να διοχετευθούν τα σιτηρά της Ουκρανίας στις διεθνείς αγορές και να μετριασθεί ο κίνδυνος διεθνούς λιμού, ιδιαίτερα μεταξύ των φτωχών χωρών. H Τουρκία είναι η μόνη νατοϊκή χώρα που εμπλέκεται σε ένα θέμα που είναι καθοριστικής σημασίας για την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων.
Είναι λοιπόν προφανές ότι η είκονα την οποία θέλει να κατοχυρώσει ο Ερντογάν ως ειρηνοποιού δεν συνάδει με πολεμικά σενάρια ούτε εναντίον της Ελλάδας ούτε εναντίον οποιουδήποτε άλλου.
Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο η γειτονική χώρα οφείλει να επιθυμεί έναν ειρηνικό διακανονισμό με την Ελλάδα αφορά την στροφή του Τούρκου ηγέτη στο θέμα των σχέσεων με την ΕΕ και συγκεκριμένα την επιθυμία που εξέφρασε στο Βίλνιους τον Ιούλιο για επανέναρξη των ενταξιακών συνομιλιών ως αντάλλαγμα για την αποδοχή εκ μέρους του της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Ενταξιακές συνομιλίες
Οι ενταξιακές συνομιλίες είχαν στην ουσία σταματήσει το 2016 λόγω της καταπίεσης εναντίον αντιπάλων που είχε εξαπολύσει ο Ερντογάν με αφορμή το πραξικόπημα εναντίον του τον ίδιο χρόνο. Σύμφωνα με τον πανεπιστημιακό Μπολμπόνι, η αναφορά του Ερντογάν στην ΕΕ δεν ήταν ένα φραστικό πυροτέχνημα, αλλά αντίθετα μια αναγνώριση εκ μέρους του ότι η ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ συνάδει απόλυτα με τα γεωστρατηγικά συμφέροντα της χώρας του.
«Η επανέναρξη των ενταξιακών συνομιλιών» γράφει ο Μπολμπόνι «παρέχει στον Ερντογάν μία δοκιμασμένη στρατηγική που απευθύνεται στη βαθιά επιθυμία των Τούρκων τόσο για ένα πιο φωτεινό οικονομικό μέλλον όσο και μια πιο ισχυρή θέση στη διεθνή σκηνή. Ο αντιδυτικισμός τον οποίο κινητοποίησε ο Ερντογάν τα τελευταία χρόνια μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε επιθυμία για τα υλικά και ψυχολογικά οφέλη τα οποία θα φέρει μια συμμετοχή στην ΕΕ».
Αυτό το νέο ενδιαφέρον για ένταξη στην ΕΕ ίσως μάλιστα να ταυτισθεί σύμφωνα με τον Αμερικανό αναλυτή με μία πολιτική πορεία προς το κέντρο και την αντικατάσταση της «πολιτικής του φόβου» με την «πολιτική των προσδοκιών».
Τόσο η προσπάθεια του Ερντογάν να αποκτήσει την αίγλη του ειρηνοποιού όσο και η πρόσφατη προσπάθειά του να κάνει μια φιλοευρωπαϊκή στροφή αναμφίβολα αποτελούν good news για την Ελλάδα καθώς θέτουν οποιαδήποτε διαπραγμάτευση σε ορθολογικά πλαίσια. Για αυτό λοιπόν οι προσπάθειες του Ελληνα πρωθυπουργού να συνεχίζει τη συζήτηση με τον Τούρκο ομόλογό του εναρμονίζονται πλήρως με τα νέα δεδομένα.
Είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.