Όσοι προσπαθούν να καταλάβουν τον σημερινό κόσμο μέσα από την ιστορία του, θα γνωρίζουν ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στην κορυφή της δόξας της, ήταν ένας τεράστιος χώρος 70 εκατομμυρίων ανθρώπων τους οποίους ένωνε το δίκαιο, ο τρόπος ζωής, η χρήση της ελληνικής και της λατινικής γλώσσας και η εμπορική επέκταση.
Την εποχή εκείνη, η Μεσόγειος ήταν πραγματικό λίκνο πολιτισμού και τεράστιος οικονομικός χώρος που χαρακτηριζόταν από απίστευτο δυναμισμό και μεγάλη εφευρετικότητα. Κατά τον μεγάλο Φερνάν Μπροντέλ, η Μεσόγειος ήταν ο κόσμος και η μήτρα του καπιταλισμού.
Τον 16ο αιώνα, μετά την ανακάλυψη της Αμερικής από τον Χριστόφορο Κολόμβο, τέσσερα κομμάτια του κόσμου μπορούν να επικοινωνούν μεταξύ τους. Έτσι, η τεράστια Ιβηρική Αυτοκρατορία -αυτή στην οποία ο ήλιος ποτέ δεν δύει- είναι το χωνευτήρι ζυμώσεων και εφευρέσεων που προκύπτουν από τη συνάντηση Ινδών, Ευρωπαίων και Αφρικανών.
Πρόκειται για μία εποχή-κλειδί, στη διάρκεια της οποίας οι θαλάσσιες μεταφορές και η διαρκής επέκτασή τους προετοιμάζουν μία απίθανη επανάσταση. Αυτήν που θα ανατρέψει όλα τα μέχρι τότε δεδομένα στην παραγωγή πλούτου, ανοίγοντας τον δρόμο της παγκοσμιοποίησης.
Από τα τέλη έτσι του 18ου αιώνα, οι εξελίξεις επιταχύνονται και στην Ευρώπη αναδύεται μία νέα οικονομική πραγματικότητα, αυτή που εδράζεται σε ένα καινούργιο σύστημα παραγωγής, το βιομηχανικό. Οι καταστάσεις αυτές δημιουργούν τη Βιομηχανική Επανάσταση και οδηγούν σε ταχεία άνοδο της παραγωγικότητας, η οποία μεταφράζεται και σε αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Έχουμε έτσι, από ιστορικής πλευράς, μία μείζονα παραγωγική και άρα οικονομική ανατροπή, η οποία οδηγεί και στη θεμελίωση της πολιτικής οικονομίας.
Την ίδια περίοδο, η βιομηχανική επανάσταση τροφοδοτεί τον αποικιοκρατικό πυρετό και η Ευρώπη, ως έδρα και πηγή της παραγωγικής ανατροπής, επεκτείνεται σχεδόν σε ολόκληρο τον πλανήτη. Γιατί όμως όλα αυτά έχουν αφετηρία τους την Ευρώπη;
Οι απαντήσεις που έχουν δοθεί μέχρι σήμερα δίνουν έμφαση στην πνευματική αυτονομία που από τον Μεσαίωνα και μετά κέρδισε έδαφος στην Ευρώπη, στην ανάπτυξη της τεχνικής που στηριζόταν στην εμπειρία και όχι σε μαγικές ερμηνείες, στην πειραματική μέθοδο και στον συνδυασμό της αντίληψης με τη μέτρηση, την επαλήθευση και τα μαθηματικής υφής πορίσματα.
Με διαφορετικά λόγια, αυτή η μέθοδος ήταν το κλειδί της γνώσης, η οποία, ως τέτοια, απέρριπτε τη μεταφυσική και στήριζε την ανάδειξη της επιστήμης σε εργαλείο παραγωγής πλούτου. Στο μέτρο, όμως, που η ανάπτυξη της επιστήμης απομάκρυνε τον άνθρωπο από την επήρεια των μύθων και του ανορθολογισμού, στη Δύση κέρδιζε σταθερά έδαφος η έννοια του πρωτείου του ατόμου και η σύνδεσή της με την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας.
Διαφορετικός κόσμος
Αυτή η επιχειρηματικότητα, ωστόσο, καλείται σήμερα να αναπτυχθεί σε έναν κόσμο ριζικά διάφορο από αυτόν που κυριάρχησε στα 230 χρόνια της Βιομηχανικής Επανάστασης. Η σημερινή εποχή, τόνιζε ο Άλβιν Τόφλερ (1928-2016) στο βιβλίο του «Ο Επαναστατικός Πλούτος», δεν έχει σχεδόν καμία ομοιότητα με τις καταστάσεις του παρελθόντος.
Όλο και περισσότερο, ο πλούτος που παράγεται στις ημέρες μας έχει ως πρώτη ύλη του τη γνώση και στην ουσία το φαινόμενο αυτό είναι η μη ορατή αιτία της κρίσης που γνωρίζουν οι ανεπτυγμένες κυρίως οικονομίες. Είναι όμως και η πηγή των νέων ανισοτήτων, οι οποίες πηγάζουν από την ταχύτητα πλεύσης της νέας εποχής και από τις αργές προσαρμογές στις απαιτήσεις της. Υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα συγχρονισμού και οι πολιτικοί δεν θέλουν να το καταλάβουν, άρα ούτε και να το αντιμετωπίσουν.
«Η ψηφιακή εποχή είναι, και το βλέπουμε ήδη, αυτή του θριάμβου της τεχνολογικής καινοτομίας. Για πολλά ακόμη χρόνια, θα γίνουμε μάρτυρες ανατρεπτικών εξελίξεων στην πλευρά του εφοδιασμού και της τεχνητής νοημοσύνης, με μακροπρόθεσμα οφέλη στην αποδοτικότητα και την παραγωγικότητα».
Την ώρα που από κάθε άποψη βιώνουμε ρήξεις και ανατροπές, όπως έχουν επισημάνει οι οικονομολόγοι Erik Brynjolfsson και Andrew McAfee, η επανάσταση θα μπορούσε να φέρει μεγαλύτερη ανισότητα και να διαταράξει τις αγορές εργασίας.
Καθώς η αυτοματοποίηση υποκαθιστά την εργασία σε ολόκληρη την οικονομία, η καθαρή αντικατάσταση του ανθρώπινου παράγοντα από μηχανές μπορεί να επιδεινώσει το χάσμα μεταξύ της απόδοσης του κεφαλαίου και της απόδοσης της εργασίας. Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης πιθανόν ότι η αντικατάσταση των εργαζομένων από την τεχνολογία, συνολικά, να οδηγήσει σε μία καθαρή αύξηση ασφαλών και ικανοποιητικών θέσεων εργασίας. Όμως όχι για όλους. Και στο επίπεδο αυτό θα υπάρξει πρόβλημα, όπως κάθε φορά που παρατηρούνται αλλαγές στη φύση και τη δομή της εργασίας.
Ωστόσο, είναι σίγουρο ένα πράγμα: ότι στο μέλλον το ταλέντο, περισσότερο από το κεφάλαιο, θα αποτελέσει τον κρίσιμο παράγοντα της παραγωγής. Αυτό θα οδηγήσει σε μία αγορά εργασίας όλο και περισσότερο διαχωρισμένη σε τμήματα χαμηλής εξειδίκευσης/χαμηλής αμοιβής και υψηλής ειδίκευσης/υψηλής αμοιβής, κάτι που με τη σειρά του θα οδηγήσει σε αύξηση των κοινωνικών εντάσεων.
Από τα παραπάνω λόγια δεν χρειάζεται ιδιαίτερη αντιληπτική ικανότητα για να καταλάβει κανείς ότι η Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση, ως εκ της φύσης της, δημιουργεί νέου τύπου ανισότητες, οι οποίες απαιτούν και νέους κοινωνικούς προβληματισμούς. Όπως ήδη βλέπουμε, οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι από την καινοτομία τείνουν να είναι οι παραγωγοί και κάτοχοι του πνευματικού και φυσικού κεφαλαίου -οι καινοτόμοι, οι μέτοχοι και οι επενδυτές. Πράγμα που εξηγεί το αυξανόμενο χάσμα πλούτου μεταξύ εκείνων που εξαρτώνται από το κεφάλαιο έναντι εκείνων που εξαρτώνται από την εργασία.
Η τεχνολογία, συνεπώς, είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους τα εισοδήματα έχουν παραμείνει στάσιμα, ή ακόμα και μειώθηκαν, για την πλειοψηφία του πληθυσμού στις χώρες υψηλού εισοδήματος. Η ζήτηση για εργαζόμενους υψηλής εξειδίκευσης έχει αυξηθεί, ενώ η ζήτηση για εργαζόμενους με λιγότερη εκπαίδευση και δεξιότητες έχει μειωθεί. Το αποτέλεσμα είναι μία αγορά εργασίας με μία ισχυρή ζήτηση στα υψηλά και τα χαμηλά άκρα, αλλά ένα χάσμα στη μέση.
Αυτό εξηγεί γιατί τόσοι πολλοί εργαζόμενοι είναι απογοητευμένοι και φοβισμένοι ότι τα δικά τους πραγματικά εισοδήματα και των παιδιών τους θα συνεχίσουν να λιμνάζουν. Βοηθά επίσης να εξηγηθεί γιατί οι μεσαίες τάξεις σε όλο τον κόσμο αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο μία διάχυτη αίσθηση δυσαρέσκειας και αδικίας. Μία οικονομία του τύπου «ο νικητής τα παίρνει όλα», που προσφέρει μόνον περιορισμένη πρόσβαση στη μεσαία τάξη, είναι μία συνταγή για δημοκρατική δυσφορία και εγκατάλειψη. Στις εξελίξεις αυτές, η πανδημία και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έριξαν λάδι στη φωτιά.
Ετσι, λοιπόν, μια υποβόσκουσα δυσαρέσκεια, στις μέρες μας, τροφοδοτείται από τη διεισδυτικότητα των ψηφιακών τεχνολογιών και τις δυναμικές της ανταλλαγής πληροφοριών, από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Περισσότερο από το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού χρησιμοποιεί τώρα πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης για να συνδεθεί, να μάθει και να μοιράζεται πληροφορίες. Σε έναν ιδανικό κόσμο, αυτές οι αλληλεπιδράσεις θα έδιναν την ευκαιρία για διαπολιτισμική κατανόηση και συνοχή. Ωστόσο, μπορούν επίσης να δημιουργούν και να διαδίδουν μη ρεαλιστικές προσδοκίες ως προς το σε τι συνίσταται η επιτυχία για ένα άτομο ή μία ομάδα, καθώς και να προωθούν ευκαιρίες εξάπλωσης για ακραίες ιδέες και δημαγωγίες.
Δυστυχώς, αυτό βιώνουμε σήμερα. Αν ο λαϊκισμός και η ψευδολογία που διακινείται μέσω αυτού γνωρίζουν ημέρες δόξας, το Διαδίκτυο κάθε άλλο παρά άμοιρο είναι. Αντίθετα, το χρησιμοποιούν με μοναδική ευχέρεια οι εχθροί της ελευθερίας και της δημιουργίας και, αξιοποιώντας την άγνοια, ζητούν να σταματήσουν οι αλλαγές, ενισχύουν τα φοβικά σύνδρομα και προτείνουν το κλείσιμο σε καβούκια ως λύση σε σοβαρά υπαρξιακά προβλήματα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.