Η στρατηγική για να κλείσει το χάσμα δεξιοτήτων στην Ελλάδα

Βασικό στοιχείο για την προσέλκυση επενδύσεων η διαθεσιμότητα και οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού. Ποιες πολιτικές πρέπει να υιοθετηθούν για να τονωθεί η ανάπτυξη. Γράφει η Ευτυχία Κασελάκη.

Η στρατηγική για να κλείσει το χάσμα δεξιοτήτων στην Ελλάδα
  • της Ευτυχίας Κασελάκη*

Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της ΕΥ, Attractiveness Survey Europe, ένα από τα τρία βασικά κριτήρια για την επιλογή επενδυτικού προορισμού είναι η διαθεσιμότητα και οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού.

Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς οι τρεις τομείς που αναμένεται να γίνουν ατμομηχανή της ανάπτυξης στην Ευρώπη τα επόμενα χρόνια, ο ψηφιακός μετασχηματισμός, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η υγεία, βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην ύπαρξη ανθρώπινου δυναμικού με τις κατάλληλες δεξιότητες.

Αν πράγματι φιλοδοξούμε να διαδραματίσει η χώρα μας πρωταγωνιστικό ρόλο στους τομείς αυτούς, πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι το ανθρώπινο δυναμικό μας είναι ικανό να ανταποκριθεί στην πρόκληση.

Σύμφωνα με την αντίστοιχη έρευνα για την Ελλάδα, οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού συγκαταλέγονται μεταξύ των «ισχυρών χαρτιών» της χώρας μας, με το 34% των ερωτώμενων να θεωρούν ότι καθιστούν τη χώρα πολύ ελκυστική.

Αντίθετα, μόλις το 8% έχουν την ίδια άποψη για το εκπαιδευτικό μας σύστημα, εύρημα ανησυχητικό, καθώς, σε ένα περιβάλλον όπου οι απαιτούμενες δεξιότητες μεταβάλλονται με ταχείς ρυθμούς, οι επιχειρήσεις υιοθετούν μια πιο μακροπρόθεσμη προσέγγιση, και αποδίδουν ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στο εκπαιδευτικό σύστημα. Δεν είναι τυχαίο, συνεπώς, ότι η βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος και των ανθρώπινων δεξιοτήτων αναδεικνύεται σε πρώτη προτεραιότητα για τη διατήρηση της ανταγωνιστικής θέσης της χώρας από το 40% των ερωτηθέντων.

Όταν ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες στην έρευνα να αξιολογήσουν τις επιδόσεις της χώρας σε μια σειρά από επιμέρους τομείς που συνδέονται με το ανθρώπινο δυναμικό, η πλειοψηφία των ερωτώμενων τις χαρακτήρισε εφάμιλλες με αυτές των ευρωπαίων εταίρων μας. Ωστόσο, σε αρκετούς τομείς, μια σημαντική μειοψηφία εκτιμά ότι οι επιδόσεις μας υστερούν έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Θετικές απόψεις διατυπώνονται ως προς τις επενδύσεις σε ψηφιακές δεξιότητες και στην ανάπτυξη ψηφιακής κουλτούρας, αλλά και στην περαιτέρω ανάπτυξη της σύνδεσης και συνεργασίας μεταξύ της αγοράς και της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αντίθετα, περίπου ένας στους τρεις ερωτώμενους εκτιμά ότι η χώρα υστερεί ως προς την ενθάρρυνση της κινητικότητας προς τις ευρωπαϊκές χώρες, την κατάρτιση και επανακατάρτιση των εργαζόμενων σε νέες δεξιότητες και την ενίσχυση της διαφορετικότητας στις πολιτικές για το ανθρώπινο δυναμικό.

Έρευνα της ΕΥ, της Endeavor και του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που πραγματοποιήθηκε το 2017, είχε αναδείξει το ζήτημα του χάσματος των δεξιοτήτων και της έλλειψης ευθυγράμμισης μεταξύ πανεπιστημίων, επιχειρήσεων και αγοράς εργασίας, και είχε τονίσει την ανάγκη διαμόρφωσης Εθνικής Στρατηγικής για τη σύνδεση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με την απασχόληση, εκσυγχρονισμού των προγραμμάτων σπουδών και επανακατάρτισης (re-skilling) του ανθρώπινου δυναμικού.

Παρότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα έκτοτε, με την εντεινόμενη εξωστρέφεια πολλών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και τη στενότερη διασύνδεσή τους με την αγορά και τις επιχειρήσεις, το πρόβλημα παραμένει οξύ, καθώς η τεχνολογία και οι απαιτήσεις της αγοράς εργασίας εξελίσσονται με πολύ ταχύτερους ρυθμούς.

Με τα σημερινά δεδομένα, είναι εξαιρετικά πιθανό η υπάρχουσα δεξαμενή του καταρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού της χώρας να μην επαρκέσει για να καλύψει τις ανάγκες μιας δυναμικά αναπτυσσόμενης οικονομίας. Συνεπώς, παράλληλα με την προσπάθεια αναστροφής του brain drain, πρέπει να υιοθετηθούν πολιτικές για την προσέλκυση εξειδικευμένου προσωπικού και από το εξωτερικό για να καλυφθούν τα κενά που θα δημιουργούνται.

Στο περιβάλλον αυτό, οι προτάσεις της ΕΥ, όπως διατυπώθηκαν στη φετινή μας έρευνα για την ελκυστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού, είναι οι ακόλουθες:

  1. Περαιτέρω έμφαση στην ανάπτυξη δεξιοτήτων πληροφορικής στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
  2. Αύξηση της συμμετοχής των μαθημάτων της φυσικής, της χημείας, της τεχνολογίας και των μαθηματικών (τα γνωστά και ως STEM) στο εκπαιδευτικό σύστημα.
  3. Εισαγωγή προγραμμάτων για την ενίσχυση του οικονομικού αλφαβητισμού σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, καθιέρωση της επιχειρηματικότητας ως εξειδικευμένης κατεύθυνσης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των soft skills και την ευαισθητοποίηση γύρω από ζητήματα περιβάλλοντος και βιώσιμης ανάπτυξης.
  4. Επένδυση στη δια βίου μάθηση και την επανακατάρτιση.
  5. Αύξηση των ευκαιριών μάθησης στον χώρο εργασίας.
  6. Ενίσχυση της άμεσης και έμμεσης χρηματοδότησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε συνάρτηση με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των προγραμμάτων σπουδών.
  7. Μείωση του μη-μισθολογικού κόστους μέσω του εξορθολογισμού και της περαιτέρω μείωσης των φορολογικών συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών.
  8. Συστηματική παρακολούθηση του συγκριτικού κόστους εργασίας της Ελλάδας και των ανταγωνιστριών χωρών.
  9. Ενίσχυση των υφισταμένων μέτρων για την προσέλκυση εργαζομένων από το εξωτερικό σε κρίσιμους κλάδους μέσω φορολογικών κινήτρων κ.λπ., απλούστευσης των διαδικασιών, και στοχευμένη προβολή των μέτρων και των ευκαιριών που παρουσιάζονται, στο εξωτερικό.

Το έλλειμμα δεξιοτήτων δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, ούτε εμφανίστηκε ξαφνικά σήμερα. Στην Ελλάδα, λόγω της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας, το πρόβλημα δεν έγινε άμεσα αισθητό, καθώς επί πολλά χρόνια η χώρα μας παρήγαγε περισσότερους πτυχιούχους απ’ όσους μπορούσε να απορροφήσει. Σήμερα, όμως, με την οικονομία να ανακάμπτει και τις επενδύσεις να αυξάνονται, το πρόβλημα λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις, και απαιτεί άμεση κινητοποίηση.

Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) έφτασαν τα 5,3 δισ. ευρώ το 2021, και ξεπέρασαν τα 4,4 δισ., ή 4% του ΑΕΠ, το πρώτο εξάμηνο του 2022. Συγχρόνως, καταγράφεται μια σημαντική βελτίωση της ποιοτικής σύνθεσης των επενδύσεων, με εντεινόμενη έμφαση στους τομείς έντασης γνώσης που θα πρωταγωνιστήσουν στην παγκόσμια ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.

Για να διατηρηθεί αυτή η δυναμική και να θέσουμε τα θεμέλια μιας ισχυρής ανάκαμψης της οικονομίας μας, η ενίσχυση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού μας και η αναβάθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος αποτελούν μονόδρομο.

 

* Η Ευτυχία Κασελάκη είναι Εταίρος, Συμβουλευτικές Υπηρεσίες EY Ελλάδος – Συμβουλευτικές Υπηρεσίες Ανθρώπινου Δυναμικού


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v