Στην ομιλία του στο συνέδριο των ΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή(COP27) ο ΓΓ του διεθνούς οργανισμού Antonio Guterres συνέδεσε την παγκόσμια ανισότητα με την φτώχεια, τονίζοντας ότι εκατομμύρια άνθρωποι μάχονται εναντίον της πείνας και του λοιμού σε έναν κόσμο όπου ολοένα αυξάνονται οι ανισότητες.
Ομως η άποψη ότι υπάρχει σχέση μεταξύ ανισοτήτων και πείνας (φτώχειας), την οποία υποστηρίζουν αυτόματα πολλοί διανοητές είναι αρκετά προβληματική. Μία μείωση των ανισοτήτων δεν σημαίνει κατ' ανάγκη μείωση της φτώχειας. Ακόμα κι αν εξαφανισθούν όλοι οι πλούσιοι σε μια κοινωνία αυτό δεν σημαίνει κατ' ανάγκη ότι θα μειωθεί η φτώχεια. Αντίστροφα πάλι η μείωση της φτώχειας δεν σημαίνει κατ' ανάγκη μείωση των ανισοτήτων. Μπορεί σε μία κοινωνία να μην πεινάει κανείς αλλά η οικονομική απόσταση από την ελίτ να παραμένει τεράστια.
Αλλο λοιπόν θέμα η μείωση των οικονομικών ανισοτήτων και άλλο η μείωση της φτώχειας (πείνας κ.λπ.). Και αυτό δεν είναι απλά ένας λογικός διαχωρισμός. Εχει και εμπειρικές συνέπειες. Διότι η αντιμετώπιση του πρώτου προβλήματος (μείωση των ανισοτήτων) είναι απείρως πιο δύσκολη από την αντιμετώπιση του δεύτερου (μείωση της φτώχειας).
Ανισότητες
Το κόστος της εξάλειψης των ανισοτήτων σε μια κοινωνία είναι απαγορευτικό. Πριν από μερικά χρόνια ο γνωστός ιστορικός του Πανεπιστημίου του Στάνφορτ Walter Scheidel στο βιβλίο του, «The Great Leveler :Violence and the History of Inequality from the Stone Age to the Twenty First Century», παρουσίασε μια εξαντλητική μελέτη του φαινομένου.
Το συμπέρασμα του: Oι σημαντικές μειώσεις στις ανισότητες επιτεύχθηκαν μόνο ως αποτέλεσμα βίαιων σοκ όπως -κυρίως- πολέμων και επαναστάσεων, καθώς και της πανούκλας. Δεν επιτεύχθηκαν, όπως επιμένει το «εκσυγχρονιστικό» παραμύθι, μέσω ειρηνικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων.
Έτσι στον 20 αιώνα οι μεγάλοι εξισωτές ήταν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι και η κομμουνιστική επανάσταση που όμως είχαν κόστος άνω των 150 εκατομμυρίων νεκρών. Η μέση μείωση της ανισότητας των εμπλεκομένων κρατών στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν 31% του προπολεμκού επιπέδου.
Τα χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης, η κατάρρευση της τιμής των αξιογράφων,η απώλεια των καταθέσεων στο εξωτερικό, οι φυσικές καταστροφές, ο πληθωρισμός, η προοδευτική φορολογία, οι έλεγχοι των τιμών και οι εθνικοποιήσεις, συνέβαλλαν στη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων. Ο πλούτος των πλουσίων μειώθηκε σημαντικά στους δύο παγκόσμιους πολέμους, ανεξάρτητα από το αν η χώρα είχε κερδίσει, είχε καταληφθεί - και ανεξάρτητα από το αν η χώρα είχε δημοκρατικό ή αυταρχικό καθεστώς.
Ούτε οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις, ούτε οι οικονομικές κρίσεις, ούτε οι φιλεργατικές πολιτικές, είχαν τέτοιες δραματικές επιπτώσεις στη μείωση των ανισοτήτων όπως οι πόλεμοι. Το κόστος, λοιπόν, της μείωσης των ανισοτήτων περιλαμβάνει πολέμους και βίαιες εξεγέρσεις, θύματα των οποίων δεν είναι μόνο οι πλούσιοι, αλλά εκατομμύρια εκατομμυρίων ανθρώπων που δεν ανήκουν σε αυτή την οικονομική τάξη.
Φτώχεια
Εάν η εξάλειψη των ανισοτήτων είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο διακύβευμα με τεράστιο κόστος, η μείωση της φτώχειας όχι τόσο. Εδώ απαιτούνται κυρίως καινοτομίες και εκπαίδευση και πάνω από όλα ο θεσμός της «αγοράς», που επιτρέπει σε παραγωγούς και καταναλωτές να ανταλλάσσουν συνεχώς μηνύματα μέσω του μηχανισμού των τιμών και να προσαρμόζουν ανάλογα τα σχέδια τους..
Και φυσικά απόλυτη προϋπόθεση για μία βιώσιμη μείωση της φτώχειας είναι η δυνατότητα των ελεύθερων συναλλαγών- χωρίς «κυρώσεις» -σε όλο το μήκος και πλάτος της οικουμένης- δηλαδή το «ελεύθερο εμπόριο».
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι προϋπόθεση για τη μείωση της φτώχειας είναι ο «καπιταλισμός»: στο βαθμό που, όμως, δεχόμαστε ότι αυτός ο όρος αλλάζει τη σημασία του, ανάλογα με τον πολιτισμικό και κοινωνικό περίγυρο στον οποίο εντάσσεται.
Πριν από την εμφάνιση του «καπιταλισμού» η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού ζούσε σε καταστάσεις ακραίας φτώχειας - το 1820 σε τέτοια κατάσταση ζούσε το 90%. Σήμερα το ποσοστό είναι λιγότερο του 10%.
Αλλά φυσικά το πιο εκπληκτικό παράδειγμα μείωσης της φτώχειας είναι αυτό της Κίνας, από τότε που ασπάστηκε τον «καπιταλισμό».Το 1981 το ποσοστό των φτωχών ήταν 42.7%, το 2000 27.8% και το 2021 είχε πέσει στο 9,3%! (Φυσικά τώρα που η Κίνα μπαίνει στο στόχαστρο της Αυτοκρατορίας πιθανώς να αλλάξουν τα πράγματα...)
Τέλος αξίζει να σημειωθεί ότι η έρευνα του καθ. Scheidel οδηγεί σε δύο ενδιαφέροντα συμπεράσματα:
- Οτι σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη εκείνοι που επαγγέλλονται τη βία σαν μέθοδο εξάλειψης των κοινωνικών ανισοτήτων και όχι τις σταδιακές μεταρρυθμίσεις δεν είναι τελείως τρελοί.
- Οτι η επίσης κρατούσα άποψη σύμφωνα με την οποία οι πλούσιοι ωφελούνται από τους πολέμους πάλι δεν ισχύει. Οι πλούσιοι αντιθέτως είναι αυτοί που έχουν να χάσουν (σε οικονομικούς όρους) τα περισσότερα από έναν πόλεμο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.