Η διαχρονική μείωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της χώρας μας, με τα συσσωρευμένα διαχρονικά διαρθρωτικά προβλήματα και τις καθυστερήσεις, καθώς και τη σαφή έλλειψη παραγωγικού μοντέλου, έχει φέρει τη χώρα μας σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση και σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από χώρες που κάποτε «μας έβλεπαν με τα κιάλια».
Στον παρακάτω πίνακα, τον οποίο έχει επιμεληθεί το Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού, παρουσιάζουμε τη διαχρονική πορεία μιας μεταβλητής που χρησιμοποιείται συχνά για τη σύγκριση της ανάπτυξης και του βιοτικού επιπέδου των πολιτών μεταξύ των διαφορετικών χωρών: το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν.
Τα αποτελέσματα έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και αποτυπώνουν τις τεράστιες ευθύνες που έχει κυρίως το πολιτικό σύστημα για την κατάσταση αυτή και, πιο συγκεκριμένα, για την καθυστέρηση εκείνων των μεταρρυθμίσεων που «σέρνονταν» επί δεκαετίες, οι οποίες καθίστανται αναγκαίες ώστε η χώρα μας να ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητά της.
Όλες οι αναφερόμενες πρώην ανατολικές χώρες, οι οποίες πτώχευσαν με το τέλος και τη διάλυση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, έχουν παρουσιάσει την τελευταία δεκαπενταετία εκπληκτική ανάπτυξη, με κορυφαίες την Λιθουανία και την Εσθονία, με 94% και 86% αντίστοιχα, σύμφωνα με τον σχετικό δείκτη.
Αργά αλλά σταθερά, και όλες σε ρυθμούς αύξησης, ακολουθούν η Πολωνία με 57%, η Σλοβακία με 46%, η Σλοβενία με 32% και η Κροατία με 31%.
Αντίθετα η Ελλάδα, όπως γνωρίζουμε, έχει παρουσιάσει μείωση κατά 22% χωρίς να έχει καταφέρει να φτάσει το επίπεδο του 2008, στόχος για την επίτευξη του οποίου θα χρειασθεί σκληρή προσπάθεια και συνεχείς μεταρρυθμίσεις.
Σε απόλυτα μεγέθη και σύμφωνα με τα παρουσιαζόμενα στοιχεία, ενώ το 2008 (στο ξέσπασμα της Παγκόσμιας Χρηματοπιστωτικής Κρίσης) η Ελλάδα είχε το υψηλότερο κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. από όλες τις εξεταζόμενες χώρες, δεκαπέντε χρόνια μετά και έπειτα από την εμφάνιση παγκόσμιων προβλημάτων που όλες οι χώρες στον κόσμο κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν, από τις έξι εξεταζόμενες χώρες, οι τέσσερις, η Σλοβενία, η Εσθονία, η Λιθουανία και η Σλοβακία, έχουν ξεπεράσει τη χώρα μας και οι άλλες δύο είναι θέμα χρόνου να το πετύχουν.
Φυσικά η σύγκριση αυτή είναι στην πραγματικότητα πολύ χειρότερη από ό,τι απεικονίζεται στον πίνακα, καθώς το χρέος μας πλησιάζει τα 400 δισ. ευρώ και είναι από τα μεγαλύτερα στον κόσμο σε σχέση με το Α.Ε.Π. Αντίθετα, οι εξεταζόμενες χώρες που παρουσιάζονται στον πίνακα είναι χρηματοοικονομικά υγιείς και απολαμβάνουν την εμπιστοσύνη των αγορών με πολύ χαμηλότερα spreads και καλύτερη πιστοληπτική ικανότητα.
Οι πολίτες οφείλουν να γνωρίζουν την πραγματική κατάσταση της Ελληνικής Οικονομίας, των μειονεκτημάτων αλλά και των πλεονεκτημάτων που έχει, ώστε να πεισθούν για τις αναγκαίες αλλαγές και να συνειδητοποιήσουν το πόσο πίσω έχουμε μείνει, παρασυρόμενοι από τον λαϊκισμό και τις εύκολες λύσεις!
Βέβαια, για μια συνολική προσέγγιση της κατάστασης απαιτείται παράλληλα και η εξέταση επιπρόσθετων μεταβλητών, όπως η ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες, το ύψος και η ποιότητα των εξαγωγών και των εισαγωγών, η διάρθρωση του Α.Ε.Π., ο ρόλος των ιδιωτικών επενδύσεων κ.ά.
Το Ινστιτούτο Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού θα συνεχίσει να παρουσιάζει αντικειμενικές συγκρίσεις σχετικά με την πραγματική κατάσταση της Ελληνικής Οικονομίας, οι οποίες όμως στο πλαίσιο ενός δημοσιογραφικού άρθρου δεν μπορούν να είναι ολοκληρωμένες.
* O Νικόλαος Δ. Φίλιππας, Καθηγητής Χρηματοοικονομικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς Πρόεδρος και Ιδρυτής του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικού Αλφαβητισμού
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.